Η σκιά του Αλέξη Τσίπρα δεν εγκατέλειψε ποτέ πραγματικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη στιγμή που ανακοίνωσε την παραίτησή του τον Ιούλιο του 2023, μετά τη συντριπτική ήττα των εκλογών, ο ΣΥΡΙΖΑ μπήκε σε μια μακρά περίοδο εσωστρέφειας, ανασφάλειας και αναζήτησης ταυτότητας.

Όμως, παρά την προσπάθεια ανανέωσης, το παρελθόν επιστρέφει με εκδικητική συνέπεια: το φάντασμα του Τσίπρα πλανάται πάνω από την Κουμουνδούρου και καθορίζει, άμεσα ή έμμεσα, όλες τις εξελίξεις.

Ο Αλέξης Τσίπρας υπήρξε για χρόνια η κυρίαρχη πολιτική φιγούρα της Αριστεράς. Επανέφερε τον ΣΥΡΙΖΑ από το 4% στην εξουσία, διαχειρίστηκε μνημόνια, δημοψηφίσματα, συμφωνίες και ήττες. Κατάφερε να επιβιώσει σε καταστάσεις που για άλλους θα ήταν πολιτικά καταδικαστικές. Και όμως, η τελική του ήττα στις εκλογές του 2023 φανέρωσε την εξάντληση ενός ηγετικού μοντέλου που είχε ταυτίσει απόλυτα το κόμμα με το πρόσωπό του.

Η αποχώρησή του από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν συνοδεύτηκε από μια στρατηγική εξόδου. Αντιθέτως, άφησε πίσω του ένα κόμμα χωρίς σαφή κατεύθυνση, χωρίς φυσική συνέχεια, χωρίς οργανωτικό σχέδιο. Το συνέδριο που ακολούθησε, αντί να αναδείξει μια νέα συλλογική ηγεσία, οδήγησε στην επιλογή του Στέφανου Κασσελάκη, ενός προσώπου χωρίς πολιτικό παρελθόν στον ΣΥΡΙΖΑ, γεγονός που προκάλεσε ρήγματα και έντονη εσωκομματική αντίδραση.

Ο Σωκράτης Φάμελλος, από την άλλη, είναι πολιτικός με μετριοπαθές προφίλ, είχε υπάρξει τεχνοκρατικά αποδεκτός, αλλά ποτέ δεν θεωρήθηκε ηγετική φυσιογνωμία ή πρόσωπο-σταθμός για το κόμμα. Η ανάδειξή του στη θέση του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, μετά την παραίτηση Τσίπρα, γεγονός που τον έχρισε «άτυπο» επικεφαλής του κόμματος της τότε αξιωματικής αντιπολίτευσης, θεωρήθηκε από πολλούς ένα «αναγκαίο κακό», μια λύση ανάγκης μέχρι να βρεθεί η επόμενη ηγεσία. Τον Νοέμβριο του 2024 ο Σωκράτης Φάμελλος εξελέγη επισήμως πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ μετά την έξωση του Κασσελάκη.

Ωστόσο, ο ίδιος φαίνεται να υποτίμησε τη φύση του ρόλου του. Παρότι προσπαθεί να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ των αντιμαχόμενων τάσεων, δεν έχει καταφέρει να εμπνεύσει, να αρθρώσει συνεκτικό πολιτικό λόγο ή να δώσει προοπτική. Οι παρεμβάσεις του χαρακτηρίζονται από ανασφάλεια, και συχνά μοιάζει περισσότερο ως διαχειριστής κρίσεων παρά πολιτικός ηγέτης.

Η αλήθεια είναι ότι ο Φάμελλος ποτέ δεν είχε τη στήριξη ενός ισχυρού μηχανισμού. Η παρουσία του μοιάζει με εκείνη ενός «συμβασιούχου προέδρου ορισμένου χρόνου» – μια προσωρινή λύση, που όμως δεν πείθει κανέναν ότι μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι περισσότερο.

Και μέσα σε αυτό το σκηνικό, ο Τσίπρας παραμένει παρών. Όχι επίσημα, όχι θεσμικά αλλά με κάθε τρόπο που έχει σημασία στην πολιτική: με την επιρροή του στο κόμμα, με τις παρεμβάσεις του μέσω διαρροών, με την αδυναμία της ηγεσίας να απογαλακτιστεί από το όνομά του. Οσοι πίστεψαν ότι με την αποχώρησή του θα ξεκινούσε μια νέα εποχή για τον ΣΥΡΙΖΑ διαψεύστηκαν οικτρά.

Και αυτό διότι ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε έλυσε το βασικό του πρόβλημα: δεν μπορεί να υπάρξει ως κόμμα χωρίς τον Τσίπρα αλλά ούτε και μαζί του. Το κόμμα δεν τόλμησε να ανοίξει ουσιαστικά τη συζήτηση για την παρακαταθήκη του Τσίπρα. Δεν αποτίμησε πολιτικά την περίοδο 2015-2019. Δεν επεξεργάστηκε συλλογικά μια νέα στρατηγική. Αντί για μια πραγματική ανανέωση, παρατηρήθηκαν αποσπασματικές κινήσεις και προσωπικές φιλοδοξίες χωρίς σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό.

Η φημολογία για το αν θα επιστρέψει ο Αλέξης Τσίπρας είναι διαρκής. Ο ίδιος, προς το παρόν, τηρεί σιγήν ιχθύος – με την εξαίρεση ορισμένων στρατηγικών παρεμβάσεων που δείχνουν ότι δεν έχει αποχωρήσει από τη σκακιέρα.

Όμως, ακόμη και αν ο Τσίπρας επέστρεφε, το ερώτημα είναι με ποιους πολιτικούς όρους θα γινόταν. Το δεύτερο σημείο έχει σχέση με τον χρόνο: θα γίνει τους επόμενους μήνες ή μετά τις εθνικές εκλογές; Κανείς για την ώρα δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα.

Ο Σωκράτης Φάμελλος, όσο και αν προσπαθεί, δεν έχει τη δυνατότητα να σηκώσει το βάρος της μετάβασης. Ισως ούτε επιθυμεί πραγματικά να το κάνει. Και κάπως έτσι, η «προσωρινή» ηγεσία μετατρέπεται σε μόνιμη αμηχανία. Το «game over» για τον Φάμελλο δεν είναι προσωπική μομφή – είναι πολιτική διαπίστωση.

Στον απόηχο των δείπνων της Λούκας Κατσέλη, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, Νίκος Φαραντούρης, είπε πως «η ανάγκη και η ζωή θα πυροδοτήσουν εξελίξεις, είτε με τη δημιουργία νέου φορέα είτε με τη συνεργασία υφιστάμενων φορέων, ενδεχομένως με διαφορετική σύνθεση».

Ο ευρωβουλευτής άνοιξε την πόρτα διάπλατα, χωρίς να αποκλείει ακόμη και το σχήμα συνεργασίας της Κουμουνδούρου με το ΠΑΣΟΚ, διατηρώντας ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με πρωτοκλασάτα στελέχη του, όπως ο δήμαρχος Αθηναίων, Χάρης Δούκας, ο οποίος συμμετείχε σε εκδήλωση του Ινστιτούτου «Νίκος Πουλαντζάς», του ιδεολογικού πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, στο Πάρκο Ελευθερίας.

Προπομπός ο Μεϊκόπουλος

Ο πρώτος πάντως εν ενεργεία βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ που είχε μιλήσει ανοιχτά υπέρ της επιστροφής Τσίπρα ήταν ο Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος. Ο συγκεκριμένος είχε απευθύνει ανοιχτή πρόσκληση στον πρώην πρωθυπουργό να επιστρέψει στην ενεργό δράση και να εκφράσει τη δημοκρατική παράταξη.

«Να απαντήσω χωρίς περιστροφές, ευθέως. Νομίζω ότι έχει έρθει η στιγμή να πούμε ποια είναι η πολιτική πραγματικότητα που βιώνει η προοδευτική αντιπολίτευση και σε αυτή τοποθετώ τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, τη Νέα Αριστερά. Νομίζω ότι ένα από τα παράδοξα –όπως διαμορφώνεται από τις δημοσκοπήσεις– είναι ότι το πρόσωπο που συζητιέται περισσότερο στην Κεντροαριστερά δεν είναι κανένας από τους αρχηγούς (Φάμελλος, Ανδρουλάκης, Χαρίτσης), αλλά ο πρώην πρόεδρος και πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας».