Η Ελλάδα έχει μάθει να αντιμετωπίζει κρίσεις. Οικονομικές, γεωπολιτικές, υγειονομικές. Όμως, καμία από αυτές δεν είναι τόσο σιωπηρή, τόσο επίμονη και τόσο υπόγεια απειλητική όσο το δημογραφικό. Δεν πρόκειται για ένα πρόβλημα που φαίνεται άμεσα στα δελτία ειδήσεων, αλλά για μια αργή, σταθερή μετατόπιση που επηρεάζει κάθε πτυχή της ζωής: την οικονομία, την κοινωνική συνοχή, την άμυνα, το ασφαλιστικό. Και, κυρίως, το ίδιο το μέλλον της χώρας.

Σαν μια αόρατη «βόμβα με χρονοδιακόπτη», η μείωση των γεννήσεων και η γήρανση του πληθυσμού απειλούν να αλλάξουν τον χάρτη της Ελλάδας μέσα στις επόμενες δεκαετίες.

Η ψυχρή αριθμητική της υπογεννητικότητας

Τα στοιχεία είναι αμείλικτα: εδώ και πάνω από δέκα χρόνια, οι θάνατοι ξεπερνούν σταθερά τις γεννήσεις. Μόνο την τελευταία δεκαπενταετία, ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε κατά εκατοντάδες χιλιάδες ψυχές λόγω του αρνητικού ισοζυγίου γεννήσεων-θανάτων.

Το 2010, τα ελληνικά δημοτικά σχολεία υποδέχονταν πάνω από 115.000 «πρωτάκια». Σήμερα, οι εγγραφές στην Α΄ Δημοτικού κινούνται γύρω στις 70.000. Μέσα σε μόλις 15 χρόνια, δηλαδή, «χάθηκαν» περίπου 45.000 παιδιά από τις πρώτες τάξεις. Η εικόνα είναι ακόμη πιο ανησυχητική στην περιφέρεια, όπου πολλά σχολεία κλείνουν ή συγχωνεύονται, αφού δεν υπάρχουν αρκετοί μαθητές να γεμίσουν τις αίθουσες.

Το 2024, γεννήθηκαν λιγότερα από 70.000 παιδιά σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ οι θάνατοι ξεπέρασαν τις 128.000. Με απλά λόγια, για κάθε ένα παιδί που έρχεται στον κόσμο, σχεδόν δύο συμπολίτες μας φεύγουν από αυτόν.

Η γήρανση μιας κοινωνίας

Το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι λίγες γεννήσεις, αλλά και η ταχύτατη γήρανση. Σήμερα, περισσότερο από το ένα πέμπτο του πληθυσμού είναι άνω των 65 ετών, και η αναλογία αυτή θα μεγαλώσει ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια. Αυτό σημαίνει λιγότερους εργαζόμενους, λιγότερα φορολογικά έσοδα, μεγαλύτερη πίεση στο ασφαλιστικό σύστημα και περισσότερες ανάγκες σε υγειονομικές υπηρεσίες.

Το φαινόμενο της «αναστροφής της πυραμίδας» –όπου η βάση (τα παιδιά και οι νέοι) μικραίνει και η κορυφή (οι ηλικιωμένοι) μεγαλώνει– βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Αν συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό, η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει όχι απλώς πρόβλημα ανάπτυξης, αλλά πρόβλημα βιωσιμότητας.

Προβλέψεις που τρομάζουν

Οι μελέτες για το μέλλον του πληθυσμού δεν αφήνουν περιθώρια εφησυχασμού. Αν οι σημερινές τάσεις συνεχιστούν, ο πληθυσμός της χώρας θα μειωθεί από περίπου 10,4 εκατομμύρια σήμερα σε 8 έως 9 εκατομμύρια μέχρι το 2050.

Ακόμη πιο κρίσιμο είναι ότι θα μειωθεί ο πληθυσμός σε παραγωγική ηλικία (20-64 ετών), ενώ οι άνω των 65 θα αυξηθούν θεαματικά. Δηλαδή, θα έχουμε λιγότερους εργαζόμενους να στηρίζουν περισσότερους συνταξιούχους. Το ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο ήδη δοκιμάστηκε σκληρά στις προηγούμενες δεκαετίες, θα βρεθεί μπροστά σε μια πρωτοφανή πρόκληση.

Η απάντηση της πολιτείας

Μπροστά σε αυτήν τη δραματική εικόνα, η κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει το δημογραφικό ως ζήτημα πρώτης εθνικής σημασίας. Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι αποτελεί προτεραιότητα ισότιμη με την οικονομία και την άμυνα.

Ήδη, από το 2023 και το 2024, τέθηκαν σε εφαρμογή στοχευμένα μέτρα στήριξης των νέων οικογενειών και των γονέων:

Αυξήθηκαν τα επιδόματα γέννας, τα οποία φτάνουν μέχρι και τις 3.500 ευρώ για το τρίτο παιδί.

Επεκτάθηκαν τα vouchers για βρεφονηπιακούς σταθμούς, ώστε καμία οικογένεια να μη μείνει χωρίς φροντίδα για το παιδί της.

Ενισχύθηκε το πρόγραμμα «Νταντάδες της Γειτονιάς», για μεγαλύτερη ευελιξία στη φύλαξη παιδιών.

Δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στο στεγαστικό ζήτημα των νέων ζευγαριών, με προγράμματα χαμηλότοκων δανείων και ενισχύσεων, ώστε να μπορούν να ξεκινήσουν τη ζωή τους με λιγότερο άγχος.

Το πιο σημαντικό όμως βήμα είναι το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό. Πρόκειται για μια ολιστική στρατηγική δεκαετίας, που περιλαμβάνει περισσότερες από 100 διαφορετικές δράσεις, με συνολικό προϋπολογισμό άνω των 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Στόχος του σχεδίου είναι όχι μόνο να στηρίξει τις οικογένειες με παιδιά, αλλά και να δημιουργήσει ένα περιβάλλον ασφάλειας και προοπτικής για τους νέους ανθρώπους που θέλουν να κάνουν οικογένεια στην Ελλάδα.

Γιατί το πρόβλημα δεν λύνεται από τη μια μέρα στην άλλη

Το δημογραφικό δεν είναι ζήτημα που αλλάζει με ένα νόμο ή μια απόφαση. Χρειάζεται χρόνος, συνέπεια και κυρίως εμπιστοσύνη. Ένα ζευγάρι που αποφασίζει να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, δεν κοιτάζει μόνο τα επιδόματα. Θέλει σιγουριά ότι θα υπάρχει σχολείο, παιδικός σταθμός, δουλειά, σπίτι, υγεία. Η κυβέρνηση, με τις πρωτοβουλίες της, δίνει το σήμα ότι αναλαμβάνει αυτήν την ευθύνη σε βάθος χρόνου.

Βεβαίως, η επιτυχία θα εξαρτηθεί και από την κοινωνία. Το δημογραφικό είναι πρόβλημα εθνικό, άρα απαιτεί και εθνική συστράτευση: από τις τοπικές κοινωνίες που πρέπει να στηρίξουν τις οικογένειες, μέχρι τις επιχειρήσεις που μπορούν να προσφέρουν φιλικότερες πολιτικές εργασίας για τους γονείς.

Μια μάχη που αξίζει να δοθεί

Η ιστορία της Ελλάδας είναι γεμάτη μάχες που έμοιαζαν χαμένες, αλλά κερδήθηκαν. Το δημογραφικό μπορεί να μοιάζει αδυσώπητο, αλλά δεν είναι αναπόφευκτο. Με σχέδιο, αποφασιστικότητα και συνέπεια, μπορεί να ανακοπεί η καθοδική πορεία.

Οι αριθμοί είναι σκληροί, όμως η πολιτική βούληση είναι σαφής. Η κυβέρνηση έχει ήδη βάλει στο τραπέζι μια στρατηγική μακράς πνοής, με ουσιαστικά μέτρα που αγγίζουν την καθημερινότητα των νέων ζευγαριών. Και το πιο ελπιδοφόρο είναι ότι αυτή τη φορά, το πρόβλημα δεν μένει στα χαρτιά, αλλά μπαίνει στον πυρήνα της πολιτικής ατζέντας.

Η πιο κρίσιμη επένδυση

Το δημογραφικό δεν είναι στατιστική. Είναι τα παιδιά που δεν γέμισαν τις αυλές των σχολείων, τα χωριά που σιγά-σιγά αδειάζουν, οι γονείς που αναβάλλουν ή εγκαταλείπουν την ιδέα να κάνουν οικογένεια. Αλλά είναι και το μέλλον που μπορούμε να διεκδικήσουμε.

Η Ελλάδα έχει μπροστά της μια μεγάλη πρόκληση, αλλά και μια μεγάλη ευκαιρία. Να δείξει ότι μπορεί να δώσει ξανά προοπτική στους νέους, ότι μπορεί να στηρίξει την οικογένεια και τη ζωή. Το στοίχημα είναι δύσκολο. Αλλά είναι το πιο σημαντικό στοίχημα που έχουμε να κερδίσουμε.