Η πανδημία του κορονοϊού έφερε μαζί της πολλές ανατροπές, αλλά καμία τόσο ριζική όσο η μεταμόρφωση της εργασίας. Από τη μια στιγμή στην άλλη, εκατομμύρια εργαζόμενοι σε όλο τον κόσμο μετέφεραν το γραφείο τους στο σπίτι. Κάποιοι το είδαν ως όνειρο – περισσότερο ελεύθερος χρόνος, λιγότερες μετακινήσεις, μεγαλύτερη ευελιξία. Άλλοι, όμως, βίωσαν την τηλεργασία ως έναν αργό, καθημερινό εγκλεισμό.

Τηλεργασία: Η αλήθεια βρίσκεται – όπως πάντα – κάπου στη μέση

Η τηλεργασία έχει αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα. Για πολλές επιχειρήσεις, μείωσε λειτουργικά κόστη και αύξησε την παραγωγικότητα. Για τους εργαζομένους, έδωσε πίσω πολύτιμο χρόνο που πριν καταναλωνόταν σε μποτιλιαρίσματα και μετακινήσεις. Επέτρεψε, επιπλέον, σε άτομα από την περιφέρεια ή το εξωτερικό να έχουν ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στην αγορά εργασίας. Όμως, κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις.

Η συνεχής απομόνωση από το φυσικό εργασιακό περιβάλλον έχει αρχίσει να επιδρά αρνητικά στην ψυχική υγεία πολλών εργαζομένων. Η απουσία της άμεσης ανθρώπινης αλληλεπίδρασης, των άτυπων συζητήσεων δίπλα στον καφέ, της δυναμικής ομάδας, στερεί κάτι θεμελιώδες: το αίσθημα του «ανήκειν». Η εργασία άλλωστε δεν είναι μόνο καθήκον, είναι και κοινωνική δραστηριότητα.

Επιπλέον, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε προσωπικό και επαγγελματικό χρόνο θολώνει επικίνδυνα. Πολλοί νιώθουν πως είναι «πάντα σε ετοιμότητα», με αποτέλεσμα την εξουθένωση και την αίσθηση ότι ποτέ δεν «φεύγουν» από τη δουλειά.

Η τηλεργασία σε διεθνές επίπεδο: Συγκριτικά στοιχεία

Η εξάπλωση της τηλεργασίας παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις μεταξύ των χωρών. Σύμφωνα με στοιχεία του 2024, ο αριθμός των ατόμων που εργάζονται από το σπίτι πενταπλασιάστηκε μεταξύ 2019 και 2023, ενώ το 40% των εργαζομένων στις ΗΠΑ εργάζονται εξ αποστάσεως τουλάχιστον μία ημέρα την εβδομάδα. ​

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πριν από την πανδημία, οι τακτικά τηλεργαζόμενοι αποτελούσαν το 8,3% του συνόλου των μισθωτών. Ωστόσο, υπήρχαν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών: στη Δανία, το ποσοστό ήταν 19,8%, ενώ στην Ελλάδα, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 5%, κατατάσσοντάς την στη 18η θέση μεταξύ των κρατών μελών. ​

Επιπλέον, η τηλεργασία έχει επηρεάσει τον χρόνο που αφιερώνεται στις μετακινήσεις. Σύμφωνα με μελέτη του αμερικανικού Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών (NBER), οι τηλεργαζόμενοι στην Κίνα εξοικονομούν κατά μέσο όρο 102 λεπτά την ημέρα από τις μετακινήσεις, ενώ στην Ελλάδα η εξοικονόμηση αυτή ανέρχεται σε 58 λεπτά ημερησίως. ​

Το κρίσιμο ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν η τηλεργασία θα παραμείνει. Η απάντηση είναι ναι — έχει έρθει για να μείνει, τουλάχιστον εν μέρει. Το ουσιαστικό ερώτημα, όμως, είναι πώς θα παραμείνει.

Η λύση ίσως να βρίσκεται σε υβριδικά μοντέλα εργασίας: έναν συνδυασμό παρουσίας στο γραφείο και απομακρυσμένης εργασίας, ανάλογα με τη φύση της δουλειάς και τις ανάγκες της ομάδας. Έτσι, διατηρείται η ευελιξία, αλλά δεν χάνεται η αίσθηση της ομάδας, η κουλτούρα του οργανισμού και η καθημερινή ανθρώπινη επαφή.

Η τηλεργασία δεν πρέπει να γίνει η νέα «κανονικότητα» με «τυφλό» ενθουσιασμό. Χρειάζεται στρατηγική, ισορροπία και – πάνω απ’ όλα – ανθρωποκεντρική προσέγγιση. Γιατί στο τέλος της ημέρας, η εργασία δεν είναι μόνο το τι κάνουμε, αλλά και με ποιους τη μοιραζόμαστε.