Η 9η Φεβρουαρίου κάθε έτους, ημερομηνία «κοίμησης» του εθνικού ποιητή του Ελληνισμού, Διονυσίου Σολωμού, έχει ανακηρυχθεί  από το 2017, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 160 χρόνων από τον θάνατό του, ως Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, με στόχο την «ανάδειξη του θεμελιώδους ρόλου που διαδραμάτισε η Ελληνική Γλώσσα ανά τους αιώνες, συμβάλλοντας, ουσιαστικά, στην εδραίωση τόσο του Ελληνικού όσο και του παγκόσμιου πολιτισμού».

του Κυριάκου Κενεβέζου,
πρέσβη της Δημοκρατίας ςτης Κύπρου

Ο συμβολικός αυτός εορτασμός προσφέρει, κάθε χρόνο, μία ευκαιρία να αναλογιστούμε τη σημασία και την ευθύνη αυτής της μεγάλης μας κληρονομιάς που αποτελεί το πλέον πολύτιμο πολιτισμικό μας κεφάλαιο˙ να επανεκτιμήσουμε τη μακραίωνη αδιάσπαστη ιστορική πορεία της, τον πλούτο, το μέτρο, την αισθητική, αλλά και την πολυσήμαντη συμβολή της  στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό, εκφράζοντας και μορφοποιώντας τις πανανθρώπινες αξίες, τις φιλοσοφικές θεωρήσεις, τις επιστημονικές θεωρίες, τους πολιτικούς θεσμούς και τις πνευματικές αναζητήσεις, που καθόρισαν και διαμόρφωσαν την ανθρώπινη σκέψη και δημιουργία.

«Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται», είχε επισημάνει ο Γιώργος Σεφέρης στο πλαίσιο της ομιλίας του στη Σουηδική Ακαδημία, αποδεχόμενος το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1963, και, πράγματι, η ιστορική της αδιάλειπτη συνέχεια, εδώ και τουλάχιστον τέσσερις χιλιάδες χρόνια, είναι αδιαμφισβήτητη και μας συνδέει άμεσα με την ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό μας, νοηματοδοτώντας τη διαχρονική συλλογική συνείδηση, τη μνήμη και την ταυτότητά των Ελλήνων. Διότι, όπως είπε ο Οδυσσέας Ελύτης προς τους ομογενείς της Σουηδίας, μετά τη δική του βράβευση με Νόμπελ, το 1979: «Είμαστε (οι Έλληνες) οι μόνοι σε όλη την Ευρώπη που έχουμε το προνόμιο να λέμε τον ουρανό ”ουρανό” και τη θάλασσα ”θάλασσα”, όπως την έλεγαν ο Όμηρος και ο Πλάτωνας πριν 2.500 χρόνια. Δεν είναι λίγο αυτό».

Εάν δε η Ελληνική Γλώσσα, στη μακροβιότητα και στο σύνολό της, αποτελεί ένα φαινόμενο ιστορικής συνέχειας και επιβίωσης μέσα στις χιλιετίες, η Κυπριακή διάλεκτος είναι φαινόμενο ακόμη πιο εντυπωσιακό αν το συνδέσει κανείς με τις ιστορικές περιπέτειες  και τις διαδοχικές κατακτήσεις της μεγαλονήσου.

Η ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας στην Κύπρο, χάνεται στα βάθη των αιώνων, αφού ήδη από τον 12ο αιώνα π.Χ., ίσως και νωρίτερα, τα πλούσια αρχαιολογικά ευρήματα σε κάθε γωνιά του νησιού, τα πορίσματα της γλωσσολογικής έρευνας και τα πανάρχαια τοπωνύμια, που επιβιώνουν ανά τις χιλιετίες, προσμαρτυρούν τις βαθιές και προομηρικές ρίζες του Κυπριακού Ελληνισμού στα βάθη του προϊστορικού χρόνου.

Εκεί, στην άκρη της Μεσογείου Θάλασσας, οι Έλληνες της Κύπρου ζούμε και αρθρώνουμε τον ελληνικό λόγο μας χιλιάδες χρόνια τώρα. Αυτή υπήρξε πάντοτε και η μοναδική απάντησή μας, σε όλους τους επίδοξους κατακτητές ανά τους αιώνες. Σε όλες τις περιπέτειες της ιστορίας της η Κύπρος κατάφερε να διατηρήσει ανέπαφη την ελληνική ταυτότητα και τον πολιτισμό της. Στους διαδοχικούς κατακτητές απαντήσαμε με τα έπη του Στασίνου, τα ακριτικά μας τραγούδια, το Χρονικό του Μαχαιρά, τα ποιήματα του Βασίλη Μιχαηλίδη και του Λιπέρτη, τον πανελλήνιο ακαριαίο λόγο του Κώστα Μόντη. Οι λέξεις αποδείχτηκαν το ισχυρότερο όπλο μας ενάντια στη διαμάχη της Ιστορίας με τη Γεωγραφία που αποτελεί και την κατάρα αλλά και την ευλογία μας.

«Η Ρωμηοσύνη εν’ φυλή συνότζιαιρη του κόσμου / κανένας δεν ευρέθηκεν για να την -ι-ξηλείψη, / κανένας, γιατί σσιέπει την που τα΄ψη ο Θεός μου. / Η Ρωμιοσύνη εν’ να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη», κατέθεσε στο ποίημά του με τίτλο «Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)», ο εθνικός ποιητής της Κύπρου, Βασίλης Μιχαηλίδης, που καλλιέργησε και καταξίωσε με το έργο του την κυπριακή διάλεκτο ως πολύμορφο ποιητικό ιδίωμα, και έχοντας οι Πανέλληνες την καρδιά και τον νου στραμμένο στον μεγάλο εθνικό εορτασμό των 200 χρόνων από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης και την Παλιγγενεσία, οφείλουμε να μνημονεύουμε τον λόγο του εθνικού ποιητή του Ελληνισμού: «μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;».


το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό  GRDiplomatic