Αφού το έγραψε ο φίλος του φίλου του φίλου μου στο Facebook, τότε θα ’ναι αλήθεια.
Κάπως έτσι ξεκινά κάθε νέα «αποκάλυψη» της ελληνικής καθημερινότητας: ένα post, μια φωτογραφία χωρίς πηγή, ένα σχόλιο που γίνεται «απόδειξη». Και ξαφνικά, το timeline μετατρέπεται σε δελτίο ειδήσεων χωρίς αρχισυντάκτη, αλλά πάντα με πολλούς θυμωμένους σχολιαστές.

Και πόσο μάλλον που ζούμε στην εποχή όπου η πληροφορία έχει χάσει το βάρος της. Δεν χρειάζεται πλέον να διασταυρώσεις, να ελέγξεις, και γιατί να κουραστεί για να σκεφτείς; Αρκεί να συμφωνεί με αυτό που ήδη πιστεύεις. Έτσι, το Facebook έγινε ο νέος καφενές της Ελλάδας, μόνο που αντί για κουλούρι και φραπέ, σερβίρει «ψευδοπληροφόρηση με γεύση βεβαιότητας».

Και κάπου εκεί, η δημοκρατία μας μικραίνει. Γιατί όταν όλοι γινόμαστε «δημοσιογράφοι του πληκτρολογίου», η αλήθεια χάνεται ανάμεσα στα emoji και στα likes. Δεν υπάρχει διάλογος, υπάρχει μόνο αντήχηση: ο φίλος του φίλου λέει αυτό που θέλω να ακούσω, άρα έχει δίκιο.

Όμως η ευθύνη δεν ανήκει μόνο στους «άλλους». Ανήκει σε όλους μας. Κάθε φορά που πατάμε share χωρίς να διαβάσουμε, κάθε φορά που αναπαράγουμε κάτι «επειδή το είπε ο ξάδερφος του κολλητού», συμμετέχουμε στην αποδόμηση της κοινής λογικής. Δεν είναι αθώο. Είναι Πολιτική πράξη, με πολυ μεγάλο Π.

Η αλήθεια δεν είναι «like», είναι κόπος. Και αν θέλουμε να μιλάμε για ελευθερία λόγου, πρέπει πρώτα να θυμηθούμε τι σημαίνει ελευθερία σκέψης.

Γιατί στο τέλος της ημέρας, αν το γράφει ο φίλος του φίλου του φίλου σου… ίσως απλώς σημαίνει ότι ήρθε η ώρα να διαβάσεις κάτι από κάποιον που ξέρεις πραγματικά.