Το 2025 μοιάζει να επιβεβαιώνει μια ανησυχητική τάση: Όλο και περισσότερες χώρες κυβερνώνται από τα πολιτικά άκρα, είτε της λαϊκιστικής Ακροδεξιάς είτε του αυταρχικού εθνικισμού. Από τις ΗΠΑ μέχρι τη Ρωσία και από την Τουρκία μέχρι την Ευρώπη, οι πολίτες επιλέγουν ηγέτες, που υπόσχονται ρήξη –με αντισυστημικό λόγο– και «νόμο και τάξη». Οι θεσμοί, όμως, αποδυναμώνονται…
Σύμφωνα με τον «Δείκτη Δημοκρατίας» του «Economist» και τα στοιχεία της Freedom House, ο κόσμος βιώνει τη 19η συνεχή χρονιά δημοκρατικής υποχώρησης. Ο φόβος, η ανασφάλεια και η ανισότητα αποδυναμώνουν το Κέντρο και ενισχύουν τη ριζοσπαστική ρητορική. Η αίσθηση αδικίας –κοινωνικής, οικονομικής, γεωπολιτικής– σπρώχνει τους πολίτες σε ηγέτες που εμφανίζονται ως «αντισυστημικοί σωτήρες».
Στην Τουρκία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει μετατρέψει ένα –τυπικά– δημοκρατικό καθεστώς σε αυταρχικό κράτος με πλήρη έλεγχο της δικαιοσύνης, των μέσων ενημέρωσης και του στρατού. Το καθεστώς του δεν είναι απλώς ισλαμικό ή εθνικιστικό, είναι ένα υβρίδιο εξουσίας, που αντλεί νομιμοποίηση από την οικονομική εξάρτηση των πολιτών και τον φόβο για το χάος. Η Άγκυρα, κατά το Middle East Institute, έχει εξελιχθεί σε «εκλογικό αυταρχισμό» με νεοοθωμανικό μανδύα.
Η Ρωσία, από την πλευρά της, είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα επιστροφής σε ένα μετασοβιετικό αυταρχισμό. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν κυβερνά μέσω του φόβου, του ελέγχου της πληροφορίας και της κατασκευής εθνικών εχθρών. Το Carnegie Moscow Center σημειώνει πως η ρητορική του πολέμου στην Ουκρανία έχει μετατραπεί σε «εργαλείο διαρκούς κινητοποίησης» για τη διατήρηση της εξουσίας.
Η Κίνα αποτελεί διαφορετική –αλλά εξίσου ανησυχητική– περίπτωση: Ένα τεχνο-αυταρχικό κράτος, όπου η οικονομική ανάπτυξη και η επιτήρηση λειτουργούν ως μηχανισμοί πολιτικής σταθερότητας. Το μοντέλο του Σι Τζινπίνγκ είναι ο αυταρχικός καπιταλισμός που, σύμφωνα με το Brookings Institution, κερδίζει έδαφος σε χώρες του «τρίτου κόσμου», ως εναλλακτική του δυτικού φιλελευθερισμού.
Στην Ευρώπη, το φαινόμενο αποκτά ιστορικές αναλογίες. Ο αυξανόμενος εθνικισμός, η αναβίωση «ισχυρών ηγετών» και η αμφισβήτηση των δημοκρατικών θεσμών θυμίζουν, όπως γράφει το Chatham House, «τον αργό εκφυλισμό του Μεσοπολέμου» που γέννησε στη Γερμανία τον Χίτλερ, στην Ιταλία τον Μουσολίνι και στην Ισπανία τον Φράνκο. Η γηραιά ήπειρος ξαναζεί σε ηπιότερη αλλά ανησυχητικά γνώριμη μορφή μια εποχή που ο φόβος του μέλλοντος γίνεται όπλο εξουσίας!
Η άνοδος των άκρων δεν είναι τυχαία: Γεννιέται μέσα από κοινωνικό άγχος, θεσμική κόπωση και ψηφιακή παραπληροφόρηση. Όσο η Δημοκρατία δεν απαντά με πειστικό τρόπο στην ανασφάλεια, τόσο θα αμύνεται, αντί να κυβερνά!