Ο ΣΥΡΙΖΑ επικαλείται τη Eurostat για να στήσει αφήγημα φτώχειας, αγνοώντας στοιχεία, συγκρίσεις και τη συνολική οικονομική πορεία της χώρας.

Έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται, πιστός στον ρόλο του, με μια ανακοίνωση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της μόνιμης καταστροφολογίας του. Παίρνει αποσπασματικά δείκτες της Eurostat, τους απομονώνει από το ευρωπαϊκό πλαίσιο και επιχειρεί να τους μετατρέψει σε πολιτικό κατηγορητήριο κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όχι για να προτείνει λύσεις, αλλά για να επιβεβαιώσει το μόνο αφήγημα που γνωρίζει: ότι «όλα πάνε λάθος» – ακόμη κι όταν τα δεδομένα λένε κάτι πιο σύνθετο.

Η επίκληση της αγοραστικής δύναμης γίνεται χωρίς καμία αναφορά στη βελτίωση της απασχόλησης, στις αυξήσεις μισθών, στη μείωση φόρων και εισφορών ή στο γεγονός ότι η Ελλάδα βγήκε από την εποχή των μνημονίων που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψε και εφάρμοσε. Η αντιπολίτευση ξεχνά επιμελώς από πού ξεκίνησε η χώρα και επιλέγει να μετρά μόνο ό,τι βολεύει το αφήγημά της.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το γνώριμο υβρεολόγιο

Στο στεγαστικό, η τακτική είναι γνωστή: ένα υπαρκτό ευρωπαϊκό πρόβλημα παρουσιάζεται ως αποκλειστικά «ελληνική αποτυχία». Καμία αναφορά στις πολιτικές στήριξης, στα προγράμματα κατοικίας, στα κίνητρα για νέους και οικογένειες. Μόνο ποσοστά, χωρίς συγκρίσεις, χωρίς αιτίες, χωρίς προτάσεις. Η ουσία δεν ενδιαφέρει· ενδιαφέρει η εντύπωση.

Και κάπως έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ καταλήγει στο γνώριμο υβρεολόγιο περί «κρατικοδίαιτων ομάδων» και «παρασιτισμού», ξεχνώντας ότι η χώρα πλήρωσε ακριβά τη δική του περίοδο διακυβέρνησης με φόρους, περικοπές και χαμένες ευκαιρίες. Όταν δεν υπάρχει πειστικό πρόγραμμα, μένει μόνο η ειρωνεία ότι το κόμμα που κυβέρνησε με συνθήματα, σήμερα κατηγορεί τους άλλους επειδή κυβερνούν με σχέδιο.