Λίγες ώρες πριν από την επίσημη παρουσίαση της «Ιθάκης», του ογκώδους βιβλίου που «συνέγραψε» ο Αλέξης Τσίπρας, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ρίξει με τον χρωστήρα του την τελευταία φωτεινή πινελιά στον πίνακα που επιμελώς φιλοτεχνείται για το rebranding του, ήρθε χθες μια ανακοίνωση του Συλλόγου Συγγενών Θανόντων & Εγκαυματιών της 23/07/2018 στο Μάτι να βάλει το καρφί απ’ όπου θα κρεμαστεί στον τοίχο της Ιστορίας, προκειμένου να μαθαίνουν οι επερχόμενες γενεές για την αμετροέπεια, την ασέβεια και τον ευτελισμό της ανθρώπινης ζωής.
Αφού ο Αλέξης Τσίπρας από τον πρόλογο του βιβλίου του «απειλεί» να πει τη δική του αλήθεια, δηλαδή μια προσωπική εκδοχή της πραγματικότητας, αφού καταφέρνει μέσα από άλματα λογοτεχνίζουσας υπέρτασης και με υπερχειλίζουσα ανηλικότητα να χαρακτηρίσει τους πάλαι ποτέ στενούς συνεργάτες και συνοδοιπόρους του στον δρόμο προς την εξουσία αλλά και στα σαλόνια του Μεγάρου Μαξίμου ανόητους, νάρκισσους, έντομα, γραφικούς, αφιερώνει ευάριθμες σελίδες στη μεγαλύτερη τραγωδία της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας με τους δεκάδες νεκρούς εν καιρώ ειρήνης – και το κάνει ενώ ακόμη η ποινική διαδικασία είναι σε εξέλιξη, οι εγκαυματίες με τις ουλές ορατές από μακριά και οι συγγενείς των θυμάτων με τον πόνο ασίγαστο και την ψυχή ανταριασμένη.
Όποιος διάβασε την ανακοίνωση του Συλλόγου Συγγενών Θανόντων & Εγκαυματιών της 23/07/2018 είναι βέβαιο πως ένιωσε ντροπή χωρίς να του αναλογεί. Ντροπή για την ελαφρότητα με την οποία ο άνθρωπος που τη στιγμή της ύψιστης τραγωδίας και της κορύφωσης του άφατου πόνου είχε στα χέρια του το τιμόνι της χώρας και αντί να σκύψει το κεφάλι στο μαύρο χώμα, το σήκωσε στον γαλανό ουρανό αναρωτώμενος τι ώρα πετούν τα αεροπλάνα. Ντροπή και για την αδιανόητη σύσκεψη στο Συντονιστικό, γύρω από κείνο το τραπέζι με όλους τους επιτελείς, που ποιήθηκαν την νήσσαν μη γνωρίζοντες για νεκρούς στην ιταμή προσπάθειά τους να μη «θολώσει» η εικόνα τους…
Η ανακοίνωση του Συλλόγου που αριθμεί μέλη τα οποία αγωνίζονται να σταθούν όρθια κόντρα στον θηριώδη πόνο και να συμμαζέψουν τα ράκη της ψυχής τους είναι μια κραυγή απέναντι στην αναίδεια της υποκειμενικής εκδοχής μιας αλήθειας υποταγμένης στις ανάγκες της μυθοπλασίας του λογοτεχνήματος:
«Η τραγωδία της 23ης Ιουλίου 2018 δεν ήταν "φυσικό φαινόμενο".
Ήταν ένα κρατικό έγκλημα που στοίχισε 120 ζωές και έκαψε ακόμη 57.
Μια από τις μελανότερες σελίδες στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας που γράφτηκε κατά πρώτο με την απραξία των φορέων και επιτελικών και, κατά δεύτερον, με την ανικανότητα ουσιαστικής απονομής δικαίου και τις προφανείς σχέσεις της δικαστικής και της εκτελεστικής εξουσίας, διαχρονικά.
Η αντιμετώπιση των νεκρών, των εγκαυματιών, των συγγενών αναδεικνύει μερική αναγνώριση της κατάστασης, σε μια επίπονη και μια διαδικασία που ποινικά ακόμη δεν έχει καν ολοκληρωθεί.
Η αλήθεια είναι αδιαπραγμάτευτη, όμως.
Γνωρίζουμε όλοι πια ποιοι αποφάσισαν, ποιοι καθυστέρησαν, ποιοι απέκρυψαν, ποιοι άφησαν τους πολίτες ανυποψίαστους.
Το αποδεικνύουν οι δικογραφίες, οι μαρτυρίες, τα ντοκουμέντα.
Και ακόμη, επτάμισι χρόνια μετά, αντί για σεβασμό και αυτογνωσία, βλέπουμε να γίνεται από κάποιους συνειδητή προσπάθεια να ξαναγραφτεί η ιστορία.
Να παρουσιαστούν ευθύνες ως "μοίρα", λάθη ως "ανεξέλεγκτες συνθήκες" και υπεύθυνοι ως "άμοιροι παρατηρητές".
Προκαλεί οργή κάθε απόπειρα διαστρέβλωσης των γεγονότων μέσα από επιλεκτικές αφηγήσεις και αναφορές, τεχνητές συγκινήσεις και βολικές "λησμονιές".
Δεν είναι έντιμο να μετατρέπεις μια κρατική κατάρρευση σε προσωπικό "δράμα".
Δεν είναι σεβασμός να αποσιωπάς πρόσωπα, ευθύνες και γεγονότα που έχουν αποδειχθεί και δικαστικά.
Η αποσπασματική μεταφορά και περιγραφή, εν είδει "περι-αστικού" μυθοπλαστικού πονήματος, αλλοιώνει την πραγματικότητα και αποτελεί συνέχιση του εγκλήματος.
Εμείς, οι συγγενείς των θανόντων θυμάτων και οι εγκαυματίες θύματα, δεν επιτρέπουμε και δεν δεχόμαστε σιωπηρά την απαξίωση της κοινής λογικής.
Δεν ανεχόμαστε τη χρήση της τραγωδίας μας ως εργαλείο προσωπικής αποκατάστασης.
Κανένα συγχωροχάρτι σε όποιον καταπατά την αλήθεια!
Ως εδώ» καταλήγει και υπογράφει το διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου των ανθρώπων που γίνονται ενεοί μάρτυρες της περιφρόνησης των υπέρτατων αξιών της ζωής που τους απέμεινε να διαχειριστούν.