Στην πολιτική σκηνή της χώρας, οι τελευταίοι μήνες θυμίζουν όλο και περισσότερο ένα πεδίο λάσπης, όπου η τοξικότητα και η δημαγωγία τείνουν να υποκαταστήσουν την ουσιαστική πολιτική αντιπαράθεση. Η αντιπολίτευση, κατακερματισμένη και χωρίς στρατηγική, δείχνει να έχει βρει κοινό τόπο σε μια τακτική που επενδύει περισσότερο στο μίσος, παρά στην κατάθεση προτάσεων. Στόχος προφανώς είναι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αλλά και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το βράδυ του Σαββάτου, μετά την ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, έκανε λόγο για... απονομιμοποιημένη κυβέρνηση!
Ωστόσο, οι συνθήκες αποδεικνύονται πιο ανθεκτικές για τον πρωθυπουργό απ’ όσο υπολόγιζαν οι επικριτές του. Παρά τις φωνασκίες, παρά την υπερπροβολή σκηνών έντασης –όπως συμβαίνει στην περίπτωση του ΕΣΥ– και τις οργανωμένες απόπειρες αποδόμησης, «δεν έπεσε ούτε αυτή τη φορά ο Μητσοτάκης». Η κυβερνητική σταθερότητα, έστω και υπό πίεση, αντέχει σε ένα περιβάλλον που θα μπορούσε εύκολα να παρασύρει προς την αβεβαιότητα και –εν τέλει– προς την ακυβερνησία.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ξεχωρίζει το φαινόμενο των «επαγγελματιών διαδηλωτών». Κοινοβουλευτικά κόμματα επιχειρούν να οργανώσουν δήθεν μαζικές συγκεντρώσεις, με στόχο να κηλιδώσουν τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και να δείξουν ότι η κοινωνία βράζει. Το... έργο βέβαια είναι γνωστό εδώ και χρόνια: από τις πορείες κατά των μνημονίων έως τις πρόσφατες διαμαρτυρίες για το περιβάλλον, τα εργασιακά ή τα διεθνή ζητήματα. Σήμερα, το ενδιαφέρον τους φαίνεται να μοιράζεται ανάμεσα σε συγκεντρώσεις που δηλώνουν στήριξη στη Χαμάς και σε κινητοποιήσεις ενάντια στα «ξυλόλια», σε μια προσπάθεια να διατηρούνται συνεχώς στο προσκήνιο.
Δεν πρόκειται, βέβαια, για γνήσιες εκφράσεις λαϊκής αγωνίας. Αντιθέτως, οι υπερωρίες των διαδηλωτών μοιάζουν να λειτουργούν ως συμπλήρωμα ενός πολιτικού σχεδίου που στοχεύει στο να δημιουργεί εικόνα διαρκούς αναταραχής. Η εικόνα αυτή στη συνέχεια διοχετεύεται σε μερίδα των ΜΜΕ και στα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να συντηρείται η εντύπωση ότι η χώρα βρίσκεται στο χείλος του χάους.
Η αντιπολίτευση, αδυνατώντας να καταγράψει πειστική πρόταση εξουσίας, καταφεύγει σε ένα είδος «συμμαχίας της έντασης». Το μείγμα περιλαμβάνει πολιτικές δυνάμεις που άλλοτε δεν θα κάθονταν στο ίδιο τραπέζι: από κόμματα της Αριστεράς μέχρι λαϊκιστές του εθνικιστικού χώρου. Κοινός παρονομαστής δεν είναι η προοπτική για το μέλλον της χώρας, αλλά η άρνηση και το «όχι σε όλα». «Αυτό το “όχι σε όλα” σημαίνει στην ουσία “ναι στο τίποτα”», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης από το βήμα της 89ης ΔΕΘ – και μάλλον δεν έχει άδικο.
Παρά ταύτα, η κυβέρνηση δείχνει να παραμένει σταθερή. Η στρατηγική της αντιπολίτευσης, που στοιχηματίζει στην κοινωνική κόπωση, δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα, κάτι το οποίο αποδεικνύουν και οι δημοσκοπήσεις. Αντιθέτως, το αφήγημα της ανθεκτικότητας ενισχύεται. Η εικόνα ενός πρωθυπουργού που αντέχει σε συνεχή πυρά και μιας κυβέρνησης που εξακολουθεί να νομοθετεί και να προωθεί μεταρρυθμίσεις, λειτουργεί υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως υπογραμμίζουν έμπειροι πολιτικοί παρατηρητές.
Η αντιπολίτευση, αντί να αξιοποιήσει την ευκαιρία για σοβαρή κριτική, καταφεύγει σε συνθήματα που θυμίζουν περισσότερο τους παλιούς «αγώνες του πεζοδρομίου» παρά την πραγματικότητα του 2025. Κι ενώ η κοινωνία αναζητά σταθερότητα, ρεαλισμό και απαντήσεις στα καθημερινά προβλήματα, η εικόνα που παρουσιάζουν οι αντίπαλοι της κυβέρνησης είναι εκείνη ενός αθροίσματος μικρών θυλάκων που φωνάζουν, χωρίς όμως να καταφέρνουν να πείσουν.
Η εικόνα αυτή θέτει ένα ευρύτερο πολιτικό δίλημμα. Η χώρα χρειάζεται αντιπολίτευση που να ελέγχει, να αποκαλύπτει και να προτείνει. Αντ’ αυτού, αναπαράγεται ένας βούρκος τοξικότητας, όπου οι συμμαχίες με τη διαπλοκή και οι προσχηματικές διαδηλώσεις παίρνουν τη θέση της σοβαρής πολιτικής δουλειάς.
Σε... βοήθεια όλου αυτού του κλίματος έρχονται και ορισμένοι πρόθυμοι, οι οποίοι επιχειρούν να διαιωνίσουν στα μέσα μαζικής ενημέρωσης μια δήθεν κατάσταση που επικρατεί στην κοινωνία. Άλλοι, πάλι, προωθούν συγκεκριμένα άτομα είτε του παρόντος είτε του παρελθόντος ως ένα αντίπαλο δέος στον πρωθυπουργό. Και βέβαια με απώτερο στόχο να ρίξουν την κυβέρνηση.
«Ματαιοδοξούν», υπογραμμίζουν «γαλάζια» στελέχη, αν και επενδύουν σε πρακτικές που παραπέμπουν σε μιαν άλλη εποχή.