Κοιτώντας το ημερολόγιο συνειδητοποίησα ότι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη συμπλήρωσε 8 μήνες στο κατάστρωμα της εξουσίας, διαδεχόμενη ένα… ημι- καθεστωτικό μοντέλο διακυβέρνησης που κράτησε, σκάρτα που λένε, 4,5 χρόνια!

Είναι αλήθεια ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπήκε με φόρα αποφασισμένος να βάλει την υπογραφή του στην πολιτική αλλαγή που ήθελε ο κόσμος και επέβαλε η συγκυρία.

Του Χάρη Παυλίδη
Σ’ αυτούς τους 8 μήνες έγιναν πολλά, ώστε εκείνα που εκ των πραγμάτων δεν μπορούσαν να γίνουν να αποτελούν αντικείμενο φθηνιάρικης εκμετάλλευσης από την αντιπολίτευση.

Και όπως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, κάποιοι εκλαμβάνοντας τα αυτονόητα ως γενόμενα παραβλέπουν ότι όσα έχει επιτύχει η κυβέρνηση Μητσοτάκη σε 8 μόλις μήνες πιστοποιούν την ανικανότητα εκείνων που κυβέρνησαν τη χώρα επί 4,5 χρόνια.

Εκείνο που δεν έχουν αντιληφθεί όσοι αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ίσως γιατί πιστεύουν ότι η ιστορία σύντομα θα δικαιώσει τη ματαιοδοξία τους, είναι ότι ο πρωθυπουργός δεν είχε ποτέ την πρόθεση να αντιπαρατεθεί με το παρελθόν. Όχι μόνο με εκείνο που διαμόρφωσε τον παρόντα χρόνο, αλλά ούτε με το παρελθόν της δικής του παράταξης και πολύ περισσότερο με το δικό του.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά από τις δύο διαδοχικές νίκες στις ευρωεκλογές και στις εθνικές εκλογές, είχε να επιλέξει μεταξύ του εύκολου και του δύσκολου δρόμου. Ο πρώτος θα ήταν να αναμετρηθεί με τον Αλέξη Τσίπρα για το παρελθόν. Ο δεύτερος με τα όνειρα και τις ελπίδες της νέας γενιάς για το μέλλον. Κάνει το δεύτερο, όπως άλλωστε είχε σχεδιάσει.

Αυτή η επιλογή είναι λογικό για όσους πίστευαν ότι ο Μητσοτάκης θα κοιμάται και θα ξυπνάει με την… ανάμνηση του Τσίπρα να προκαλεί αμηχανία. Ακόμα και μεταξύ όλων εκείνων που θεωρούν ότι το πρώτο μέλημα του νικητή είναι να σκιαμαχεί με τις φιγούρες του χθές. Κι αυτή η αμηχανία είναι σ’ ένα βαθμό εμφανής και στην κυβερνητική λειτουργία.

Για να το θέσω όσο πιο απλοϊκά γίνεται, υπάρχουν υπουργοί που αδυνατούν να προσαρμοσθούν με την πραγματικότητα στην οποία τους κάλεσε ο πρωθυπουργός να συνδιαμορφώσουν. Έχουν μείνει στην… αντιπολίτευση βοηθούσης και της αντιπολίτευσης. Στη λογική… «Εμείς δεν κάναμε αυτά που έκαναν οι άλλοι», η οποία μοιραία οδηγεί στη δικαιολογία… «Χειρότεροι, πάντως, δεν είμαστε από τους προηγούμενους».

Σε κάθε περίπτωση αυτή η λογική δεν ταιριάζει με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Κι αυτό είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζει προσπαθώντας να αποδράσει από τα κλισέ της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας. Μιας πραγματικότητας που σχηματίζεται από εντυπώσεις που συνήθως συνθέτουν τα στερεότυπα και καλλιεργούν οι εμμονές και η πολιτική παράδοση και πάνω σ’ αυτά συνήθως έως πάντα επενδύει η αντιπολίτευση αξιοποιώντας τις «παρεκκλίσεις» από το κυβερνητικό αφήγημα.

Αυτό το γνωρίζει ο πρωθυπουργός και γι αυτό εγκαίρως έθεσε χρονικά το ορόσημο της αξιολόγησης, στέλνοντας συγχρόνως το μήνυμα ότι αυτός είναι ο πρώτος που θα αξιολογηθεί για τις επιλογές του. Αυτές που σύντομα θα τους οδηγήσουν σε διορθωτικές κινήσεις που θα εναρμονίζονται με το στόχο του. Γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξέρει ότι δεν θα κριθεί από τις τύψεις του για τις επιλογές του, αλλά από την αποφασιστικότητα του να τις διορθώσει.

Σ’ ένα από τα πλέον γνωστά ιερά κείμενα της Κίνας, το Τάο- Τε- Κινγκ, διαβάζοντας το θα βρει κάποιος μερικά από τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν την πολιτική καριέρα του Μητσοτάκη. Αυτή που περιέγραψε ο ίδιος ως «υποτίμηση» σε μια πρόσφατη συνέντευξη του στον Νίκο Χατζηνικολάου: «Τους μεγάλους ηγέτες, ο λαός δεν ξέρει ότι υπάρχουν, τους μικρότερους ηγέτες, ο λαός τους αγαπά και του εγκωμιάζει, τους ακόμα μικρότερους, ο λαός τους φοβάται, τους ακόμα πιο μικρούς, ο λαός τους μισεί».