Η κυβέρνηση των ΗΠΑ προχωρά στη δημοσιοποίηση κρίσιμων εγγράφων για τον δράστη σεξουαλικών εγκλημάτων Τζέφρι Έπστιν.

Η υπογραφή του νόμου για την αποκάλυψη των εγγράφων της υπόθεσης Έπσταϊν από τον πρόεδρο των ΗΠΑ σηματοδοτεί μια καθοριστική πολιτική και θεσμική στροφή.

Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δεσμευτεί ήδη από την προεκλογική εκστρατεία του 2024 ότι θα προχωρούσε σε πλήρη διαφάνεια γύρω από την πολύκροτη υπόθεση. Για μήνες ωστόσο μετά την εκλογή του, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν προχώρησε σε καμία ουσιαστική ενέργεια.

«Φάρσα» και πολιτική εργαλειοποίηση κατά τον Τραμπ

Ο ίδιος είχε χαρακτηρίσει δημόσια την υπόθεση «φάρσα», υποστηρίζοντας ότι χρησιμοποιήθηκε από τους Δημοκρατικούς ως εργαλείο πολιτικής πίεσης. Όμως η στάση αυτή προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια στη σκληρή βάση των υποστηρικτών του κινήματος MAGA, που αντιμετωπίζει την υπόθεση ως σύμβολο σύγκρουσης με τις ελίτ

Έτσι, η εσωτερική πολιτική πίεση αποδείχθηκε τελικά καθοριστική. Ο πρόεδρος επικύρωσε τον νόμο που υποχρεώνει την κυβέρνησή του να δώσει στη δημοσιότητα τα σχετικά έγγραφα, ανοίγοντας τον δρόμο για αποχαρακτηρισμούς.

Ο Τζέφρι Έπστιν, φυσιογνωμία της νεοϋρκέζικης υψηλής κοινωνίας κατηγορείται για τη σεξουαλική εκμετάλλευση πάνω από χιλίων νεαρών γυναικών, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και ανήλικες. Στην υπόθεση αυτή είχαν εμπλακεί τα ονόματα πολλών προσωπικοτήτων, μεταξύ των οποίων ο Άντριου – ο αδελφός του βασιλιά της Βρετανίας Καρόλου – ο οποίος κατηγορήθηκε από ένα από τα θύματα, αλλά δηλώνει αθώος.

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο για τα αρχεία της υπόθεσης

Ο νόμος που εγκρίθηκε από το Κογκρέσο τον Νοέμβριο υποχρεώνει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να δώσει στη δημοσιότητα όλα τα μη διαβαθμισμένα έγγραφα που έχει στην κατοχή της για την υπόθεση. Η προθεσμία για τη δημοσιοποίηση έληξε χθες, Παρασκευή (19/12), ωστόσο η διαδικασία δεν θα ολοκληρωθεί άμεσα.

Καθυστερήσεις στη δημοσιοποίηση

Σύμφωνα με τον δεύτερο στην ιεραρχία του υπουργείου Δικαιοσύνης, τον Τοντ Μπλανς, η αποδέσμευση των εγγράφων θα χρειαστεί αρκετές εβδομάδες, παρά τη νομική υποχρέωση.

Η δήλωση αυτή ενίσχυσε τις επικρίσεις για ολιγωρία και ελλιπή συμμόρφωση με το πνεύμα του νόμου.

Εκτεταμένες λογοκρισίες

Παράλληλα, μεγάλα τμήματα του υλικού που δόθηκε στη δημοσιότητα παραμένουν καλυμμένα με μαύρο.

Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται κατάλογος 254 «μασέζ», των οποίων τα ονόματα αποκρύπτονται με το αιτιολογικό της «προστασίας του θύματος».

Επίσης, 119 σελίδες δικαστικού εγγράφου από δικαστήριο της Νέας Υόρκης έχουν λογοκριθεί πλήρως, χωρίς περαιτέρω εξηγήσεις.

Διακομματική δυσαρέσκεια

Οι εισηγητές του νομοσχεδίου, ο Δημοκρατικός Ρο Χάνα και ο Ρεπουμπλικανός Τόμας Μέισι, εξέφρασαν την απογοήτευσή τους.

Σε κοινή γραμμή, κατηγόρησαν το υπουργείο Δικαιοσύνης ότι «δεν σεβάστηκε» το σαφές αίτημα του Κογκρέσου για πλήρη διαφάνεια.

Το βίντεο και οι αιχμές

Σε βίντεο που ανάρτησε στην πλατφόρμα «X», ο Ρο Χάνα υπογράμμισε την απουσία της πλήρους δικογραφίας που είχε σχηματιστεί μετά τη σύλληψη του Τζέφρι Έπσταϊν το 2019.

Όπως ανέφερε, στη συγκεκριμένη δικογραφία γινόταν λόγος για «κι άλλους πλούσιους και ισχυρούς άνδρες», οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται στα έγγραφα που δημοσιοποιήθηκαν.

Κατηγορίες για συγκάλυψη

Ακόμη πιο αιχμηρός εμφανίστηκε ο επικεφαλής της μειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τσακ Σούμερ.

Ο Σούμερ έκανε λόγο για «επιχείρηση συγκάλυψης», υποστηρίζοντας ότι στόχος είναι να προστατευθεί ο Ντόναλντ Τραμπ από το «όχι και τόσο κολακευτικό παρελθόν του».

Σιωπή από τον Λευκό Οίκο

Ερωτηθείς από δημοσιογράφους το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο Αμερικανός πρόεδρος αρνήθηκε να σχολιάσει τις καταγγελίες και τη μερική δημοσιοποίηση των εγγράφων και η στάση αυτή αφήνει ανοιχτά ερωτήματα για το τι τελικά θα αποκαλυφθεί και ποια στοιχεία θα παραμείνουν στο σκοτάδι.

Ο μυστηριώδης θάνατος Έπσταϊν στη φυλακή

Ο θάνατος του Έπσταϊν μέσα στη φυλακή, λίγο πριν οδηγηθεί σε δίκη, χαρακτηρίστηκε επισήμως ως αυτοκτονία. Ωστόσο, το γεγονός αυτό πυροδότησε πληθώρα θεωριών συνωμοσίας, σύμφωνα με τις οποίες δολοφονήθηκε για να μη κατονομάσει ισχυρά πρόσωπα.

Η σχέση με τον Τραμπ

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει παραδεχτεί ότι στο παρελθόν κινήθηκε στους ίδιους κοινωνικούς κύκλους με τον χρηματιστή.  Υποστηρίζει, ωστόσο, ότι δεν γνώριζε τίποτα για την εγκληματική του δράση και ότι είχε διακόψει κάθε επαφή πολύ πριν την εμπλοκή της Δικαιοσύνης.

Η μοναδική καταδίκη

Η πρώην σύντροφος του Έπσταϊν, η Γκισλέιν Μάξγουελ, αποτελεί μέχρι σήμερα το μοναδικό καταδικασμένο πρόσωπο της υπόθεσης.

Η 63χρονη εκτίει ποινή κάθειρξης 20 ετών για τη συμμετοχή της στο κύκλωμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης.

Ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, Τοντ Μπλανς, δήλωσε ότι δεν θα πρέπει να αναμένονται νέες απαγγελίες κατηγοριών.