Είναι αλήθεια ότι το κλίμα μη έντασης που καλλιεργείται το τελευταίο διάστημα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας πρέπει να καλλιεργηθεί και να διατηρηθεί. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη και η συνάντησή του με τον Ταγίπ Ερντογάν, χωρίς αυτό να σημαίνει πως η ελληνική πλευρά έχει μεγάλες προσδοκίες. Άλλωστε το θέμα της Μονής της Χώρας και μια σειρά άλλων ενεργειών της τουρκικής πλευράς δείχνουν ότι τα αγκάθια παραμένουν. Όπως παραμένουν και οι μεγάλες διαφορές.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μεταβαίνει στην Άγκυρα με γνώμονα τις κόκκινες γραμμές της ελληνικής πλευράς που παραμένουν απαραβίαστες. Το ξεκαθάρισε και ο ίδιος στις συνεντεύξεις του και στις δηλώσεις του. Όπως ξεκαθάρισε πως θα θέσει στον Τούρκο πρόεδρο και το ζήτημα της μετατροπής της Μονής της Χώρας σε τζαμί. Από εκεί και πέρα όμως οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και κυρίως αυτές του ΣΥΡΙΖΑ του Στέφανου Κασσελάκη και της Ελληνικής Λύσης του Κυριάκου Βελόπουλου προκαλούν ερωτήματα.

Κυρίως προκαλούν ερωτήματα ως προς την κοινή συνισταμένη τους, δηλαδή τη θέση της Ελληνικής Λύσης πως δεν πρέπει να μεταβεί στην Αγκυρα ο πρωθυπουργός, ειδικά μετά το θέμα της Μονής της Χώρας και αυτής του ΣΥΡΙΖΑ, όπως φάνηκε από τη δήλωση του Στέφανου Κασσελάκη στο Βόλο. Δήλωσης μέσω της οποίας έθεσε υπό αμβισβήτηση τη συνέχιση και υλοποίηση της επίσκεψης του Κυριάκου Μητσοτάκη. Θέσης που δείχνει αδυναμία να κατανοήσει ο ΣΥΡΙΖΑ υπό τον νέο αρχηγό του τι σημαίνει διπλωματία.

Διπλωματία που συνδέεται με τη διατήρηση ενός κλίματος ικανού να απομακρύνει προβλήματα, όπως για παράδειγμα οι παραβιάσεις στο Αιγαίο και τον ελληνικό εναέριο χώρο που έχουν σχεδον μηδενιστεί.

Από την πλευρά του ο Έλληνας πρωθυπουργός κινείται με τη λογική της διατήρησης ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας και σε ανώτατο επίπεδο με στόχο να καθίσταται εφικτό να προχωρούν στο επόμενο βήμα οι σχέσεις των δύο χωρών και να καθίσταται εφικτή η επισκόπηση της πορείας των συμφωνιών που υπάρχουν σε εξέλιξη.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην τουρκική εφημερίδα Μιλιέτ, στο γεγονός ότι «η Ελλάδα πάντα έλυνε τις διαφορές μέσω του καλή τη πίστει διαλόγου και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τις σχέσεις καλής γειτονίας. Η Ελλάδα δεν απειλεί κανέναν», ενώ δεν παρέλειψε να επισημάνει τη θέση του σύμφωνα με την οποία «ακόμη και αν δεν καταφέρουμε να προχωρήσουμε με την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, μπορούμε να διαφωνούμε με πολιτισμένο τρόπο».

Στην ίδια εφημερίδα εξέφρασε την ενόχληση της ελληνικής πλευράς από τη μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί σημειώνοντας ότι «είμαι πολύ απογοητευμένος από την πρόσφατη απόφαση των τουρκικών αρχών να λειτουργήσει η βυζαντινή Μονή της Χώρας ως τζαμί, καθώς και από την παλαιότερη σχετική απόφαση για την Αγία Σοφία. Οι αποφάσεις αυτές έρχονται σε αντίθεση με τον οικουμενικό χαρακτήρα των μνημείων και την κοινή μας προσπάθεια να καλλιεργηθεί αμοιβαία κατανόηση».

Αξίζει να σημειωθεί πως ο Στέφανος Κασσελάκης κατηγόρησε την κυβέρνηση γι' αυτή την εξέλιξη και μάλιστα άφησε να εννοηθεί πως δεν αντέδρασε, χωρίς όμως να εξηγήσει τι έπρεπε να κάνει. Αν θέση του είναι πως έπρεπε να ακυρώσει ο πρωθυπουργός την επίσκεψη θα πρέπει να ενημερωθεί για ένα δεδομένο. Ποιο; Μα ότι η ελληνική πλευρά δεν μπορεί να ακυρώσει μια τέτοια απόφαση.

Όπως χαρακτηριστικά έχει αναφέρει και ο πρωθυπουργός πρόκειται για ένα πολιτιστικό μνημείο και η απόφαση της Τουρκίας δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, η οποία και την ενόχλησή της εξέφρασε και στους αρμόδιους οργανισμούς προσέφυγε όπως έπραξε ήδη με την UNESCO που έχει αντικείμενο και την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Σε κάθε περίπτωση, η ουσία είναι πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει τη διατήρηση ενός καλού κλίματος ώστε και να μένουν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας και να καθίσταται εφικτή η συζήτηση μεταξύ των δύο πλευρών, χωρίς όμως σε κανένα σημείο αυτής της διαδικασίας να τίθεται ζήτημα υπαναχώρησης ως προς τις ελληνικές «κόκκινες γραμμές».