Σε άρθρο του στην εφημερίδα «Απογευματινή» ο γενικός γραμματέας της Κ.Ο. της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης Σταύρος Καλαφάτης αναφέρει ότι τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και το ΠΑΣΟΚ κάνουν απέλπιδες προσπάθειες για να βγουν από την πολιτική αφάνεια και προσπαθούν -όπως το ξανάκαναν- να επενδύσουν στην τοξικότητα και τη λάσπη, να βάλουν σε αμφισβήτηση την πολιτική σταθερότητα, να στήσουν αναχώματα στην ανοδική πορεία της χώρας. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει: «Ξέρουν άλλωστε πως όσο καλύτερα πηγαίνει η χώρα, τόσο περισσότερο παγώνουν τα κομματικά τους συμφέροντα. Και δεν διστάζουν. Πενία τέχνας κατεργάζεται». Ο Σταύρος Καλαφάτης αναφέρεται επίσης στην απόπειρα καπηλείας της τραγωδίας των Τεμπών και γράφει:
Δεν υπάρχει Ελληνίδα ή Έλληνας που να μη συγκλονίστηκε από την τόσο άδικη, την τόσο φρικτή απώλεια συμπολιτών μας -νέων κυρίως παιδιών- την αποφράδα εκείνη νύχτα στις 28 Φεβρουαρίου του 2023. Δυστυχώς, όμως, ενώ δεν έχει χρώμα η ανθρώπινη ευαισθησία, έχει χρώμα -και μάλιστα έντονο- η απόπειρα καπηλείας και τυμβωρυχίας. Και αυτό αποδείχθηκε στην τριήμερη συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε η αντιπολίτευση. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Ο κ. Ανδρουλάκης -πατώντας σ’ ένα δημοσίευμα που δεν έλεγε τίποτα καινούργιο- έσπευσε να ανακοινώσει απόφαση για πρόταση δυσπιστίας. Προσποιήθηκε άγνοια για να ισχυριστεί πως ανακάλυψε συγκάλυψη. Προσποιήθηκε πως δεν ξέρει ότι η Αστυνομία έστειλε στις ανακριτικές Αρχές όλα τα ηχητικά του ΟΣΕ και όχι μόνο τα αποσπάσματα που δημοσιοποιήθηκαν. Επέδειξε ασχετοσύνη για να βγει μπροστά από κάθε ακραία έκφραση λαϊκισμού.
Την ίδια στιγμή, αιχμάλωτος στον διαγκωνισμό για την κατάταξη στην ιεραρχία της αντιπολίτευσης, ο κ. Κασσελάκης (με έναν ΣΥΡΙΖΑ στο 12%) έσπευσε να ζητήσει εθνικές εκλογές, αλλά και να θέσει θέμα διαβλητότητας ζητώντας διεθνείς παρατηρητές για την επιτήρησή τους. Έφτασε στο σημείο να αμφισβητεί το δημοκρατικό κεκτημένο μισού αιώνα, να εμφανίζει τη χώρα σαν τριτοκοσμική και να λειτουργεί σαν υπονομευτής του πολιτεύματος. Και ταυτόχρονα να προτάσσει τον ΣΥΡΙΖΑ στο θέατρο καπηλείας του ανθρώπινου πόνου με τον ισχυρισμό για δήθεν κυβερνητική συγκάλυψη των ευθυνών για την τραγωδία των Τεμπών.
Από πού και ως πού όμως μπορούν να ισχυρίζονται ότι υπάρχει συγκάλυψη: Υπάρχει κάτι που ψάχνει η Δικαιοσύνη και το κρύβει η κυβέρνηση; Υπάρχει κάτι που ζήτησε η Δικαιοσύνη και το αρνήθηκε η κυβέρνηση; Και έπειτα: Πώς μπορούν, ακόμη και βουλευτές, να προβάλλουν ζήτημα βουλευτικής ασυλίας; Δεν γνωρίζουν ότι η βουλευτική ασυλία αφορά την έκφραση γνώμης, την ψήφο, την πολιτική δραστηριότητα κάθε βουλευτή και δεν αφορά τη συγκεκριμένη υπόθεση; Δεν γνωρίζουν ότι εφόσον η Δικαιοσύνη εντοπίσει εμπλοκή υπουργού σε μια υπόθεση οφείλει να στείλει αμελητί τον φάκελο στη Βουλή; Δεν γνωρίζουν ότι μπορούν -αν έχουν στοιχεία- να καταθέσουν προσωποποιημένο κατηγορητήριο στη Βουλή;
Προφανώς το ξέρουν, αλλά δεν το κάνουν. Και δεν το κάνουν γιατί πρέπει πρώτα να πάρουν ξεκάθαρη θέση: Υπάρχουν ποινικές ευθύνες εξαιτίας της καθυστέρησης στην υλοποίηση μιας σύμβασης για τον ΟΣΕ; Υπάρχει ποινική ευθύνη για ανθρωποκτονία επειδή δεν εγκαταστάθηκε πριν την τραγωδία στο Μάτι το 112; Έχουν ποινικές ευθύνες οι υπουργοί όταν συμβαίνει δυστύχημα σε δρόμο που μπορούσε να είναι, αλλά δεν είναι ασφαλέστερος; Έχουν ποινικές ευθύνες οι υπουργοί για τους νεκρούς σε τροχαία δυστυχήματα, επειδή δεν ολοκληρώθηκαν τα έργα στους αυτοκινητόδρομους;
Το συμπέρασμα είναι ξεκάθαρο: Στην απέλπιδα προσπάθειά τους να βγουν από την πολιτική αφάνεια, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ προσπαθούν -όπως το ξανάκαναν- να επενδύσουν στην τοξικότητα και τη λάσπη, να βάλουν σε αμφισβήτηση την πολιτική σταθερότητα, να στήσουν αναχώματα στην ανοδική πορεία της χώρας. Ξέρουν άλλωστε πως όσο καλύτερα πηγαίνει η χώρα, τόσο περισσότερο παγώνουν τα κομματικά τους συμφέροντα. Και δεν διστάζουν. Πενία τέχνας κατεργάζεται.
Η δική μας θέση είναι ξεκάθαρη: Από την πρώτη στιγμή, συγκροτήσαμε ειδική επιτροπή από εμπειρογνώμονες, η οποία σε πολύ σύντομο χρόνο παρέδωσε το πόρισμά της. Από την πρώτη στιγμή ζητήσαμε την απόλυτη προτεραιοποίηση της έρευνας. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, η κυβέρνηση και η Κοινοβουλευτική μας Ομάδα εμπιστευόμαστε τη Δικαιοσύνη και διευκολύνουμε σε ό,τι μας αφορά το έργο της. Υπερασπιζόμαστε το κράτος Δικαίου και τολμούμε τη σύγκριση με τα έργα και τις ημέρες αυτών που τώρα παριστάνουν τους κατήγορους. Συνεχίζουμε παράλληλα τις πολιτικές, τις μεταρρυθμίσεις και τις παρεμβάσεις που πάνε την Ελλάδα πιο ψηλά, που αντιμετωπίζουν χρόνιες παθογένειες και σύγχρονες προκλήσεις, που βελτιώνουν την καθημερινότητα κάθε πολίτη.