«Φέραμε μια σημαντική μεταρρύθμιση, το πράσινο τιμολόγιο, το οποίο κινητοποιεί τον ανταγωνισμό» υπογράμμισε, σήμερα (14/12), ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, στο πλαίσιο της συζήτησης του κρατικού προϋπολογισμού για το 2024 στην Ολομέλεια της Βουλής.
Όπως εξήγησε ο κ. Σκυλακάκης, η κινητοποίηση του ανταγωνισμού φαίνεται, ήδη, από τα τιμολόγια που γνωρίζουμε, ότι προτείνουν οι εταιρίες. «Η εικόνα που έχω για την 1η Ιανουαρίου του 2024 είναι, ότι θα έχουμε τιμές καλύτερες ή ίδιες με αυτές του Νοεμβρίου, παρά το γεγονός ότι αποσύρονται οι οριζόντιες επιδοτήσεις», πρόσθεσε.
Ακόμη, επισήμανε για την απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που αφορούν στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πως θα ξεπεράσει το 2023 τα 500 εκατομμύρια ευρώ. «…Έτσι το 2022 και το 2023 θα έχουμε επενδυτικά έναν προϋπολογισμό της τάξεως του 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, χωρισμένο σε πολλά, διαφορετικά προγράμματα», σημείωσε ο κ. Σκυλακάκης.
Αναφερόμενος στις επενδύσεις για την προστασία των δασών είπε πως θα υπερβούν τα 600 εκατομμύρια ευρώ στην επόμενη διετία. Ποσό, που θα προέλθει -μεταξύ άλλων- από το Εθνικό Σχέδιο Αναδάσωσης, το Antinero ΙΙΙ, τα αντιδιαβρωτικά και το νέο σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασών, μέσω επιδότησης της βιομάζας. Μάλιστα, τόνισε πως επί της ουσίας δεκαπλασιάστηκαν οι πόροι που προβλέπονται, πλέον, για την προστασία των δασών.
Για την υπό κατάρτιση μεταρρύθμιση του Υπουργείου όσον αφορά στο νερό, δήλωσε πως στόχος και προϋπόθεση αυτής είναι η σοβαρή αύξηση της αποτελεσματικότητας, έτσι ώστε να έχουμε φθηνό και ποιοτικό νερό.
Ολόκληρη η ομιλία του Θόδωρου Σκυλακάκη
«Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η σημερινή μου παρουσία είναι η πρώτη στην τελευταία τετραετία, όπου δεν εισηγούμαι τον προϋπολογισμό.
Θα μου επιτρέψετε να κάνω μία μικρή αναφορά, μιας που ο προϋπολογισμός του 2023 συζητείται σήμερα, και ήταν ένας προϋπολογισμός που μαζί με τον αγαπητό συνάδελφο, Χρήστο Σταϊκούρα, κατέθεσα και εγώ στη Βουλή.
Ειδικότερα σε σχέση με τη δημοσιονομική πτυχή του, να ξεκινήσω την τοποθέτησή μου από μία σύντομη αναφορά σε εκείνο τον προϋπολογισμό.
Τί λέγαμε ένα χρόνο πριν, και ακούγαμε διάφορα από την αντιπολίτευση; Λέγαμε ότι θα υπάρξει ένα μικρό πλεόνασμα σε αυτόν τον προϋπολογισμό. Ένα μικρό, πρωτογενές πλεόνασμα, το 2023. Ήταν 0,7%. Τελικά, πετύχαμε πρωτογενές πλεόνασμα σε αυτόν τον προϋπολογισμό 1,1% του ΑΕΠ.
Λέγαμε ότι θα έχουμε μείωση του δημοσίου χρέους και ακούγαμε διάφορα. Θυμάμαι ορισμένοι να επικαλούνται κάποιους υπολογισμούς για το χρέος, ότι το χρέος αυξάνεται, κ.λπ.
Ποια είναι η πραγματικότητα; Το χρέος έπεσε στο 160% του ΑΕΠ, 20 μονάδες κάτω από αυτό που παραλάβαμε. Και αυτό, έγινε σε μία τετραετία, κατά την οποία η χώρα αντιμετώπισε τρεις πολύ μεγάλες κρίσεις -ταυτόχρονα ή παράλληλα, οι οποίες είχαν πολύ βαριές δημοσιονομικές επιπτώσεις.
Δηλαδή, μειώσαμε το χρέος, ενώ ταυτόχρονα είχαμε τον Covid, με τεράστια δημοσιονομική επιβάρυνση, πρωτοφανή. Είχαμε τα προβλήματα στις σχέσεις με τη γείτονα χώρα, με επίσης τεράστια δημοσιονομική επιβάρυνση, διότι έπρεπε να κάνουμε τους αναγκαίους εξοπλισμούς. Είχαμε και την ενεργειακή κρίση, με πολύ μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση, η οποία επιβάρυνε ευθέως και το ΑΕΠ, γιατί η ενεργειακή κρίση σήμαινε ότι πήραμε όλοι μαζί χρήματα και δώσαμε τουλάχιστον 7 δισ. ευρώ “ζεστό χρήμα” σε αυτούς στο εξωτερικό που ήταν παραγωγοί φυσικού αερίου και πετρελαίου, στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης.
Και παρόλα αυτά, δεν είχαμε μείωση του ΑΕΠ και σήμερα έχουμε πλέον επενδυτική βαθμίδα, παρ’ όλες αυτές τις κρίσεις. Και είμαστε 50 βαθμούς βάσης κάτω από την Ιταλία στα ομόλογά μας και λίγο πάνω από την Ισπανία. Και από χώρες, που είναι της βαριάς δημοσιονομικής πειθαρχίας, όπως η Φινλανδία, έχουμε μία διαφορά στο επιτόκιο δανεισμού 0,6%, δηλαδή 2,7% είναι στην Φινλανδία και 3,3% στην Ελλάδα. Αυτά, για να έχουμε μία πραγματική εικόνα του τί συνέβη στον προϋπολογισμό της χώρας.
Επίσης, στον ίδιο προϋπολογισμό του 2024 φέραμε -και αυτό συνδέει τα δύο Υπουργεία- τον πράσινο προϋπολογισμό. Και για πρώτη φορά υπάρχει μία συστηματική καταγραφή της περιβαλλοντικής διάστασης του προϋπολογισμού όλων των Υπουργείων.
Πάμε τώρα στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Εδώ, θα πρέπει να ενημερώσω την εθνική Αντιπροσωπεία, πως σε ότι αφορά στην απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, με την πάγια συντηρητικότητά του, έβαλε 170 εκατομμύρια για το Υπουργείο για το 2023, η τελική απορρόφηση θα ξεπεράσει τα 500 εκατομμύρια.
Και έτσι, το 2022 και το 2023 θα έχουμε επενδυτικά έναν προϋπολογισμό της τάξεως του 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ, χωρισμένο σε πολλά, διαφορετικά προγράμματα.
Η βασική επιβάρυνση που είχαμε το 2022 στον προϋπολογισμό, από την πλευρά του Υπουργείου, ήταν οι τιμές του ρεύματος. Το 2023 το Υπουργείο ήταν σχετικά ουδέτερο δημοσιονομικά. Δηλαδή κάλυψε τις επιδοτήσεις, που δόθηκαν μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, που δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό, και αντίθετα πήραμε και ένα ποσό, το οποίο χρησιμοποιήσαμε από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης και βοηθήσαμε τον κρατικό προϋπολογισμό, διότι το επίδομα θέρμανσης πληρώθηκε φέτος από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.
Το 2024 πάλι δεν θα υπάρξει επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά θα υπάρξει το τέλος των οριζόντιων επιδοτήσεων. Θα μου πείτε τελειώνουν οι επιδοτήσεις, αυξάνονται οι τιμές;
Η απάντηση που δίνει η αγορά και η ζωή είναι η αντίθετη. Αυτή τη στιγμή, η εικόνα που έχω για την 1η Ιανουαρίου του 2024 είναι ότι θα έχουμε τιμές καλύτερες ή ίδιες με αυτές του Νοεμβρίου, παρά το γεγονός ότι αποσύρονται οι οριζόντιες επιδοτήσεις.
Αυτό συμβαίνει, γιατί το Υπουργείο έφερε μια σημαντική μεταρρύθμιση, που είναι το πράσινο τιμολόγιο, το οποίο κινητοποιεί τον ανταγωνισμό και η κινητοποίηση του ανταγωνισμού φαίνεται, ήδη, από τα τιμολόγια που, ήδη, γνωρίζουμε, ότι προτείνουν οι εταιρίες, καθώς και οι τιμές του φυσικού αερίου μπαίνουν σε πιο φυσιολογικά επίπεδα.
Ταυτόχρονα, στο πρώτο τρίμηνο του έτους, αυτοί που -κατά κύριο- λόγο επιβαρύνονται, από πλευράς ηλεκτρικής θέρμανσης, που είναι 1,2 εκατομμύρια νοικοκυριά -αν βγάλουμε έξω τα κοινωνικά τιμολόγια, όπου παραμένουν οι επιδοτήσεις- θα δουν πολύ χαμηλότερες τιμές από πέρσι, που υπήρχαν οι οριζόντιες επιδοτήσεις. Κι αυτό, διότι από τις τιμές που θα διαμορφωθούν το πρώτο τρίμηνο -που σας λέω ότι θα είναι χαμηλότερες από αυτές που έχουμε σήμερα και από αυτές που είχαμε πέρσι την ίδια εποχή- από αυτές τις τιμές, λοιπόν, θα αφαιρεθεί ένα ποσό, από 50 έως 480 ευρώ, από τους λογαριασμούς τους του πρώτου τριμήνου.
Συνεπώς, οι άνθρωποι που θερμαίνονται ηλεκτρικά και που είναι κατεξοχήν ευάλωτοι, για την επόμενη θερμαντική περίοδο, που είναι οι τρεις μήνες κατά κύριο λόγο του χειμώνα (Ιανουάριος, Φεβρουάριος, Μάρτιος), θα έχουν τιμές που θα αντιστοιχούν με τις προ κρίσης και προ πληθωρισμού τιμές.
Πηγαίνω τώρα στα άλλα μεγάλα πεδία του Υπουργείου, που συνδέονται και με τον τρέχοντα προϋπολογισμό, καθώς ο χρόνος μου είναι περιορισμένος.
Ξεκινώ από τη χωροταξία, όπου εισάγουμε μία νέα λογική, αυτή του περιβαλλοντικού χωροταξικού και πολεοδομικού ισοδυνάμου. Και η φιλοσοφία αυτή θα μας επιτρέψει να έχουμε νέους πόρους, που θα ενισχύσουν την ποιότητα ζωής και την ορθολογική δόμηση σε όλη τη χώρα.
Ποια είναι η λογική του ισοδυνάμου; Ότι όταν κάνεις κάτι που επιβαρύνει δυσανάλογα τη χωροταξία ή το περιβάλλον, πρέπει ταυτόχρονα να πληρώνεις πόρους. Για παράδειγμα στην εκτός σχεδίου δόμηση που έχει δυσανάλογη αρνητική επίπτωση στη χωροταξία της χώρας, θα υπάρχει μία πρόσθετη πληρωμή πόρων, που θα κατευθύνονται, όμως, όχι σε κάποιο απρόσωπο μηχανισμό, αλλά σε έναν ειδικό λογαριασμό, που θα μπορεί να ξοδεύεται μόνο εντός του Δήμου, στον οποίον πραγματοποιείται αυτή η εκτός σχεδίου δόμηση.
Αυτή είναι μία πολύ σημαντική μεταρρύθμιση, που θα μας επιτρέψει να έχουμε καινούριους πόρους για έργα, που θα είναι στοχευμένα στο να μειώνουν την περιβαλλοντική και χωροταξική επιβάρυνση, είτε αυτοί οι πόροι είτε οι πόροι από αυθαίρετη δόμηση του παρελθόντος κ.λπ.
Πάω στον άλλο τομέα, που είναι πολύ μεγάλη η παρέμβασή μας, στα δάση. Στα επόμενα δύο χρόνια -βάζω δύο χρόνια, γιατί στην ουσία είναι και πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίοι έχουν αυτόν το χρονικό ορίζοντα και δεν μπορεί εύκολα κανείς να πει, πόσο θα είναι τον ένα χρόνο και πόσο τον άλλο- θα έχουμε, αθροιστικά, επενδύσεις στα δάση, που θα ξεπεράσουν τα 600 εκατομμύρια ευρώ. Αυτά, θα προέλθουν από το Εθνικό Σχέδιο Αναδάσωσης, από το Antinero ΙΙΙ, από τα αντιδιαβρωτικά, που έχουμε εξασφαλίσει για να προστατεύσουμε ακριβώς τα δάση, που υπέστησαν καταστροφές και από το νέο σύστημα ολοκληρωμένης διαχείρισης των δασών, μέσω επιδότησης βιομάζας.
Αυτό το ποσό, 300 εκατομμύρια το χρόνο, που αφορά αποκλειστικά στην προστασία των δασών, δεν το έχουν δει τα δάση της Ελλάδας ποτέ!
Για να καταλάβετε τα ποσά που δίναμε μέχρι το 2019 - 2020, βάζω και τα πρώτα χρόνια τα δικά μας, για να είμαι απολύτως έντιμος, ήταν της τάξεως των 30 εκατομμυρίων.
Μιλάμε, λοιπόν, για δεκαπλασιασμό των πόρων που πηγαίνουν για την προστασία των δασών, των επενδυτικών πόρων, γιατί το 2024 θα έχουμε και τις 500 προσλήψεις μονίμων για πρώτη φορά και 1.200 εποχικές προσλήψεις ακόμη.
Και τελειώνω με μία πολύ σύντομη αναφορά στο νερό. Ο στόχος είναι στο νερό να επενδύσουμε πόρους στη μεταρρύθμιση των φορέων παροχής πόσιμου νερού εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης, που υπάρχει η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ.
Εκεί, έχουμε ένα πρόβλημα, το οποίο προϋπήρχε, πολλών φορέων, που είχαν συσσωρεύσει υποχρεώσεις. Έγινε χειρότερο στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης, αλλά όχι για όλους. Έχουμε φορείς, οι οποίοι παρά το γεγονός ότι και αυτοί είχαν ενεργειακό κόστος είναι απολύτως υγιείς και φορείς που έχουν μεγάλα ληξιπρόθεσμα χρέη.
Εκεί, λοιπόν, πάμε να κάνουμε μία μεταρρύθμιση, να επενδύσουμε σε αυτήν σημαντικούς πόρους, με στόχο και προϋπόθεση, τη σοβαρή αύξηση της αποτελεσματικότητας, έτσι ώστε να έχουμε φθηνό και ποιοτικό νερό, “να μην κλείνουμε το μάτι” στους κάθε είδους κακοπληρωτές. Kαι να έχουμε ελαχιστοποίηση βλαβών και απωλειών νερού και ταχύτατη διόρθωση των βλαβών.
Αυτές οι προϋποθέσεις και οι δείκτες αποτελεσματικότητας των προϋποθέσεων είναι οι όροι για να κάνουμε αυτή τη σοβαρή, δημοσιονομική επένδυση, το 2024 στο χώρο του νερού.
Το πώς θα γίνει θα το συζητήσουμε προφανώς με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, εξαντλητικά. Στο τέλος, όμως, είναι απαράβατος ο όρος του φθηνού και ποιοτικού νερού και της εισπραξιμότητας, της μείωσης απωλειών για να γίνει και να πετύχει αυτή η επένδυση.
Για την κυβέρνησή μας, η πορεία μέχρι τώρα ήταν πολύ δύσκολη. Έπρεπε να αντιμετωπίσουμε πολύ μεγάλα προβλήματα, σε πάρα πολλά επίπεδα. Τα προβλήματα κάποια από αυτά είναι ήδη πίσω μας, γιατί αντιμετωπίσαμε με επιτυχία τις μεγάλες κρίσεις. Κάποια, όμως, είναι μπροστά μας και απαιτούν σοβαρές μεταρρυθμίσεις, σε πολλαπλά επίπεδα.
Η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να προχωρήσει αυτές τις μεταρρυθμίσεις και ζητά γι’ αυτό και την έγκριση της εθνικής αντιπροσωπείας για τον προϋπολογισμό του 2024».