«Η οικονομική πολιτική της ΝΔ πέτυχε εκ του αποτελέσματος, διότι έδωσε κίνητρα, σε αντίθεση με την πολιτική της υπερφορολόγησης του ΣΥΡΙΖΑ» ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια των δύο νομοσχεδίων για τις Κυρώσεις του Απολογισμού και του Ισολογισμού του Κράτους, καθώς και των λοιπών Χρηματοοικονομικών Καταστάσεων της Κεντρικής Διοίκησης του έτους 2020.

Ο αναπληρωτής υπουργός υπογράμμισε ότι «υπάρχει επενδυτική άνθιση, που θα μας κρατήσει το 2023 μακριά από την ύφεση και θα μας δώσει, κυριολεκτικά, εξαιρετική δυναμική από το 2024 και μετά». Τόνισε πως «η συρρίκνωση τελείωσε. Η χώρα σηκώνει κεφάλι, παρά τις θύελλες που αντιμετωπίζει και θα πάει πολύ καλύτερα τα επόμενα χρόνια».

«Μπορεί καθένας να είναι αισιόδοξος για την οικονομική πορεία της χώρας και αυτή δεν βασίζεται, όπως συνέβη στο παρελθόν, σε πλασματικά στοιχεία ή αδυναμίες, αλλά στην αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου που, ήδη, συντελείται. Μεταβαίνουμε από την εσωστρέφεια στην εξωστρέφεια, γι’ αυτό και έχουμε ρεκόρ εξαγωγών και τουρισμού φέτος. Στηρίζεται στην σταδιακή μετάβαση της παραοικονομίας από το ”γκρίζο” στο ”άσπρο”, όπως καταγράφεται στη συνεχή αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και προπαντός στην αύξηση της παραγωγικότητας» σημείωσε ο κ. Σκυλακάκης.

Αποτιμώντας τα οικονομικά στοιχεία του 2020, ο αναπληρωτής υπουργός ανέφερε ότι ήταν μια από τις πιο κρίσιμες χρονιές των τελευταίων δεκαετιών. Η κυβέρνηση αυτή, επισήμανε, τα τελευταία τρία χρόνια ήρθε αντιμέτωπη με τρεις εξωγενείς, μεγάλες κρίσεις, την υγειονομική, την αντιμετώπιση της ακραίας συμπεριφοράς από την Τουρκία και στη συνέχεια μια ενεργειακή κρίση- πληθωριστική κρίση, απότοκο των προβλημάτων στις αλυσίδες προσφοράς λόγω πανδημίας και προπαντός του πολέμου στην Ουκρανία.

Αναφερόμενος στο δημόσιο χρέος είπε πως το 2020 κάναμε πράγματι έναν μεγάλο δανεισμό, που ήταν αναγκαίος, αλλά σε συνδυασμό με την πρωτοφανή ανάπτυξη που σημειώνουμε φέτος, έχουμε σήμερα μείωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ (δείκτης που ισχύει με βάση τη συνθήκη του Μάαστριχτ και κρίνει τη βιωσιμότητα του χρέους της χώρας). «Ήταν στο 186,4% το 2018, φέτος θα είναι στο 169,1% και με βάση το προσχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2023 θα πέσει στο 161,6% του ΑΕΠ. Η μείωση του δημοσίου χρέους δεν προήλθε από την πίεση και τη φορολογική εξόντωση των εισοδημάτων, όπως επί ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από την ανάπτυξη. Το 2021 πετύχαμε ανάκαμψη 8,4%, παρά την πτώση του τουρισμού, είχαμε μείωση της ανεργίας και όχι λουκέτα. Και όλα αυτά γίνονται, ενώ παράλληλα προβλέπεται επάνοδος στα πρωτογενή πλεονάσματα το 2023, ενώ στο Προσχέδιο έχουμε νέες μειώσεις φόρων και σημαντική βοήθεια στις συντάξεις».

Όπως παρατήρησε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, οι μόνιμες μειώσεις των φόρων ήταν πολύ μεγάλες και το δημοσιονομικό αποτύπωμα μπορεί να είχε μεγάλο έλλειμμα το 2020 και το 2021, αλλά φέτος το πρωτογενές έλλειμμα θα κλείσει κάτω από το 1,7% και του χρόνου θα πάμε σε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 0,7%. «Ταυτόχρονα, φέτος, ξεπεράσαμε τα 210 δισ. ευρώ σε ΑΕΠ, με την Κομισιόν να προβλέπει ανάπτυξη κοντά στο 6%, διπλάσια από το μέσο όρο της ΕΕ, όπως επίσης εκτιμά ότι αξιόλογα μεγαλύτερη του μέσου όρου της ΕΕ θα είναι η ανάπτυξη της Ελλάδας και το 2023 και το 2024».

Τέλος, ο κ. Σκυλακάκης τόνισε ότι, σε αντίθεση με την Ευρώπη, είχαμε αύξηση 30% των επενδύσεων, διότι δώσαμε κίνητρα στην οικονομία και δεν προβήκαμε σε υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων. Σημείωσε, μάλιστα, πως αυτό επιτεύχθηκε χωρίς τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, που έχουμε μπροστά μας και θα κινητοποιήσουν περίπου 60 δισ. ευρώ νέων επενδύσεων.