Ολοκληρώθηκε στις 19:00, ενώ είχε ξεκινήσει στις 18:00 η συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στη Νέα Υόρκη και συγκεκριμένα, στο «Σπίτι της Τουρκίας», όπου βρίσκεται η βάση της τουρκικής διπλωματίας στον ΟΗΕ, κάτι που σημαίνει ότι το τετ α τετ των ηγετών των δύο χωρών, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, διήρκεσε μία ώρα.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός μετά το πέρας της συνάντησής του με τον Τούρκο πρόεδρο, προχώρησε σε δηλώσεις, αναφέροντας: «Είχαμε μία παραγωγική συζήτηση με τον πρόεδρο Ερντογάν παρουσία των Υπουργών Εξωτερικών και των Διπλωματικών μας Συμβούλων». 

Επεσήμανε ότι συμφώνησαν να συνεχιστούν οι προσπάθειες να εμβαθύνει το καλό κλίμα που χαρακτηρίζει τον τελευταίο καιρό τις ελληνοτουρκικές σχέσει: «Συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε ώστε να εμβαθύνουμε το θετικό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το οποίο έχει εγκαθιδρυθεί τους τελευταίους μήνες, και προσδιορίσαμε με σαφήνεια το επίπεδο των επαφών και των συναντήσεων για το επόμενο διάστημα σε επίπεδο πολιτικού διαλόγου, Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, αλλά και προώθησης της θετικής ατζέντας. Συμφωνήσαμε, επίσης, το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας να διεξαχθεί στις 7 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη».

«Ταυτόχρονα, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και για μια σειρά από κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δύο χώρες μας. Να σταθώ ενδεικτικά στο πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης, όπου πιστεύω ότι είναι απαραίτητη η συνεργασία της Τουρκίας προκειμένου να μειωθούν στο ελάχιστο οι μεταναστευτικές ροές», πρόσθεσε. 

Οι ηγέτες των δύο χωρών, σύμφωνα με τον Έλληνα πρωθυπουργό, μίλησαν και για ζητήματα που αντιμετωπίζουν η Ελλάδα και η Τουρκία, όπως η κλιματική κρίση: «Αλλά, φυσικά, συζητήσαμε και τα ζητήματα και τις μεγάλες προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, καθώς Ελλάδα και Τουρκία είναι δύο μεσογειακές χώρες, οι οποίες και αυτό το καλοκαίρι βρέθηκαν αντιμέτωπες με σημαντικές φυσικές καταστροφές, προϊόν της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της κλιματικής κρίσης, η οποία είναι ήδη εδώ μαζί μας».

Ο κ. Μητσοτάκης, κατέληξε, στο τέλος, εκφράζοντας την πεποίθησή του να διερευνηθεί περαιτέρω η συνεργασία ανάμεσα στις δύο γειτονικές χώρες: «Πιστεύω ότι και αυτό το πεδίο συνεργασίας μπορεί να διερευνηθεί περισσότερο, έτσι ώστε να τύχει αντικείμενο και κάποιων συγκεκριμένων συμφωνιών, οι οποίες θα υπογραφούν στα πλαίσια του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, τον Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη».

Επιβεβαίωση της θετικής ατμόσφαιρας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας από τους δύο ηγέτες 

Στο ίδιο κλίμα ήταν και σχετική ανακοίνωση που εκδόθηκε μετά τη συνάντηση μεταξύ Μητσοτάκη και Ερντογάν. Όπως αναφερόταν, οι δύο ηγέτες επιβεβαίωσαν τη θετική ατμόσφαιρα στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας και την ισχυρή βούλησή τους να διατηρηθεί, ενώ αντάλλαξαν, ακόμα, και απόψεις για περιφερειακά και διεθνή ζητήματα, όπως και για την κλιματική κρίση και τις επιπτώσεις της, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μεσογείου, καθώς οι δύο χώρες βίωσαν πρόσφατα σοβαρές φυσικές καταστροφές και συμφώνησαν ότι η ενίσχυση της συνεργασίας στην Πολιτική Προστασία αποτελεί προτεραιότητα.

Επίσης, συμφώνησαν στον οδικό χάρτη των επαφών των δύο χωρών, όπως αυτός καθορίστηκε στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στις 5 Σεπτεμβρίου και περιλαμβάνει μία σειρά από μελλοντικές συναντήσεις, όπως στα μέσα Οκτωβρίου των αρμόδιων για τον πολιτικό διάλογο και τη θετική ατζέντα υφυπουργών Εξωτερικών και εντός του Νοεμβρίου για τα μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και τέλος, τη συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας στις 7 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη.

Συμφώνησαν ακόμη να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος, αναγνωρίζοντας ότι αποτελεί κοινή πρόκληση. Από πλευράς τους, οι υπουργοί Εξωτερικών θα συνεχίσουν τη συνεργασία και τον συντονισμό για να προωθήσουν τον συμφωνημένο οδικό χάρτη.

Ποιοι συμμετείχαν και ο πρώτος διάλογος

Επιπλέον, η ανακοίνωση επιβεβαίωσε πως στη συνάντηση συμμετείχαν, επίσης, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης και η επικεφαλής του διπλωματικού του γραφείου του πρωθυπουργού, Άννα Μαρία Μπούρα. Από την τουρκική πλευρά ήταν παρόντες μεταξύ άλλων ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν και ο διπλωματικός σύμβουλος του προέδρου της Τουρκίας Ακίφ Τσαγατάι Κιλίτς. 

Αξίζει να αναφερθεί ότι πριν ξεκινήσουν τη συνάντησή τους οι ηγέτες των δύο χωρών αντάλλαξαν χαμογελαστοί χειραψίες μπροστά στις κάμερες και συζήτησαν για τις διαδικαστικές λεπτομέρειες κατά τη διάρκεια της συνάντησης. Συγκεκριμένα, ο κ. Μητσοτάκης ερωτήθη από τους συνεργάτες του Τούρκου προέδρου για τον τρόπο που θα προτιμούσε να γίνει η διερμηνεία στη σημερινή συνάντηση, με τον Έλληνα πρωθυπουργό να απαντάει να επαναληφθεί η διαδικασία που είχε ακολουθηθεί και στην προηγούμενη συνάντηση των δύο πολιτικών αρχηγών, στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, τον Ιούλιο, στο Βίλνιους. 

«Δεν χρειάζεται να είμαστε επιθετικοί ο ένας προς τον άλλον»

Νωρίτερα σε συνέντευξή του στο CNN ο Έλληνας πρωθυπουργός και λίγο πριν την κρίσιμη συνάντησή του με τον Τούρκο πρόεδρο στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εξήγησε: «Είναι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε εδώ και πολλά χρόνια. Έχουμε διαφορές εδώ και χρόνια, όπως για παράδειγμα οι θαλάσσιες ζώνες στο Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος. Δεν είναι εύκολο να λυθούν αυτά τα πράγματα, αλλιώς θα είχαν επιλυθεί εδώ και καιρό».

«Ακόμα και αν συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε σε συγκεκριμένα θέματα που έχουν να κάνουν με την εδαφική κυριαρχία μπορούμε να αφήσουμε την πόρτα ανοικτή και αυτό θα επιδιώξω στην συνάντησή μου με τον Ερντογάν», είπε χαρακτηριστικά ο Έλληνας πρωθυπουργός και επεσήμανε πως «δεν χρειάζεται να είμαστε επιθετικοί ο ένας προς τον άλλον και να σπρώχνουμε τις χώρες μας σε ένοπλη σύγκρουση».

Ακόμα, πρόσθεσε, πως η σημερινή συνάντηση θα είναι η δεύτερη ανάμεσα στους ηγέτες των δύο χωρών: «Θα είναι η δεύτερη μας συνάντηση από τότε που επανεκλεγήκαμε με ισχυρή εντολή και προσδοκώ να οικοδομήσουμε πάνω στο θετικό momentum που έχει δημιουργηθεί στη σχέση μεταξύ των δύο χωρών. Έχουμε μακρές διαφορές, αλλά θα προσπαθήσουμε να τις επιλύσουμε με γνώμονα το διεθνές δίκαιο και ειδικά το διεθνές δίκαιο της θάλασσας, τον μόνο τρόπο που είναι διαθέσιμος».