Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη οι πρώην κουκουλοφόροι μάρτυρες της Novartis, Φιλίστωρ Δεστεμπασίδης και Μαρία Μαραγγέλη. Με fast track διαδικασίες, ένεκα του κινδύνου παραγραφής των αδικημάτων που έχουν διαπράξει, θα κληθούν ως ύποπτοι για την τέλεση αξιόποινων πράξεων, όπως αυτές περιγράφονται στις 21 πολυσέλιδες μηνύσεις που έχουν υποβάλει σε βάρος τους οι δέκα πολιτικοί που επί επτά χρόνια κατασυκοφαντήθηκαν από δύο πρώην «προστατευόμενους» μάρτυρες που, σύμφωνα με το σκεπτικό της Οικονομικής Εισαγγελίας Αθηνών, εντέλει ήταν «αναξιόπιστοι» και η μαρτυρία τους «μη ουσιώδης».

Γράφει η Άννα Βλαχοπαναγιώτη

Ηδη, η Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας αυτεπάγγελτα ανέσυρε τις μηνύσεις από το αρχείο και οι δύο εισαγγελείς που ανέλαβαν τη διερεύνηση των όσων καταγγέλλονται σε αυτές τις «ξεσκονίζουν» προκειμένου να οδηγήσουν όσο το δυνατόν συντομότερα τους υπαίτιους για τη «λάσπη» και τη δικαστική ταλαιπωρία τόσων ανθρώπων, Δεστεμπασίδη και Μαραγγέλη, ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Το κρίσιμο ζήτημα βεβαίως είναι αν στις ανωμοτί εξηγήσεις που θα κληθούν να δώσουν στους δύο εισαγγελικούς λειτουργούς θα κατονομάσουν τους ενορχηστρωτές, τους ηθικούς αυτουργούς της σκευωρίας σε βάρος των πολιτικών προσώπων, δηλαδή τους ανθρώπους που «κρύφτηκαν» πίσω από τους πρόθυμους εκτελεστές του σχεδίου πολιτικής εξόντωσης δέκα νυν και πρώην μελών της κυβέρνησης, του κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα και άλλων πολιτικών, ή θα ακολουθήσουν τον δρόμο της σιωπής, απλώνοντας πέπλο προστασίας σε όσους εξύφαναν ένα ανύπαρκτο πολιτικό σκάνδαλο, εκμεταλλευόμενοι την εμπλοκή του ελβετικού φαρμακευτικού κολοσσού σε υπόθεση δωροδοκίας γιατρών και αξιωματούχων στις ΗΠΑ.

Ο μεγαλύτερος εχθρός αυτήν τη στιγμή για την ελληνική Δικαιοσύνη είναι ο χρόνος, καθώς το χρονικό πλαίσιο για την αναζήτηση και την απόδοση ευθυνών στους πρώην κουκουλοφόρους μάρτυρες είναι ιδιαιτέρως ασφυκτικά: τον Νοέμβριο του 2025 συμπληρώνεται η οκταετία και επέρχεται παραγραφή για τις πρώτες μηνυόμενες πράξεις και τον Φεβρουάριο του 2026 και για τις τελευταίες σε βάρος των «Μάξιμου Σαράφη» και «Αικατερίνης Κελέση».

Κατά συνέπεια, οι δύο εισαγγελείς, επιφορτισμένοι με την πολύ σοβαρή υπόθεση, καλούνται να κάνουν έναν πραγματικό αγώνα δρόμου και μέσα στον επόμενο χρόνο να έχουν λάβει εξηγήσεις, ασκήσει ποινικές διώξεις κατά του Φιλίστορα Δεστεμπασίδη και της Μαρίας Μαραγγέλη και εν συνεχεία οι δικαστές να τους έχουν οδηγήσει σε ποινική δίκη και να έχουν εκδώσει τελεσίδικη απόφαση, δηλαδή και στους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας.

Το σκεπτικό για την άρση της κουκούλας και οι αγωγές των θυμάτων

Καταπέλτης υπήρξε η εισαγγελέας Εφετών Παναγιώτα Φάκου, η οποία ερεύνησε τις προσφυγές για το κατά πόσο υπήρξαν αξιόπιστοι και αποδοτικοί οι προστατευόμενοι μάρτυρες, ως προς τη διερεύνηση του υποτιθέμενου σκανδάλου στην Ελλάδα. Στο πολυσέλιδο σκεπτικό της, η Παναγιώτα Φάκου αποδομεί πλήρως το αφήγημα των «Μάξιμου Σαράφη» και «Αικατερίνης Κελέση», χαρακτηρίζοντάς τους «αναξιόπιστους» και τις μαρτυρίες τους «μη ουσιώδεις».

Σύμφωνα με την έμπειρη εισαγγελική λειτουργό, η αρχειοθέτηση των εννέα δικογραφιών που ενέπλεκαν ισάριθμα πολιτικά πρόσωπα στην υπόθεση και η έκδοση απαλλακτικού βουλεύματος για τον δέκατο, καταδεικνύει ότι «η σχετική με τα πολιτικά πρόσωπα των "Αικατερίνης Κελέση" και "Μάξιμου Σαράφη" να μην κρίνεται αξιόπιστη, η δε συμβολή τους στην έρευνα για την υπ’ αυτών τέλεση των αξιόποινων πράξεων να μην κρίνεται ουσιώδης, ενώ κλονίστηκε και η καλοπιστία τους».

Τα δέκα θύματα της φαιδρής πλεκτάνης του «μηχανισμού Ρασπούτιν» έχουν ήδη προαναγγείλει ότι θα ζητήσουν από την Εισαγγελία της Αθήνας την κατά προτεραιότητα διερεύνηση των μηνύσεών τους κατά του «Μάξιμου Σαράφη» και της «Αικατερίνης Κελέση», αλλά και ότι θα αξιώσουν με αγωγές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για την ηθική βλάβη και την ψυχική οδύνη που υπέστησαν. Τις ποινικές και αστικές ευθύνες που φέρουν οι Φιλίστωρ Δεστεμπασίδης και Μαρία Μαραγγέλη θα ζητήσει, μεταξύ άλλων, και ο Κωνσταντίνος Φρουζής, πρώην ισχυρός άνδρας της Novartis Ελλάς, ο οποίος σε ανακοίνωσή του κάνει λόγο για ηθική δικαίωση.

* Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Μανιφέστο»