Τον Ιούνιο, τέσσερις μήνες πριν από την τουρκική εισβολή στη Συρία, η άφιξη ενός Σύρου στην Κω προκάλεσε συναγερμό στην ΕΥΠ και στους αστυνομικούς του 2ου τμήματος Αντιμετώπισης Διεθνούς Τρομοκρατίας της αστυνομίας. Ο ύποπτος έφτασε με βάρκα από τα τουρκικά παράλια, έχοντας μαζί το ανήλικο παιδί του. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», κατά τον έλεγχο προέκυψαν στοιχεία που τον συνέδεαν με το Ισλαμικό Κράτος. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν φωτογραφίες στο κινητό του τηλέφωνο, στις οποίες φαινόταν να συμμετέχει σε αγριότητες στο πλευρό ισλαμιστών μαχητών.
Για την ιδιαιτερότητα της περίπτωσής του ενημερώθηκε η Υπηρεσία Ασύλου, στην οποία είχε υποβάλει αίτημα. Αρχικά, λόγω ασυνεννοησίας, χαρακτηρίστηκε «ευάλωτος» ως πατέρας μονογονεϊκής οικογένειας, ωστόσο, η αίτησή του τελικά απορρίφθηκε. Πρόσφατα, εις βάρος του σχηματίστηκε δικογραφία για τρομοκρατία και οδηγήθηκε στη φυλακή.
Με αφορμή τις πολεμικές συγκρούσεις στη βόρεια Συρία, ΕΥΠ, Αντιτρομοκρατική και οι αντίστοιχες υπηρεσίες του εξωτερικού έχουν ανεβάσει το επίπεδο συναγερμού. Υπάρχει ανησυχία για το ενδεχόμενο ύποπτοι για τζιχάντ, που ήταν κρατούμενοι στις ελεγχόμενες από Κούρδους φυλακές της Συρίας να επιχειρήσουν μαζικά να ταξιδέψουν στην Ευρώπη μέσω Τουρκίας και Ελλάδας.
Ο Αμερικανός Τζέιμς Τζέφρι, επιτετραμμένος των ΗΠΑ για τη Συρία, ανακοίνωσε τον Αύγουστο ότι 7.000 μαχητές του Ισλαμικού Κράτους κρατούνταν στη βορειοανατολική Συρία, από τις ελεγχόμενες από τους Κούρδους Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις. Από αυτούς υπολογίζεται ότι 1.000 είναι Ευρωπαίοι πολίτες, που τα προηγούμενα χρόνια ταξίδεψαν στη Συρία για να πάρουν μέρος στον «ιερό» πόλεμο του αυτοαποκαλούμενου Χαλιφάτου.
Ελληνας αξιωματούχος, που μίλησε στην «Κ» υπό τον όρο της ανωνυμίας, επιβεβαίωσε ότι «υπάρχει ανησυχία για το ενδεχόμενο επαναπατρισμού των λεγόμενων ξένων μαχητών». Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες σε ΗΠΑ και Ευρώπη «έχουν στοιχεία και παρακολουθούν ποιοι Eυρωπαίοι τζιχαντιστές παραμένουν κρατούμενοι και ποιοι έχουν αποδράσει και ενδέχεται να αποπειραθούν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους».
Σύμφωνα, για παράδειγμα, με πληροφορίες του Διεθνούς Κέντρου για τη Μελέτη του Βίαιου Εξτρεμισμού των ΗΠΑ, την Τετάρτη δύο Βέλγοι «μαχητές» που κρατούνταν σε φυλακή στη βορειοδυτική Συρία απέδρασαν και αναζητούνται. Παρομοίως, δύο Βελγίδες κατάφεραν να διαφύγουν μαζί με τα ανήλικα παιδιά τους από τον καταυλισμό της Aϊν Ισα, όπου παρέμεναν μέχρι πρότινος κρατούμενες μαζί με ακόμα χιλιάδες γυναίκες και παιδιά τζιχαντιστών. Αντίστοιχα, ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών του Κοσόβου Μπέντρι Ελεζί δήλωσε σε ερευνητές, μέλη του δικτύου δημοσιογράφων BIRN ότι 25 γυναίκες και παιδιά από τους καταυλισμούς Αϊν Iσα και Αλ Χαούλ απέδρασαν με σκοπό να επιστρέψουν στο Κόσοβο.
Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες της «Κ», από την 1η Νοεμβρίου στελέχη της Europol ειδικευμένα σε θέματα αντιτρομοκρατίας θα εγκατασταθούν στον Eβρο προκειμένου να διενεργούν ελέγχους υπόπτων για τζιχάντ στις βάσεις δεδομένων της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας. Πρόκειται ουσιαστικά για επέκταση του θεσμού των guest officers που τέθηκε σε ισχύ το καλοκαίρι του 2016 στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, στον απόηχο των αιματηρών επιθέσεων στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες.
Επιπλέον, αστυνομική πηγή αποκάλυψε στην «Κ» ότι τα στελέχη του Κλάδου Αλλοδαπών προχώρησαν σε επικαιροποίηση των «δεικτών επικινδυνότητας» που λαμβάνονται υπόψη κατά την υποδοχή και ταυτοποίηση των μεταναστών και προσφύγων που φτάνουν στη χώρα. Οι πρώτες επαφές και διαπραγματεύσεις για την εγκατάσταση στελεχών της Europol στoν Eβρο είχαν γίνει τον Δεκέμβριο του 2018 ανάμεσα στη Βελγίδα εκτελεστική διευθύντρια της ευρωπαϊκής υπηρεσίας Κάθριν ντε Μπόλε και την, τότε, γενική επιθεωρήτρια Αστυνομίας Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων Ζαχαρούλα Τσιριγώτη.
Απέλαση στο Σουδάν
Από έλεγχο των στοιχείων στις βάσεις δεδομένων της Europol εξάλλου, τα στελέχη της Αντιτρομοκρατικής κατάφεραν προ μηνών να εντοπίσουν στη Χίο έναν ακόμα ύποπτο για τζιχάντ. Ο λόγος για έναν Αιγύπτιο, που μαζί με μια γυναίκα από την Τσετσενία είχαν καταδικαστεί σε φυλάκιση 14 μηνών για τρομοκρατία από δικαστήριο της Αυστρίας. Τα στοιχεία τους καταχωρίστηκαν στις λίστες «ανεπιθύμητων» της Ε.Ε. και μετά την καταδίκη του απελάθηκε στο Σουδάν, τη μόνη χώρα που δέχθηκε να τον υποδεχθεί. Εκείνος, πάντως, δεν πτοήθηκε. Μετά μήνες ταξιδιού, έφτασε στην Τουρκία και στη συνέχεια με βάρκα στη Χίο, όπου και συνελήφθη εκ νέου.
Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Europol για την τρομοκρατία, από την έναρξη του εμφυλίου μέχρι σήμερα, σε Συρία και Ιράκ έχουν ταξιδέψει για να πολεμήσουν στο πλευρό των τζιχαντιστών 5.000 Ευρωπαίοι πολίτες. Οι περισσότεροι είναι Βέλγοι, Γάλλοι, Γερμανοί και Αγγλοι υπήκοοι.
Από αυτούς, στα τέλη του 2018, υπολογιζόταν ότι παρέμεναν στην εμπόλεμη ζώνη λιγότεροι από 2.000. Τις περισσότερες επιστροφές ξένων μαχητών έχουν η Γερμανία και η Μ. Βρετανία (33 έως 45%) και ακολουθούν Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία και Ιταλία, με ποσοστό μεταξύ 20%-30%.
Στην ίδια έκθεση, πάντως, επισημαίνεται ότι ο ρυθμός μετακίνησης των μαχητών από την Ε.Ε. προς τη Μέση Ανατολή και αντίστροφα είναι «πολύ χαμηλός».
Συμφωνία με ΗΠΑ
Για τα στελέχη των ελληνικών υπηρεσιών Ασφάλειας και Πληροφοριών, πάντως, μεγαλύτερη απειλή από το ενδεχόμενο επαναπατρισμού των Ευρωπαίων «μαχητών» συνιστά ο κίνδυνος ριζοσπαστικοποίησης των αλλοδαπών που κρατούνται στις δομές κράτησης και φιλοξενίας της χώρας. Οι κακές συνθήκες διαβίωσης που επικρατούν στους καταυλισμούς, σε συνδυασμό με την αδυναμία των αλλοδαπών να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τις χώρες προορισμού, όπως π.χ. η Γερμανία, είναι πιθανό να ωθήσουν άτομα σε βίαιες ενέργειες στο όνομα της θρησκείας.
Παρόμοια φαινόμενα εξάλλου καταγράφηκαν τους τελευταίους μήνες του 2018 σε φυλακές της Ισπανίας και της Ιταλίας. Τα τελευταία χρόνια η Αντιτρομοκρατική έχει ενεργοποιήσει δίκτυο συλλογής πληροφοριών στα κέντρα κράτησης προκειμένου να προλάβει φαινόμενα ριζοσπαστικοποίησης. Τα ευρήματα και συμπεράσματα αποτυπώνονται σε εβδομαδιαία, άκρως απόρρητη αναφορά.
Με αφορμή, πάντως, την τρέχουσα συγκυρία, η ηγεσία του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη προχωρά σε ενίσχυση με προσωπικό του 2ου τμήματος Αντιμετώπισης Διεθνούς Τρομοκρατίας. Επιπλέον, έπειτα από συναντήσεις Ελλήνων και Αμερικανών αξιωματούχων συμφωνήθηκε να δοθεί στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία πρόσβαση σε επιπλέον βάσεις δεδομένων των ΗΠΑ, στις οποίες υπάρχουν καταχωρισμένα στοιχεία και πληροφορίες για υπόπτους για τρομοκρατία.
Πηγή: kathimerini.gr