Μπορεί η κυβέρνηση να ρίχνει το βάρος στα προβλήματα της καθημερινότητας και στη στήριξη διαφόρων ομάδων και η αντιπολίτευση να επιχειρεί να ασκήσει κριτική με βάση αυτά, εντούτοις δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ένα γεγονός: οι αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους.
Η S&P τη Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, που ήρθε να προστεθεί σε αυτή της Moody’s, επιβεβαιώνοντας τη σωστή πορεία της χώρας προς την ανάπτυξη.
Φυσικά, εδώ έρχεται το ερώτημα τι σημαίνει αυτό για την τσέπη των πολιτών. Αρέσει δεν αρέσει στους θιασώτες της καταστροφολογίας και της ισοπέδωσης, σημαίνει πολλά, αφού μια σταθερή οικονομία είναι αυτή η οποία, κινούμενη σε ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον, δύναται να φέρει νέες θέσεις εργασίας, καλύτερους μισθούς και φυσικά διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.
Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε από πού ξεκίνησε η χώρα το 2019, τις διεθνείς κρίσεις που αντιμετώπισε και κυρίως την προηγούμενη περίοδο της οικονομικής κρίσης που έφτασε σε σημείο εξαθλίωσης αρκετές κοινωνικές ομάδες. Είναι αλήθεια ότι η ακρίβεια «τρώει» τις παρεμβάσεις, τις μειώσεις φόρων –πάνω από 70– και τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού.
Ας σκεφτούμε όμως και το εξής: ποια θα ήταν η κατάσταση σήμερα αν δεν είχε επιτευχθεί μια δημοσιονομική σταθερότητα και αν όλα τα στοιχεία δεν έδειχναν ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί και μάλιστα με ρυθμούς της τάξεως του 2,7%. Ας σκεφτούμε επίσης πώς θα δίνονταν τα επιδόματα, ακόμη και αυτά των ένστολων που ύστερα από χρόνια διεκδικήσεων τώρα γίνονται πραγματικότητα.
Σίγουρα, πάντως, η χώρα δεν έχει καταστραφεί όπως θέλουν να λένε τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Σίγουρα, για παράδειγμα, δεν βιώσαμε το ακριβότερο Πάσχα όλων των εποχών όπως έλεγαν. Οι εικόνες ανά την Ελλάδα και αυτές από τους δρόμους, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια το επιβεβαιώνουν.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο».