Σε ακόμα ένα καυτό μέτωπο που χρήζει άμεσης κυβερνητικής αντιμετώπισης εξελίσσεται για μία ακόμα φορά το θέμα των καταλήψεων. Μία εβδομάδα μετά την επέμβαση των αστυνομικών δυνάμεων στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο έπειτα από αίτηση της πρυτανικής αρχής, οι καταλήψεις επαναλαμβάνονται και συνεχίζονται. Συνοδεύονται, μάλιστα, και από επιθέσεις μαφιόζικου τύπου που μιμούνται τον τρόπο δράσης οργανωμένων ομάδων ακραίας οπαδικής βίας. Ετσι, η ιστορία επαναλαμβάνεται για μία ακόμα φορά, με τις αίθουσες διδασκαλίας να μυρίζουν μπαρούτι...

Γράφει ο Κώστας Δημητράκος

Σε πολλά πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας (Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Πανεπιστήμια Πειραιώς, Πάτρας, Κρήτης, Ιωαννίνων, Πελοποννήσου) η κατάσταση είναι πάνω-κάτω η ίδια. Ο κίνδυνος να χαθεί το εξάμηνο είναι περισσότερο από ορατός, ό,τι και αν σημαίνει αυτό για τους προσωπικούς και οικογενειακούς προγραμματισμούς εκατοντάδων φοιτητών.

Ιδιόκτητα επαναστατικά «γυμναστήρια»

Ισχνές μειοψηφίες επιβάλλουν τις καταλήψεις, δίνοντας την εντύπωση ότι στο ελληνικό πανεπιστήμιο δεν έχει αλλάξει τίποτα τα τελευταία σαράντα χρόνια. Και μάλλον δεν έχει αλλάξει, τουλάχιστον στην ικανότητα ορισμένων να το θεωρούν ως ιδιόκτητο επαναστατικό «γυμναστήριο». Οι επίσημες ανακοινώσεις αναφέρουν ότι «οι φοιτητές κλιμακώνουν τις κινητοποιήσεις τους απέναντι στο νομοσχέδιο που ετοιμάζεται να φέρει η κυβέρνηση στη Βουλή για την ίδρυση μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων».

Φυσικά, σε καμία ανακοίνωση δεν γίνεται λόγος ούτε δίνεται απάντηση στο ερώτημα «πώς γίνεται να διαμαρτύρεσαι κατά των ιδιωτικών πανεπιστημίων κλείνοντας το δημόσιο –δωρεάν– πανεπιστήμιο». Δεν δίνεται απάντηση διότι προφανώς για μία ακόμα φορά συγκεκριμένης πολιτικής προέλευσης και υποστήριξης φοιτητικές παρατάξεις δεν βλέπουν την πραγματικότητα σε ολόκληρο τον κόσμο. Ενα κομμάτι της δικής μας απομονωμένης πραγματικότητας είναι ότι κλείνοντας τα δημόσια πανεπιστήμια για να διαμαρτυρηθείς για την ίδρυση ιδιωτικών –και μάλιστα με τόση βία και χουλιγκανισμό– δεν καταφέρνεις τίποτα περισσότερο από το να τα διαφημίζεις.

Στο μεταξύ, οι βιαιότητες, όπως προαναφέρουμε, συνεχίζονται. Προχθές Τρίτη, ένας φοιτητής στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο δέχθηκε άγρια επίθεση. Ομάδα κουκουλοφόρων με σιδηρογροθιές, στειλιάρια και μαχαίρια, που μπήκαν στα αμφιθέατρα του Ιδρύματος, επιτέθηκαν στον φοιτητή της Σχολής Χημικών Μηχανικών, προκαλώντας του σοβαρές κακώσεις στο κεφάλι, στο πρόσωπο και στην αυχενική χώρα. Σύμφωνα με μαρτυρίες άλλων φοιτητών, την ώρα που τον χτυπούσαν, τον απειλούσαν ότι θα τον σκοτώσουν.

Το περιστατικό έγινε μέσα στην Πολυτεχνειούπολη Ζωγράφου έξω από τη Σχολή Χημικών Μηχανικών έπειτα από την ολοκλήρωση της συνέλευσης των φοιτητών που αποφάσισαν να συνεχιστεί η κατάληψη στη σχολή τους για τρίτη εβδομάδα. Ο φοιτητής γλίτωσε τα χειρότερα, καθώς έσπευσαν να τον βοηθήσουν συμφοιτητές του που τον μετέφεραν και στο νοσοκομείο. Νοσηλεύτηκε για δύο ημέρες, ενώ έως και σήμερα βρίσκεται υπό παρακολούθηση.

«Συγκροτημένο σχέδιο ασφάλειας»

Αυτό το νέο κύμα των καταλήψεων και της ακραίας βίας που το συνοδεύει θέτει και πάλι επί τάπητος το θέμα της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας και όλη τη συζήτηση περί κατάργησής της. Κυβερνητικές πηγές επαναλαμβάνουν: «Το έργο της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας ήταν πάντα επικουρικό και η λειτουργία της συμπληρωματική προς την ΕΛ.ΑΣ. Υπό αυτό το πρίσμα λειτουργεί ο θεσμός και στο εξωτερικό. Εκ των πραγμάτων, έχει κάποιους περιορισμούς στο τι μπορεί να κάνει και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά την Αστυνομία, η οποία μπορεί να επέμβει κανονικά εφόσον χρειαστεί, πάντα σε συνεργασία με τις πανεπιστημιακές αρχές. Τα πανεπιστήμιά μας χρειάζονται ένα συγκροτημένο σχέδιο ασφάλειας. Σε αυτήν τη στόχευση κινείται η Πανεπιστημιακή Αστυνομία».

Ουδείς από την κυβέρνηση αρνείται ότι ο συγκεκριμένος θεσμός αντιμετώπισε ιδιαίτερες δυσκολίες κατά την υλοποίησή του. Ο ίδιος ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, είχε πει τον περασμένο Ιούλιο, μεταξύ άλλων: «Η Πανεπιστημιακή Αστυνομία δεν καταργείται. Εξ αρχής λειτουργούσε επικουρικά και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την ανάγκη να χρειάζεται η παρέμβαση της κανονικής, οπλισμένης, Αστυνομίας. Αυτοί οι άνθρωποι ήδη υπηρετούν σε αστυνομικά τμήματα πέριξ των πανεπιστημίων. Εκεί είναι ήδη οι οργανικές θέσεις τους. Και θα εξακολουθούν να λειτουργούν, να περιπολούν, να έχουν παρουσία στα πανεπιστήμια. Η έκταση, ο τρόπος και σε ποια πανεπιστήμια είναι ένα ζήτημα το οποίο αξιολογείται».

Βάσω Κιντή, Καθηγήτρια ΕΚΠΑ: «Οι φοιτητές λιμνάζουν και καθηλώνονται»

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η χθεσινή ανάρτηση στο Facebook της καθηγήτριας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), Βάσως Κιντή: «Είναι 2024 και τα πανεπιστήμιά μας μαστίζονται ακόμη από παράνομες καταλήψεις που παραγγέλνουν κόμματα και υλοποιούν ισχνές φοιτητικές μειοψηφίες υποστηριζόμενες από ισχνότερες ομάδες καθηγητών, από περιδεείς διοικήσεις που δεν μπορούν να ελέγξουν τι συμβαίνει στα Ιδρύματά τους, από περιστασιακή βία διαφόρων τύπων, η οποία δεν ενοχλεί, από τη ρυπαρότητα της εικόνας τους και από την αδιαφορία για τη μόρφωση των νέων που πασχίζουν να βρεθούν στις αίθουσές τους με μεγάλο κόστος για τις οικογένειές τους».

Και συνεχίζει η καθηγήτρια: «Πενήντα χρόνια από τη Μεταπολίτευση και είμαστε ακόμη στο ίδιο θλιβερό παράδειγμα της καθυστέρησης, όταν όλος ο κόσμος κάνει, όχι βήματα, αλλά άλματα ώστε να προλάβει τις εξελίξεις και να κατακτήσει το μέλλον. Εμείς κρατάμε τους νέους μας ομήρους μειοψηφιών και καθηλωμένων κομμάτων, με κλειστά κτίρια σε έρημες πανεπιστημιουπόλεις. Οι ίδιοι οι φοιτητές δεν αγωνιούν για το μέλλον τους; Δεν σκέφτονται ότι σε ένα παγκοσμιοποιημένο τοπίο θα έχουν να ανταγωνιστούν αποφοίτους απ’ όλον τον κόσμο που τελειώνουν σε τρία και τέσσερα χρόνια όταν αυτοί λιμνάζουν και καθηλώνονται σε μια συνθήκη που επιβάλλουν ελάχιστοι άλλοι ερήμην τους;»

Για να καταλήξει η κυρία Κιντή: «Οι καταλήψεις ξεκίνησαν ενώ το ν/σ δεν έχει ακόμη παρουσιαστεί. Συνεχίζονται στο κενό και θα ενταθούν όταν προκύψει ο νόμος. Στο μεταξύ, όσοι τις κάνουν ή τις υποστηρίζουν, περιμένουν οι διοικήσεις να βολέψουν κάπως την κατάσταση με την εξεταστική, κουτσουρεύοντας τα εξάμηνα, στριμώχνοντας τις εξεταστικές ή επεκτείνοντας την τάχα διδασκαλία μέσα στο καλοκαίρι φτάνοντας στα μέσα Αυγούστου. Ολα αυτά έχουν ξανασυμβεί και μοιραίοι και άβουλοι περιμένουμε την επανάληψή τους. Αυτό το παράδειγμα έχει φτάσει στα όριά του και ελπίζω σύντομα να το αφήσουμε πίσω μας».