«Σύμφωνα με πρόσφατα επιδημιολογικά στοιχεία πάνω από 422 εκατομμύρια άτομα στον κόσμο πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη ενώ η συχνότητα της νόσου έχει συνεχώς αυξανόμενη πορεία. Αυτό οφείλεται κυρίως σε αλλαγές στον τρόπο ζωής, δηλαδή την αύξηση της πρόσληψης θερμίδων και τη μείωση της σωματικής δραστηριότητας. Σήμερα έχουμε αυξήσει την πρόσληψη των θερμίδων σε ημερήσια βάση, λόγω της ποιότητας των τροφών καταναλώνοντας πολλά λιπαρά, ενώ έχουμε περιορίσει τις μετακινήσεις καθώς και τη χειρωνακτική εργασία, με αποτέλεσμα το θετικό ενεργειακό ισοζύγιο να φτάνει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και τις 500 θερμίδες ημερησίως». Αυτά τονίζει στο ΑΠΕ, ο Αθανάσιος Τζιαμούρτας, καθηγητής στο γνωστικό αντικείμενο Βιοχημεία της Άσκησης στο ΤΕΦΑΑ του πανεπιστημίου Θεσσαλίας και πρόεδρος του Τμήματος Διαιτολογίας και Διατροφολογίας του ίδιου πανεπιστημίου.
Το ποσοστό των ατόμων, σύμφωνα με τον ίδιο, που πάσχουν από Σακχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) αγγίζει το 10%. Και εξηγεί:
Τα άτομα με ΣΔ τύπου 2 (ΣΔΤ2) είναι συνήθως παχύσαρκα, κάνουν καθιστική ζωή και δεν ακολουθούν μια σωστή διατροφή. Πριν εμφανιστεί ο ΣΔΤ2 τα άτομα περνούν από μια κατάσταση προδιαβήτη, όπου τα συμπτώματα είναι λιγότερο εμφανή. Η πρόταση για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης και της αποτροπής ή επιβράδυνσης της εμφάνισης του ΣΔΤ2 είναι να τροποποιήσει κάποιος τη διατροφή του, για να χάσει κιλά και να κάνει άσκηση για να ενεργοποιήσει τον μεταβολισμό του σακχάρου. Ο στόχος ενός προγράμματος άσκησης πρέπει να οδηγεί σε μείωση της πιθανότητας εμφάνισης κάποιας συνοσηρότητας με το διαβήτη, να βελτιώνει τα επίπεδα του σακχάρου (καλύτερος γλυκαιμικός έλεγχος), να μειώνει το σωματικό βάρος και να βελτιώνει τη φυσική κατάσταση του ασθενούς”.
Πόση άσκηση είναι όμως αρκετή, τι είδους άσκηση πρέπει να κάνει και τι ώρα πρέπει να την κάνει σε σχέση με τη λήψη φαγητού; Οι τελευταίες οδηγίες της Αμερικανικής Αθλητιατρικής Εταιρείας (American College of Sports Medicine) σύμφωνα με τον επιστήμονα, αναφέρουν πως ένα διαβητικό άτομο πρέπει να κάνει αερόβια άσκηση μεγάλης χρονικής διάρκειας με ρυθμικές δραστηριότητες που χρησιμοποιούν μεγάλες μυϊκές ομάδες 3-7 φορές την εβδομάδα. Στις τελευταίες προτάσεις συστήνεται η άσκηση να είναι συνεχόμενη, ωστόσο κάτω από προϋποθέσεις τα διαβητικά άτομα θα μπορούσαν να κάνουν και έντονη διαλειμματική προπόνηση. Το χρονικό διάστημα μεταξύ των προπονήσεων δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερο των δύο ημερών. Αυτό προτείνεται επειδή η άμεση επίδραση που έχει η άσκηση στον μεταβολισμό του σακχάρου μειώνεται σημαντικά μετά το χρονικό διάστημα των 48 ωρών. Η συνολική διάρκεια της εβδομαδιαίας άσκησης προτείνεται να είναι τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα. Επιπρόσθετα, ένας διαβητικός ασθενής, διευκρινίζει ο κ. Τζιαμούρτας, θα επωφεληθεί πάρα πολύ εάν συνδυάσει την αερόβια άσκηση και με άσκηση αντιστάσεων, κάνοντας προπόνηση δύο μέρες την εβδομάδα σε μη-συνεχόμενες ημέρες. Η προπόνηση μπορεί να περιλαμβάνει ασκήσεις σε μηχανήματα, με ελεύθερα βάρη, λάστιχα γυμναστικής ή και αντίσταση με το βάρος του σώματος. Προτείνεται να πραγματοποιούνται 8-10 ασκήσεις για τους μύες του άνω και κάτω κορμού και 1-3 σετ των 10-15 επαναλήψεων. Προτείνεται ακόμα τα διαβητικά άτομα να κάνουν ασκήσεις ευλυγισίας και ισορροπίας δύο με τρεις φορές την εβδομάδα. Πρέπει να τονιστεί ότι οι ασθενείς με ΣΔ πρέπει να πραγματοποιούν μη-δομημένες δραστηριότητες (π.χ. οικιακή εργασία, δουλειές στον κήπο, διάφορες μικροδουλειές), για να μπορέσει να μειωθεί ο χρόνος ακινησίας, να αυξηθεί η ενεργειακή δαπάνη και να επιτευχθεί ο απώτερος στόχος της μείωσης του σωματικού βάρους.
Τι ώρα σε σχέση με τη λήψη φαγητού μπορεί να κάνει άσκηση ένα διαβητικό άτομο; Μπορεί να την κάνει πριν από ένα γεύμα ή λίγη ώρα μετά το γεύμα; Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν αρκετές εργασίες, σύμφωνα με τον ίδιο, που εξέτασαν την επίδραση της άσκησης στον γλυκαιμικό έλεγχο μετά τη λήψη ενός γεύματος και τα αποτελέσματα είναι παρόμοια με αυτά της επίδρασης που έχει η άσκηση πριν από τη λήψη του γεύματος.
Για να καταλήξει τονίζοντας: «Στο εργαστήριο Βιοχημείας, Φυσιολογίας και Διατροφής της Άσκησης (SmArT Lab) του ΤΕΦΑΑ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας πραγματοποιήσαμε μια εργασία, αξιολογώντας την επίδραση που έχει η άσκηση με αντιστάσεις 45 λεπτά μετά τη λήψη ενός πρωινού γεύματος σε άτομα με προδιαβήτη και μεσογειακή αναιμία. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι συμμετέχοντες πραγματοποίησαν την άσκηση χωρίς να παρουσιάσουν κάποιο πρόβλημα υπογλυκαιμίας, τόσο κατά τη διάρκεια της άσκησης όσο και μία, δύο και 24 ώρες μετά το τέλος της άσκησης. Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται να ενισχύσουν την άποψη που εμφανίζεται τελευταία στη βιβλιογραφία και αναφέρει ότι ένα διαβητικό άτομο μπορεί να επιλέξει τον χρόνο που θα πραγματοποιήσει την άσκησή του κατά τη διάρκεια της ημέρας. Πρέπει ωστόσο να τονιστεί ότι θα πρέπει να υπάρχει ενημέρωση και επικοινωνία μεταξύ του γιατρού, του ειδικού της άσκησης και του ασθενούς, έτσι ώστε να αποφευχθούν τυχόν ανεπιθύμητα αποτελέσματα από τη συμμετοχή ενός διαβητικού ατόμου στην άσκηση».