Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο φέρεται, σύμφωνα με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, να παραδέχθηκε ότι ο αμερικανικός νόμος CAATSA για τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας «δένει τα χέρια» της αμερικανικής κυβέρνησης και δεν της επιτρέπει να υπαναχωρήσει από την υφιστάμενη θέση της. 

Μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο A Haber, ο Χακάν Φιντάν, σε ερώτηση για την προοπτική επιστροφής της Τουρκίας στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35, θύμισε ότι κατά την επίσκεψη του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Λευκό Οίκο στις 25 Σεπτεμβρίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να έχει επισημάνει πως ο νόμος CAATSA «δεν πρέπει να βαραίνει» τις διμερείς σχέσεις και, σύμφωνα με τον Τούρκο ΥΠΕΞ, είχε δώσει σχετική πολιτική κατεύθυνση στην κυβέρνησή του.

Ωστόσο, όπως περιέγραψε ο Φιντάν, ο Μάρκο Ρούμπιο του εξήγησε ότι η ίδια η διατύπωση του νόμου περιορίζει σήμερα την εκτελεστική εξουσία. «Ήμουν γερουσιαστής, ήμουν στην πλευρά που ψήφισε τον νόμο. Τώρα βρίσκομαι στην εκτελεστική εξουσία, στην πλευρά της διοίκησης, ως υπουργός Εξωτερικών. Ο πρόεδρος Τραμπ μου έδωσε εντολή να την υλοποιήσω. Κοιτάζω όμως τώρα το κείμενο και βλέπω ότι γράψαμε έναν νόμο τέτοιο που η διοίκηση δεν μπορεί να μετακινηθεί από τη θέση της», φέρεται να είπε ο Αμερικανός αξιωματούχος, σύμφωνα πάντα με την τουρκική πλευρά.

Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας εμφανίστηκε πάντως αισιόδοξος ότι, όσο διατηρείται ένα κλίμα καλής θέλησης στις σχέσεις Άγκυρας – Ουάσιγκτον, μπορούν να εντοπιστούν εναλλακτικές λύσεις. «Ελπίζω», σημείωσε, «ότι υπάρχουν ορισμένες φόρμουλες γύρω από αυτό το ζήτημα, για τις οποίες έχει εκφράσει τη βούλησή του και ο πρόεδρός μας. Όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, θα ενημερώσουμε την κοινή γνώμη».

Ο Χακάν Φιντάν τόνισε ότι το κρίσιμο στοιχείο είναι πως «η Αμερική, σε αντίθεση με την περίοδο Μπάιντεν, έχει τώρα την πρόθεση να προχωρήσει σε λύση». Όπως είπε, ο «κ. Τραμπ έχει δώσει εντολή για το θέμα, έχει εκφράσει ξεκάθαρα τη βούλησή του. Παρακολουθούμε στενά την υπόθεση […] Ελπίζουμε να την κλείσουμε το συντομότερο δυνατόν».

Στη συνέχεια, ο Τούρκος ΥΠΕΞ αναφέρθηκε στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης της άμυνας SAFE, παραδεχόμενος ότι η πλήρης συμμετοχή της Τουρκίας συναντά εμπόδια λόγω των αντιρρήσεων της Ελλάδας και της Κύπρου, οι οποίες, όπως είπε, πρέπει να δώσουν τη συγκατάθεσή τους. «Παρόλα αυτά», πρόσθεσε, «η αξιοποίηση των υπόλοιπων πόρων –ύψους περίπου 800 δισεκατομμυρίων ευρώ– και, παράλληλα, η συνεχής ίδρυση τουρκικών εταιρειών και η σύναψη συνεργασιών με επιχειρήσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση μας επιτρέπουν να επωφελούμαστε σε ικανοποιητικό βαθμό από αυτούς τους μηχανισμούς».

Όπως επισήμανε, υπάρχει συνεχής συντονισμός ανάμεσα στο τουρκικό υπουργείο Άμυνας και τη Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας πάνω στο ζήτημα αυτό, με στόχο την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των ευρωπαϊκών εργαλείων χρηματοδότησης.

Σε διπλωματικό επίπεδο, η Τουρκία κινείται, σύμφωνα με τον Φιντάν, έτσι ώστε να ενισχύσει τον ρόλο της στη συνολική αρχιτεκτονική ασφαλείας της Ευρώπης. Όπως υπογράμμισε, οι πρωτοβουλίες της Άγκυρας στο πλαίσιο της ΝΑΤΟϊκής συμμαχίας αλλά και των σχέσεων με την ΕΕ εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική ανάδειξης της χώρας ως αναπόσπαστου παράγοντα στην περιφερειακή και ευρωπαϊκή ασφάλεια.