Η διαφοροποιημένη τιμολογιακή πολιτική που ακολουθούν εταιρείες για παρόμοια προϊόντα, αξιοποιώντας τη θέση τους στην αγορά ορισμένων χωρών τηςΕυρωπαϊκής Ένωσης, θέμα που έχει επισημάνει και ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ήταν στο επίκεντρο της συνάντησης-πρωτοβουλίας που ανέλαβε ο Δημήτρης Τσιόδρας στο Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες.
Στόχος της συνάντησης ήταν ο συντονισμός Ευρωβουλευτών από οκτώ Κράτη Μέλη της ΕΕ που αντιμετωπίζουν παρόμοιο πρόβλημα (Βέλγιο, Δανία, Ελλάδα, Κροατία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Τσεχία και Σλοβακία) με στόχο την κατάργηση των αδικαιολόγητων εδαφικών εφοδιαστικών περιορισμών (territorial supply constraints) ώστε οι πολίτες της ΕΕ και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις να μπορούν επωφεληθούν από τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς της ΕΕ, ανεξαρτήτως του τόπου διαμονής τους.
Σημείωσε ότι οι περιορισμοί αυτοί αυξάνουν αδικαιολόγητα τις τιμές στο ράφι σε ορισμένα κράτη μέλη σε σύγκριση με άλλα και επηρεάζουν σημαντικά την αγοραστική δύναμη των ευρωπαίων πολιτών. Στη συνάντηση συμμετείχαν Ευρωβουλευτές και εκπρόσωπο Ευρωβουλευτών από Ολλανδία, Δανία και Λουξεμβούργο.
O ευρωβουλευτής και εκπρόσωπος τύπου της ευρωομάδας της ΝΔ υπογράμμισε τις πρωτοβουλίες που έχουν ήδη αναληφθεί με τη σχετική επιστολή του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen και την κοινή πρόταση οκτώ Κρατών Μελών στα πλαίσια του Συμβουλίου Υπουργών Ανταγωνιστικότητας τον Μάιο του 2024 μετά από πρωτοβουλία του κ. Micky Adriaansens, τέως Υπουργού Οικονομικών της Ολλανδίας ενώ σημείωσε ότι το κόστος αυτών των περιορισμών στους Ευρωπαίους καταναλωτές εκτιμάται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε 14 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Υπογράμμισε την ανάγκη για άμεσα και αποφασιστικά μέτρα σε επίπεδο ΕΕ για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των πρακτικών αυτών προς όφελος των Ευρωπαίων καταναλωτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σημειώνοντας ότι «είναι αδιανόητο σε μια ενιαία αγορά να πωλούνται παρόμοια ή πανομοιότυπα προϊόντα σε διαφορετικές τιμές, ανάλογα με το μέγεθος της αγοράς εις βάρος των καταναλωτών».
Καταλήγοντας, οι Ευρωβουλευτές συμφώνησαν στην ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών για την ανάδειξη του ζητήματος, όπως η αποστολή σχετικής κοινής επιστολής προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συζήτηση στην Επιτροπή Ενιαίας Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτών (IMCO) και αίτημα συζήτησης του θέματος στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τη συμμετοχή του αρμόδιου Εκτελεστικού Αντιπροέδρου της Κομισιόν Stéphane Séjourné.