Οι υψηλές τιμές που εισηγούνται οι εκτιμητές ακινήτων για αρκετές περιοχές της χώρας οδηγεί το οικονομικό επιτελείο σε δεύτερες σκέψεις και συγκεκριμένα στην μετάθεση εφαρμογής των νέων αντικειμενικών αξιών το 2022.
Παρά το γεγονός ότι το υπουργείο Οικονομικών έχει στη διάθεση του το σύνολο των δεδομένων για όλη την Ελλάδα φαίνεται ότι η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών θα δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα και ενδεχομένως θα οδηγήσει αρκετούς ιδιοκτήτες στην καταβολή υψηλότερου ΕΝΦΙΑ.
Οπως αναφέρει παράγοντας του οικονομικού επιτελείου, αυξήσεις έχουν καταγραφεί σε πολύ μικρά χωριά τα οποία πλήττονται ιδιαίτερα από το lockdown, καθώς τα προηγούμενα χρόνια αποτελούσαν σταθερούς χειμερινούς προορισμούς. Αντίστοιχα και στο κέντρο της Αθήνας προκύπτουν αυξήσεις, καθώς η ολοκλήρωση των εκτιμήσεων πραγματοποιήθηκε στα τέλη του 2019 όπου η αγορά βρισκόταν μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα σε ανοδική πορεία, σε αντίθεση με σήμερα που η ζήτηση έχει περιορισθεί, ενώ οι μεταβιβάσεις το περασμένο έτος κατέγραψαν σημαντική πτώση. Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές όπως φαίνεται από τα στοιχεία του μητρώου μεταβίβασης ακινήτων ανέβαλαν τις επενδύσεις τους φοβούμενοι την επόμενη μέρα. Διατήρησαν λοιπόν τη ρευστότητα τους μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο με την πανδημία και είναι εξαιρετικά πιθανό το β’ εξάμηνο του 2021 η κτηματαγορά να καταγράψει αύξηση μεγαλύτερη και από αυτή που σημειώθηκε το 2019, υπό την προϋπόθεση ότι η αγορά αρχίζει να ξαναβρίσκει τον βηματισμό της. Σύμφωνα με τα στοιχεία οι μεταβιβάσεις στην Αττική κατέγραψαν πτώση το 2020 της τάξης του 35,2% σε σύγκριση με το 2019, ενώ οι εισπράξεις του Δημοσίου “έπεσαν” κατά 20%. Συγκεκριμένα στη Δήμο Αθηναίων όπου παραδοσιακά γίνονται οι περισσότερες πράξεις, το 2019 πραγματοποιήθηκαν 5.303 αγοραπωλησίες ενώ το 2020 διαμορφώθηκαν σε 3.171 με τη πτώση να ξεπερνά το 40%. Στην Καισαριανή καταγράφεται μείωση μεταβιβάσεων 55,97%, στην Πεντέλη 51%, στο Μαρούσι 48,32%, στη Νέα Σμύρνη 47,06% και στην Κηφισιά 46%.
Σύμφωνα με πληροφορίες από τις εισηγήσεις των εκτιμητών προκύπτουν μεγάλες αυξήσεις στις περιοχές του κέντρου της Αθήνας και μάλιστα κατά 50%-60%. Στα βόρεια προάστια, οι αυξήσεις είναι μικρότερες, ενώ αντίθετα σε τουριστικές περιοχές αλλά και σε μικρά χωριά είναι πολύ μεγάλες και οι εισηγήσεις κινούνται σε αύξηση κατά 90%-100%. Εξαιτίας της κατάστασης αυτής είναι εξαιρετικά πιθανό το ενδεχόμενο η κυβέρνηση να μην προχωρήσει φέτος στην αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία, χωρίς ταυτόχρονα να επιβαρυνθούν οι ιδιοκτήτες ακινήτων κυρίως σε περιοχές της περιφέρειας.
Την ίδια στιγμή η ΠΟΜΙΔΑ, η ΓΣΕΕ, η ΓΣΕΒΕΕ, ηΕθνική Συνομοσπονδία ελληνικού Εμπορίου, Η Ομοσπονδία Κατασκευαστών, η Ομοσπονδία Μεσιτών, ο Πανελλήνιος σύνδεσμος τεχνικών εταιρειών και ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών ζητούν από την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στην αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών. Όπως αναφέρουν, στην κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν, “Η κτηματαγορά βρίσκεται σε χειμέρια νάρκη, εξ αιτίας των δραματικών επιπτώσεων της πανδημίας στον τουρισμό, στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, στην Golden Visa, αλλά και στην αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να την χρηματοδοτήσει. Ελάχιστα συμβόλαια ακινήτων υπογράφονται σε όλη τη χώρα, τα οποία είναι απαράδεκτο να αποτελέσουν βάση για αύξηση των αντικειμενικών αξιών όλων των ακινήτων σε όλη τη χώρα! Εξ άλλου η παλαιότητα και οι νέες προδιαγραφές για ενεργειακές και λειτουργικές παρεμβάσεις στα υπάρχοντα κτίρια τα απαξιώνουν πλήρως, κάτι που δεν καταγράφεται στο σύστημα υπολογισμού των αντικειμενικών αξιών. Ένα χρόνο μετά, η πανδημία, τα μέτρα για την αντιμετώπισή της, αλλά κυρίως οι δυσοίωνες προοπτικές για την μελλοντική διάρκεια των επιπτώσεών της, έχουν δυστυχώς ανατρέψει πλήρως την προηγούμενη εικόνα, ώστε είναι απαράδεκτο να συζητούμε σήμερα για αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες των αστικών ακινήτων της χώρας μας, τη στιγμή μάλιστα που ο ΕΝΦΙΑ, και κυρίως ο συμπληρωματικός του φόρος επί της αστικής και μόνον περιουσίας, αλλά και οι βαρύτατοι φορολογικοί συντελεστές εισοδημάτων από ακίνητα, λειτουργούν δημευτικά στην κατοχή ακίνητης περιουσίας.
Πηγή: Capital.gr