Δεινή χορεύτρια τις ελεύθερες ώρες της, η κυρία Κριστίν Λαγκάρντ, δεν μπόρεσε να χορέψει σε μια γνωστή ντισκοτέκ της Φρανκφούρτης με τους άλλους συναδέλφους της της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, στην οποίαν ασκεί την προεδρία. Ήταν μεσάνυχτα της 31ης Δεκεμβρίου 2001, όταν τα πρώτα χαρτονομίσματα και κέρματα κυκλοφορούσαν σε δώδεκα χώρες εισάγοντας το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, το Ευρώ, στην παγκόσμια οικονομία. Για 304 εκατομμύρια ευρωπαίους πολίτες επρόκειτο για μια μεγάλη νομισματική επανάσταση, την οποίαν κάποιοι αντιμετώπιζαν με ισχυρές δόσεις καχυποψίας. Παρ΄όλα αυτά, στο Βερολίνο από την ώρα που κυκλοφόρησε το πρώτο ευρώ και την 9η π.μ. της 1ης Ιανουαρίου 2002, είχαν γίνει 200.000 αναλήψεις, ενώ στο Παρίσι ο αντίστοιχος αριθμός ξεπερνούσε τις 450.000 και αντιπροσώπευε πάνω από 30 εκατομμύρια ευρώ.
Αυτή η πετυχημένη είσοδος του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος στην καθημερινή ζωή πολλών ευρωπαίων αφύπνισε αμέσως τους εχθρούς του, οι οποίοι χωρίς χρονοτριβή άρχισαν να κατηγορούν το ενιαίο νόμισμα για άνοδο των τιμών και για απώλεια εθνικής νομισματικής κυριαρχίας. Αυτές οι επιθέσεις κράτησαν αρκετά χρόνια, έπληξαν σοβαρά την ευρωπαϊκή οικονομία από πλευράς ξένων άμεσων επενδύσεων και δημιούργησαν τον γνωστό έρποντα αντιγερμανισμό, με απώτερο στόχο τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως της Ευρωζώνης. Στην τελευταία εξάλλου τα πρώτα χρόνια της χρηματοδοτικής κρίσης του 2008, είχαν επενδύσει Αμερικανοί κερδοσκόποι, αλλά και Ρώσοι «σιλοβίκοι» που είναι οι πραιτωριανοί του Βλαντίμιρ Πούτιν. Παρ΄όλα αυτά, το ευρώ, όταν το 2009 ξέσπασε η πιο σοβαρή κρίση της πορείας του, χάρη στον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι άντεξε και η αντοχή του έσωσε κυριολεκτικά την ευρωζώνη. Και αυτή η σωτηρία προβάλλει αδρά, τώρα που μαίνεται η πανδημία.
Για τους εδώ δραχμολάγνους και λοιπούς οικονομικούς «προφήτες» επισημαίνουμε ότι αν η Ελλάδα δεν ήταν μέλος της Ευρωζώνης, πέρα από την τελεσίδικη κατάρρευση της οικονομίας της, σήμερα θα είχε περί τα 1000 δισ. ευρώ εξωτερικό χρέος και οι κάτοικοί της είναι ζήτημα αν θα μπορούσαν το χειμώνα να θερμαίνονται περισσότερο από μια με δύο ώρες. Περί πληθωρισμού δε και ανταγωνιστικότητας καλύτερα να μη μιλάμε. Όσο για τους 6 Έλληνες στους 10 που τον Ιούλιο 2015 ψήφισαν «ΟΧΙ» στην ευρωζώνη ουσιαστικά, ευχή μας είναι κάτι να έμαθαν για το τι σημαίνει λαϊκισμός – εξαπάτηση.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των Γάλλων. Από 62% που το 2014 θεωρούσαν το ευρώ «κακό» και περίμεναν την ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν να τους βγάλει από την ευρωζώνη, σήμερα μόνον 15% εύχονται και περιμένουν ματαίως κάτι τέτοιο. Σχεδόν οκτώ πολίτες στους δέκα στην ευρωζώνη γνωρίζουν πλέον ποιο ρόλο ασπίδας έπαιξε το ενιαίο νόμισμα στις διαδοχικές κρίσεις, παρά τις όποιες θεσμικές αδυναμίες του, οι οποίες όμως διορθώνονται και αυτές όσο κυλά ο χρόνος. Γάλλοι, Ισπανοί, Ιταλοί και Πορτογάλοι για παράδειγμα, γνωρίζουν πλέον καλύτερα από τους «προφήτες» της οικονομίας σε ποια οδυνηρή κατάσταση χάους θα είχαν βρεθεί οι χώρες τους, εάν δεν είχε υπάρξει το ενιαίο νόμισμα.
Μπορούν εύκολα να μαντέψουν σε ποια απαγορευτικά επίπεδα, δεδομένου του μεγέθους των δημόσιων και εμπορικών ελλειμμάτων τους, τα επιτόκια τους θα ήταν. Γνωρίζουν ότι η πολιτική «ό,τι κι αν κοστίζει» που εφαρμόστηκε κατά την διάρκεια της πανδημίας δεν θα ήταν ποτέ δυνατή χωρίς την άνευ όρων στήριξη της ΕΚΤ.
Η νοσταλγία για το φράγκο στη Γαλλία έτσι είναι πλέον πολύ σπάνια, ακόμη και στις τάξεις της άκρας δεξιάς. Η Marine Le Pen, η οποία από καιρό εξηγούσε ότι η οικονομική κυριαρχία ήταν αδιανόητη χωρίς νομισματική αυτονομία, εγκατέλειψε την έξοδο από το ευρώ, όπως και ο Eric Zemmour. Αφού διαβεβαίωσε ότι η εγκατάλειψη του ευρώ θα επέτρεπε να «υποτιμηθεί κατά 20 έως 30% το φράγκο, όπως έκανε ο στρατηγός de Gaulle το 1958» και να «προστατευθεί από τη γερμανική βιομηχανία που χρησιμοποιεί το ευρώ ως πολεμική μηχανή για να καταστρέψει τις γαλλικές και ιταλικές βιομηχανίες», ο υποψήφιος δεν υποστηρίζει πλέον τη μεγάλη αντικατάσταση του ευρώ από εθνικό νόμισμα και θεωρεί εκλογικά πολύ πιο παραγωγικό να ζητεί την επάνοδο της Γαλλίας στην εποχή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη!!
Δυστυχώς όμως, η άλλη όψη του νομίσματος από τη συμμετοχή στην ευρωζώνη για χώρες όπως η Ελλάδα και η Γαλλία, είναι η διαιώνιση του συντεχνιακού κρατισμού και των πελατειακών σχέσεων που τον συντηρούν, γεγονός που από μόνο του υπονομεύει και την τόσο επιθυμητή οικονομική ένωση της ΕΕ. Ωστόσο το Ταμείο Ανάκαμψης και η προβλεπόμενη τόνωση της παραγωγικής Ευρώπης, αποτελούν ελπιδοφόρα αχτίδα φωτός τώρα που ξεκινά το 2022.
Γράφει ο Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος στον Οικονομικό Ταχυδρόμο