Πολιτική κρίση ξέσπασε στην Γερμανία, με τα επικρατέστερα σενάρια να αναζωπυρώνονται μετά την πτώση της κυβέρνησης του Όλαφ Σολτς, προβλέποντας τον διάδοχο, αλλά και εκφράζοντας τον απρόβλεπτο παράγοντα
Ειδικότερα, οι Χριστιανοδημοκράτες της Γερμανίας, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, θα είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές του Φεβρουαρίου. Με ποιον όμως θα συγκυβερνήσουν;
Μπορεί η απώλεια της εμπιστοσύνης στην ομοσπονδιακή Βουλή για τον καγκελάριο Σολτς να ήταν αναμενόμενη εξέλιξη, όμως το τι θα γίνει στην πολιτική ζωή της Γερμανίας μόνο εύκολο δεν είναι να προβλεφθεί.
Μιλώντας στο iefimerida.gr, ο Ρόναλντ Μεϊνάρντους, κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, αναλύει τα δύο επικρατέστερα σενάρια και εξηγεί γιατί η Γερμανία δεν είναι… Γαλλία.
Οι Χριστιανοδημοκράτες και ο άνθρωπος που θα μπορούσε να διαδεχθεί τον Σολτς
«Υπάρχει πολύς πολιτικός χρόνος μέχρι τις εκλογές και τα γεγονότα είναι πυκνά. Οι δημοσκοπήσεις πάντως δείχνουν πως οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU) θα είναι πρώτο κόμμα με ένα ποσοστό γύρω στο 30%. Το ζήτημα είναι με ποιον θα συγκυβερνήσουν», λέει ο έμπειρος Γερμανός ερευνητής.
Στην ανάλυσή του υπάρχουν δύο πιθανά σενάρια.
Στο πρώτο, μετά τις εκλογές της 23ης Φεβρουαρίου το CDU θα συνεργαστεί με τους Σοσιαλιστές του SPD, συστήνοντας τον «Μεγάλο Συνασπισμό». Μόνο που αν συμβεί κάτι τέτοιο, αυτό θα γίνει χωρίς τον νυν καγκελάριο Όλαφ Σολτς.
«Ο Σολτς αποκλείεται να μείνει ως δεύτερος», τονίζει ο Ρόναλντ Μεϊνάρντους. Φαβορί για την ηγεσία του SPD και άρα τη θέση του αντικαγκελάριου στο σενάριο του Μεγάλου Συνασπισμού είναι ο νυν υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους, του οποίου η δημοφιλία είναι σαφώς μεγαλύτερη από αυτή του Σολτς.
Το σενάριο που θέλει να αποφύγει ο επόμενος καγκελάριος και ο απρόβλεπτος παράγοντας
«Ο Μεγάλος Συνασπισμός είναι το σενάριο που νομίζω πως θα προτιμούσε ο ηγέτης του CDU, Φρίντριχ Μερτς» σημειώνει ο Ρόναλντ Μεϊνάρντους, και συμπληρώνει: «Διότι το δεύτερο σενάριο θα του δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα στο εσωτερικό του κόμματός του».
Ο ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ εξηγεί πως εάν όντως το CDU είναι πρώτο κόμμα αλλά για κάποιον λόγο δεν προχωρήσει το σενάριο του Μεγάλου Συνασπισμού, το κόμμα που ίσως γίνει κυβερνητικός εταίρος είναι αυτό των Πρασίνων. Μόνο που πολλοί στο CDU αναμένεται να διαφωνήσουν με αυτή την προοπτική.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το CDU είναι ένωση δύο κομμάτων, των Χριστιανοδημοκρατών με τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές. Οι τελευταίοι έχουν πολύ κακές σχέσεις με τους Πράσινους και θα βάλουν πολύ δύσκολα στον Μερτς αν εκείνος προσπαθήσει να δρομολογήσει συνεργασία με το κόμμα αυτό», υπογραμμίζει ο συνομιλητής μας. «Με τα τώρα δεδομένα πάντως, φαίνεται πως τα νούμερα θα βγαίνουν για μια συνεργασία CDU-Πρασίνων», προσθέτει.
Σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Insa για λογαριασμό της Bild am Sonntag, το CDU/CSU εξακολουθεί να προηγείται με 31%, ενώ στη δεύτερη θέση παραμένει το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) με 20%. Ακολουθούν το SPD με 17%, οι Πράσινοι με 11% και η Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) με 8%.
Το κόμμα αυτό, διάσπαση του αριστερού Die Linke, έχει μεγάλη απήχηση στα ανατολικογερμανικά κρατίδια και ήδη συμμετέχει σε τοπικές κυβερνήσεις.
«Κάποιες φορές η συμμετοχή σε κυβερνήσεις κρατιδίων λειτουργεί ως πείραμα συμμετοχής και στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Αν η Συμμαχία της Ζάρα Βάγκενκνεχτ πετύχει ένα ποσοστό 6% στις επερχόμενες εκλογές, ίσως κληθεί να λειτουργήσει ως ρυθμιστής», παρατηρεί ο έμπειρος αναλυτής.
«Η Γερμανία δεν είναι Γαλλία» και γιατί μπορεί να ξεμπλοκάρει η γερμανική οικονομία
Ο Ρόναλντ Μεϊνάρντους τονίζει πως οι εξελίξεις στη Γερμανία είναι μεν σημαντικές, αλλά δεν σημαίνουν απαραίτητα πως η χώρα βρίσκεται σε περιβάλλον αστάθειας. «Αυτά συμβαίνουν στις δημοκρατίες. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς θα γίνει, αλλά είναι σίγουρο πως θα βρεθεί λύση. Μπορεί να πάρει χρόνο, αλλά θα βρεθεί. Η κατάσταση δεν είναι όπως στη Γαλλία, όπου υπάρχει πραγματικό σασπένς και αβεβαιότητα για την επόμενη ημέρα», σημειώνει.
Όσο για τη γερμανική οικονομία που βρίσκεται σε στασιμότητα, ο ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ θεωρεί πως τα πράγματα θα πάνε γρήγορα καλύτερα μετά την αποχώρηση των Φιλελεύθερων «Ελεύθερων Δημοκρατών» από την κυβέρνηση και τη διαφαινόμενη μείωση των ποσοστών του στις εκλογές του Φεβρουαρίου.
Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες (FDP), στους οποίους συχνά γίνεται αναφορά ως «Φιλελεύθεροι» λόγω των θέσεών τους στην οικονομία και τα κοινωνικά ζητήματα, μάλλον πληρώνουν την επιλογή τους να ρίξουν ουσιαστικά την κυβέρνηση Σολτς.
Υπενθυμίζεται πως ο επικεφαλής τους και μέχρι το καλοκαίρι υπουργός Οικονομικών, Κρίστιαν Λίντνερ, απέσυρε τους υπουργούς του, διαφωνώντας με την οικονομική πολιτική που προωθούσαν οι Σοσιαλδημοκράτες με τους Πράσινους. Στη δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Insa, το FDP καταγράφηκε στο 5%, που συνιστά όριο για την είσοδο στην Bundestag.
«Οι Φιλελεύθεροι, φοβούμενοι τη δημιουργία ελλειμμάτων, έβαζαν φρένο στην προσπάθεια του Σολτς για επενδύσεις. Τώρα που αυτοί αποδυναμώνονται, όποιο σενάριο κυβέρνησης και αν προκύψει, η οικονομία θα πάει καλύτερα», καταλήγει ο Ρόναλντ Μεϊνάρντους.