Ο βαθμός εμπιστοσύνης σε μια διαπραγμάτευση, όταν μάλιστα η διαπραγμάτευση αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανία –του οποίου ο σημερινός απολογισμός υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο νεκρούς και τραυματίες– έχει καταλυτική σημασία. Αν και η αμοιβαία καχυποψία δεν εμπόδισε τον Τσόρτσιλ και τον Ρούσβελτ να σφραγίσουν τις συμφωνίες της Γιάλτας με τον Στάλιν, στην περίπτωση της Ουκρανίας πρέπει να αναρωτηθούμε τον βαθμό εμπιστοσύνης μετά τη συνάντηση που είχε ο Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντιμίρ Πούτιν στην Αλάσκα και την επίσκεψη του Ουκρανού προέδρου και των Ευρωπαίων ηγετών στον Λευκό Οίκο.
Η καχυποψία των Ευρωπαίων δεν περιστρέφεται μόνο γύρω από τον Πούτιν. Λίγοι Ευρωπαίοι, εκτός από τον Ούγγρο Βίκτορ Ορμπαν, τον Σλοβάκο Ρόμπερτ Φίτσο και ορισμένα ακροδεξιά κόμματα, πιστεύουν σε αυτόν. Η αβεβαιότητα είναι σε αυτό που πρόκειται να κάνει ο Ντόναλντ Τραμπ. Κανείς δεν ξέρει. Τους τελευταίους μήνες, οι συνομιλητές του διαπιστώνουν ότι όταν λέει «ναι», δεν ισχύει ακριβώς, και όταν λέει «όχι», το ίδιο. Γιατί, στην επιθυμία του να πετύχει ως διαπραγματευτής, συνήθως ακούει τον τελευταίο που συναντάει. Η ανησυχία των Ευρωπαίων είναι ότι όσα συζητήθηκαν στον Λευκό Οίκο μπορεί να αλλάξουν μετά από μια νέα συνάντηση με τον Πούτιν. Αυτός είναι και ο μεγάλος φόβος του Ζελένσκι.