Στην Ελλάδα, η αντιπολίτευση σπάνια χάνει την ευκαιρία να μετατρέψει κάθε διαδικασία σε θέαμα. Το τελευταίο επεισόδιο αυτού του θεάτρου παίζεται με πρωταγωνιστή τον Χρήστο Τριαντόπουλο, ο οποίος πρότεινε να παραπεμφθεί απευθείας στο δικαστικό συμβούλιο, παρακάμπτοντας την προανακριτική επιτροπή της Βουλής. Μια πρόταση που, αν μη τι άλλο, θα επιτάχυνε τις διαδικασίες και θα εξασφάλιζε τη θεσμική σοβαρότητα της υπόθεσης. Αλλά, φυσικά, η αντιπολίτευση δεν μπορούσε να το επιτρέψει.

Η αντίδρασή της ήταν άμεση: οργή, καταγγελίες για «συγκάλυψη» και κατασκευασμένες κατηγορίες περί «κατάλυσης της Δημοκρατίας». Όχι, δεν ήθελαν να διευκολυνθεί η απόδοση δικαιοσύνης. Ήθελαν απλώς την παράσταση. Γιατί μια προανακριτική επιτροπή σημαίνει ώρες τηλεοπτικού χρόνου, άπειρες δυνατότητες για κατασκευασμένες εντυπώσεις, σκόπιμες διαρροές, στημένες διαρροές και μια ατελείωτη ευκαιρία για μικροπολιτική εκμετάλλευση.

Η θεατρικότητα ως πολιτική στρατηγική

Ας μην ξεχνάμε πως η προανακριτική επιτροπή της Βουλής δεν είναι δικαστήριο. Δεν αποδίδει δικαιοσύνη, δεν βγάζει αποφάσεις, δεν καταδικάζει. Είναι απλώς ένα πολιτικό όργανο που εξετάζει την υπόθεση και στη συνέχεια εισηγείται αν πρέπει ή όχι να παραπεμφθεί στο δικαστικό συμβούλιο. Δηλαδή, στο τέλος, το ίδιο αποτέλεσμα θα προκύψει, αλλά με μερικούς μήνες καθυστέρησης και με τον δημόσιο διάλογο να γεμίζει λάσπη και δημαγωγία.

Γιατί, λοιπόν, τόση φασαρία; Πολύ απλά, η αντιπολίτευση δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για τη διερεύνηση της υπόθεσης. Αν ενδιαφερόταν, θα ήθελε τη γρήγορη και αμερόληπτη εξέτασή της από το δικαστικό συμβούλιο, όπου οι πραγματικοί δικαστές –και όχι οι πολιτικοί– θα έκριναν τα δεδομένα. Όμως, χωρίς προανακριτική επιτροπή, πώς θα έστηναν τα τηλεοπτικά πάνελ, τις δήθεν αποκαλύψεις, τις θεατρικές καταθέσεις και τις μεγαλοστομίες περί «απονομιμοποιημένης κυβέρνησης»;

Η «Δημοκρατία» ως πρόσχημα

Όταν η αντιπολίτευση μιλάει για «δημοκρατία» και «διαφάνεια», το κάνει με την ίδια σοβαρότητα που ένας κακός ηθοποιός ερμηνεύει έναν ρόλο που δεν πιστεύει. Το αφήγημα περί «δικαιώματος της Βουλής να ελέγχει» ακούγεται ωραίο στα λόγια, αλλά στην πραγματικότητα εξυπηρετεί έναν και μόνο σκοπό: τη δημιουργία εντυπώσεων.

Ας είμαστε ειλικρινείς. Αν ο Τριαντόπουλος πάει στο δικαστικό συμβούλιο και αθωωθεί, τότε η αντιπολίτευση χάνει ένα από τα βασικά της αφηγήματα. Αν όμως περάσει από την προανακριτική, η λάσπη θα έχει πέσει, οι εντυπώσεις θα έχουν δημιουργηθεί, και ακόμα κι αν τελικά δεν προκύψει τίποτα εις βάρος του, η ζημιά στην κοινή γνώμη θα έχει γίνει. Αυτός είναι ο στόχος τους.

Συμπέρασμα

Η κυβέρνηση υποστηρίζει το αίτημα του Τριαντόπουλου, μια πρόταση που είχε λογική: να παρακαμφθεί η πολιτική σπέκουλα και να αφεθεί η Δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της. Η αντιπολίτευση, από την άλλη, απέδειξε άλλη μια φορά πως δεν ενδιαφέρεται για την αλήθεια, αλλά για το θέαμα. Διότι, στην ελληνική πολιτική σκηνή, η πραγματική δικαιοσύνη είναι δευτερεύουσα προτεραιότητα. Αυτό που έχει σημασία είναι η τηλεοπτική εικόνα. Και η προανακριτική επιτροπή είναι απλώς το τέλειο σκηνικό για ένα ακόμη φθηνό επικοινωνιακό σόου.