Το γεγονός ότι μπροστά στην αγωνία για μικροκομματική εκμετάλλευση της τραγωδίας των Τεμπών η… Κεντροαριστερά ξέθαψε το τσεκούρι του πολέμου, θα αποτελούσε έκπληξη αν δεν γνωρίζαμε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα κόμματα που –κατά δήλωσή τους– εντάσσονται σε αυτόν τον χώρο.
Παρά την προσπάθεια που καταβάλλεταινα πέσουν οι τόνοι, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούν λες και βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο και ένας άτυπος διαγωνισμός για το ποιος θα κάνει πρώτος κίνηση κατά της κυβέρνησης είναι σε εξέλιξη. Για παράδειγμα, ο Νίκος Ανδρουλάκης προανήγγειλε κατάθεση πρότασης δυσπιστίας μετά την έκδοση των πορισμάτων, για να έλθει ο Σωκράτης Φάμελλος και να ζητήσει την άμεση κατάθεσή της.
Το ΠΑΣΟΚ έκανε ρελάνς με πρόταση για σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής, η οποία προκάλεσε αντιδράσεις στον ΣΥΡΙΖΑ, που ναι μεν θα τη στηρίξει, εντούτοις ουσιαστικά την αποδόμησε με δηλώσεις της η Όλγα Γεροβασίλη. Η προσπάθεια Φάμελλου να κρατήσει ισορροπίες μάλλον έπεσε στο κενό, αφού το επιχείρημα της Χαριλάου Τρικούπη κατά του Κωνσταντίνου Τασούλα για απόκρυψη στοιχείων, κατέρρευσε.
Ουσιαστικά η… Κεντροαριστερά κατάφερε, μια ακόμη φορά, να στρέψει την κοινή γνώμη εναντίον της, αφού οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το περίπου 75% των πολιτών πιστεύει ότι τα συγκεκριμένα κόμματα επιχειρούν την εργαλειοποίηση της τραγωδίας, κάνοντας τα σενάρια περί… συγκόλλησης να μοιάζουν με λόγια του αέρα.
Θα πει κανείς ότι το ΠΑΣΟΚ βρήκε την ευκαιρία να κλείσει τη συζήτηση για συνεργασίες, μια συζήτηση που ωστόσο άνοιξε ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης, για να ακολουθήσουν πολλά στελέχη που έβαλαν στο παιχνίδι μέχρι και τον Γιάνη Βαρουφάκη.
Βέβαια, το ερώτημα που τίθεται είναι πώς θα κυβερνηθεί η χώρα και από ποιους, ερώτημα που όσες φορές τέθηκε τα τελευταία χρόνια απαντήθηκε με κάθετο τρόπο από τους πολίτες. Γιατί όταν γίνονται αυτά που γίνονται και λέγονται αυτά που λέγονται, είναι λογικό να αναρωτιούνται κατά πόσο τα συγκεκριμένα κόμματα μπορούν να συμπράξουν για να κυβερνήσουν. Αν ποτέ, βέβαια, κληθούν να το πράξουν.
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο»