Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής αναζητά απεγνωσμένα τρόπο να μπει στο πολιτικό επίκεντρο και καταφεύγει ξανά στο μόνο «εργαλείο» που του απέμεινε: τις καταγγελίες. Με αφορμή την παρουσία του Γιώργου Ξυλούρη στην Εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, το κόμμα επιχειρεί να κατασκευάσει μια εικόνα σκοτεινής συνεννόησης, προσπαθώντας να μετατρέψει μια θεσμική διαδικασία σε πεδίο μικροκομματικού καβγά. Η επίθεση στο Μέγαρο Μαξίμου λειτουργεί ως εύκολη διέξοδος από την πολιτική του αμηχανία.
Η δραματοποίηση της υπόθεσης, με αναφορές περί «ευθυγράμμισης» και «σιωπών», δεν αποκαλύπτει κυβερνητική πρόθεση συγκάλυψης· αποκαλύπτει την πολιτική στρατηγική του ΠΑΣΟΚ. Κάθε φορά που η πραγματική πολιτική συζήτηση το αφήνει εκτός κάδρου, καταφεύγει σε θόρυβο και βαριές λέξεις για να δημιουργήσει τεχνητή ένταση. Η ταύτιση του πολιτικού λόγου του με τη συνωμοσιολογία δείχνει ότι το κόμμα έχει παραιτηθεί από κάθε προσπάθεια παραγωγής προτάσεων και επιλέγει τον δρόμο της μόνιμης καταγγελίας.
Η ανάσυρση παλιών ιστοριών, όπως οι αναφορές στο Predator και στην Εξεταστική του 2023, δεν ενισχύει την αξιοπιστία των επιχειρημάτων του. Αντιθέτως, εκπέμπει την εικόνα ενός κόμματος που ψάχνει απεγνωσμένα υλικό για να διατηρήσει την αφήγηση της «συγκάλυψης». Όταν η πραγματικότητα δεν προσφέρει επαρκή καύσιμα, το ΠΑΣΟΚ επιλέγει την υπερβολή για να κρατήσει ζωντανό το αφήγημα.
Η αλήθεια είναι απλή: η κυβέρνηση συνεχίζει θεσμικά, ενώ το ΠΑΣΟΚ αναζητά πολιτικό ρόλο μέσα από καταγγελίες που έχουν μεγαλύτερη στόχευση στην επικοινωνία παρά στην ουσία. Η διαρκής υιοθέτηση ρητορικής έντασης μπορεί να εξασφαλίσει στιγμιαία δημοσιότητα, αλλά δεν παράγει αποτέλεσμα. Και κυρίως αποκαλύπτει την αδυναμία του κόμματος να διαμορφώσει σοβαρή, σύγχρονη αντιπολίτευση.