Ήταν εκεί στα 1981, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ως νέος Ροβεσπιέρος καταλάμβανε τη… Βαστίλη, «απελευθερώνοντας» τον τόπο από την κακιά Δεξιά, φέρνοντας τον «λαό στην εξουσία και το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση».
Έναν χρόνο μετά η κρατική τηλεόραση, που είχε περάσει στα χέρια του Κινήματος, αποφάσιζε, καταγράφοντας τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών, να περάσει προς τα κάτω το νέο μήνυμα. Που συμπεριληπτικά περιγραφόταν σε μια φράση: «Το ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις».
Ο στόχος τότε διπλός. Από τη μια να τραβήξει τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ της συντήρησης και της «δεξιάς» και από την άλλη, σε μια επίδειξη προς τα αριστερά του, ο Ανδρέας Παπανδρέου να φωτογραφίσει τον ρόλο που θα έπρεπε να έχουν, εάν θέλουν να επιβιώσουν πολιτικά. Και αυτός δεν ήταν άλλος από το να είναι παρακολούθημα ή πολιτική «τσόντα» του ΠΑΣΟΚ.
Πάνω σε αυτό βάσισε ο Ανδρέας Παπανδρέου το αφήγημα της πολιτικής του επικράτησης στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Το ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις μεγάλωσε πολιτικά ουκ ολίγες γενιές και πέρασε στο DNA και στη φιλοσοφία του πολιτικού χώρου που ήταν απέναντι στη ΝΔ.
Αυτή η τάξη πραγμάτων έφερε σαν μια φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων την επικυριαρχία της παραπάνω φράσης που συμπυκνωνόταν στο ΠΑΣΟΚ και τις λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Ένας «μύθος» που χτίστηκε πάνω σε κλεμμένα από την Αριστερά (και δη του ΚΚΕ) συνθήματα όπως: αλλαγή, λαός- ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο και με λογικές εργατικής αυτοδιαχείρισης, φοιτητικού ελέγχου, της αποκέντρωσης και του νέου ρόλου της τοπικής αυτοδιοίκησης, όχι στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, με στόχο να περάσει η γραμμή του 1981, ότι η Ελλάδα στρίβει… αριστερά με νέο κοινωνικό συμβόλαιο που είχε ως συμβαλλόμενους τους περιβόητους «πρασινοφρουρούς».
Δεν χρειάστηκαν παρά μόνο τέσσερα χρόνια για να αρχίζει ο Ανδρέας να στρίβει το… καράβι και από το ζιβάγκο να πάει στο κοστούμι και από τον Βελουχιώτη στον τρίτο δρόμο προς τον σοσιαλισμό.
Το σημαντικό όμως γι’ αυτόν, άσχετα από τα όσα έλεγε που συνήθως δεν είχαν σχέση με τα όσα έκανε, είναι πως πέτυχε στην πράξη να περάσει στην κοινωνία το ιδεολόγημα πως «ό,τι αριστερό και ό,τι ΠΑΣΟΚ είναι προοδευτικό». Ύστερα, βέβαια, ήρθε η περίοδος Σημίτη και τους προσγείωσε ακόμη περισσότερο, αν και πάλι τα ανακλαστικά τους λειτούργησαν κατηγορώντας το βαθύ ΠΑΣΟΚ τον τότε πρόεδρό του και πρωθυπουργό «ως δεξιό» και «λογιστή» παρά τα όσα είπαν εσχάτως στην κηδεία του.
Στην οικονομική πολιτική είχε αποδεχτεί τη θεωρία της μεγάλης σύγκλισης και της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων με τον Τάσο Γιαννίτση, τον οποίο σήμερα προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Στην εξωτερική πολιτική το ΠΑΣΟΚ βάπτιζε ένα τμήμα του ως «πατριωτικό» για να δικαιολογήσει τις εθνικιστικές του θέσεις, ενώ οι αναφορές στον σοσιαλισμό είχαν μόνο ταυτοτικό στοιχείο τον πολυτελή βίο κάποιων μεγαλοστελεχών του Κινήματος.
Η νέα καθεστωτική αντίληψη που εξέφρασε το ΠΑΣΟΚ αποκρυσταλλώθηκε στο περίφημο «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις» και περνούσε από γενιά σε γενιά, ώσπου ήρθε η εποχή του Αλέξη Τσίπρα και της «πρώτη φορά Αριστερά». Και εκείνος επιχείρησε, όταν είδε ότι δεν μπορούσε να κερδίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, να θυμηθεί το… λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις.
Μόνο που εδώ το πρόσημο ήταν όχι πια ΠΑΣΟΚ, αλλά ΣΥΡΙΖΑ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Το επιχείρημα, σε αντίθεση με την εποχή Παπανδρέου, κατέληξε σε φιάσκο, καθώς λειτούργησε το ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα ή ως τραγωδία.
Και όμως η «κατάρα» φαίνεται ότι με έναν περίεργο τρόπο επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος. Αυτήν τη φορά ήταν ο Νίκος Ανδρουλάκης και κάποια από τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, τα οποία επιχειρούν τη νεκρανάσταση του όρου «ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Οι συμπεριφορές τους στο θέμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και το… προσκλητήριο για συγκυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Ζωή και τον Βαρουφάκη, που αποτέλεσαν κορυφαία αυτογκόλ, έδειξαν ότι παραμένουν εγκλωβισμένοι στο ιδεολόγημα και στους μύθους του 1981. Ότι πας μη… προοδευτικός βάρβαρος εστί…