«Η συνύπαρξη διαφορετικών γενεών στην κοινωνία και την εργασία υπήρξε πάντοτε πρόκληση. Σήμερα, όμως, η απόσταση ανάμεσα στη γενιά που γεννήθηκε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 και στη Γενιά Ζ μοιάζει μεγαλύτερη από ποτέ. Δεν είναι μόνο οι δεκαετίες που τις χωρίζουν· είναι η ίδια η εμπειρία ζωής, τα εφόδια και οι αξίες που διαμορφώθηκαν σε εντελώς διαφορετικά περιβάλλοντα», αναφέρει σε άρθρο παρέμβασή του στη huffingtonpost ο πρώην επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος.

Και συνεχίζει λέγοντας:

«Η γενιά του ’50 και του ’60 μεγάλωσε σε μια Ελλάδα που αναζητούσε σταθερότητα, οικοδόμησε οικογένεια, εργάστηκε με την αντίληψη του μόχθου, της θυσίας και της επιμονής. Ο κώδικάς της είναι ο προφορικός λόγος, η προσωπική σχέση, η αξιοπιστία του «λόγου τιμής». Στον πυρήνα της βρίσκεται η εμπιστοσύνη που κερδίζεται αργά, η πειθαρχία και η πίστη σε θεσμούς και ιεραρχίες.

Αντίθετα, η Γενιά Ζ μεγάλωσε μέσα στην ταχύτητα του ψηφιακού κόσμου, με άμεση πρόσβαση στην πληροφορία και με μια κουλτούρα που δίνει έμφαση στην ατομικότητα, την αυθεντικότητα και τη διαφορετικότητα. Ο κώδικάς της είναι οπτικοποιημένος: εικόνες, emojis, σύντομα μηνύματα και βίντεο, η διαρκής ροή των social media. Για αυτή τη γενιά, η αυθεντικότητα μετράει περισσότερο από τον τίτλο, η ευελιξία από τη σταθερότητα, η ταχύτητα από την τυπικότητα.

Πώς μπορούν λοιπόν να συναντηθούν;

Ο πρώτος κοινός κώδικας είναι ο σεβασμός της εμπειρίας. Η Γενιά Ζ, παρά τον ψηφιακό δυναμισμό της, έχει ανάγκη από τα παραδείγματα αντοχής και σοφίας που φέρουν οι μεγαλύτεροι. Από την άλλη, η γενιά του ’50 και του ’60 χρειάζεται να αναγνωρίσει ότι η ταχύτητα της τεχνολογίας και οι νέες αξίες δεν είναι απειλή, αλλά εργαλείο.

Ο δεύτερος κώδικας είναι η γλώσσα της ουσίας. Οι μεγαλύτεροι εκτιμούν τον λόγο που βασίζεται σε εμπειρία, οι νεότεροι τον λόγο που συνοδεύεται από πράξη και ειλικρίνεια. Όταν οι δύο πλευρές μιλούν χωρίς προσχήματα, μπορούν να βρουν κοινό πεδίο.

Τέλος, ο τρίτος κώδικας είναι η συμμετοχή σε κοινά εγχειρήματα. Στην εργασία, στην κοινωνία, ακόμα και στην οικογένεια, οι γενιές γεφυρώνονται μέσα από την κοινή δράση. Όταν η εμπειρία συναντά τη φρεσκάδα και τη δημιουργικότητα, τότε το χάσμα μετατρέπεται σε συνέργεια.

Η πρόκληση δεν είναι να σβηστούν οι διαφορές, αλλά να αξιοποιηθούν. Η γενιά του ’50 και του ’60 και η Γενιά Ζ μπορούν να συνεννοηθούν μόνο αν δουν ο ένας στον άλλον όχι τον «ξένο», αλλά τον συνοδοιπόρο σε έναν κόσμο που αλλάζει».