Τρία και πλέον χρόνια μετά τη ρωσική εισβολή, η Ουκρανία συνεχίζει να πληρώνει βαρύτατο τίμημα σε ανθρώπινες ζωές και υποδομές. Οι αριθμοί των νεκρών και των τραυματιών παραμένουν αβέβαιοι, καθώς καμία πλευρά δεν δίνει πλήρη στοιχεία, όμως ακόμη και οι πιο συγκρατημένες εκτιμήσεις μιλούν για εκατοντάδες χιλιάδες θύματα. Πόλεις όπως η Μαριούπολη, το Σούμι ή το Χάρκοβο έχουν μετατραπεί σε τοπία ερειπίων, ενώ εκατομμύρια Ουκρανοί εξακολουθούν να ζουν ως πρόσφυγες στην Ευρώπη.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό κόπωσης και φθοράς, η διεθνής σκηνή δείχνει να ψάχνει με αγωνία έναν δρόμο προς την εκεχειρία ή ακόμη καλύτερα, προς μια μόνιμη ειρηνευτική συμφωνία. Οι τελευταίοι μήνες έφεραν στην επιφάνεια παράλληλες πρωτοβουλίες: από τη μια τον Ντόναλντ Τραμπ, που επιχειρεί να εμφανιστεί ως διαμεσολαβητής με προσωπική επαφή στον Βλαντίμιρ Πούτιν, κι από την άλλη την Ευρωπαϊκή Ένωση που συζητά ανοιχτά την αποστολή δυνάμεων στην Ουκρανία για να εγγυηθεί την ασφάλεια.
Ο Τραμπ και η «συμφωνία της στιγμής»
Από τον Φεβρουάριο, με μια τηλεφωνική συνομιλία που αιφνιδίασε πολλούς, ο Ντόναλντ Τραμπ έθεσε τις βάσεις για συνομιλίες με τον Πούτιν, αφήνοντας εκτός την ΕΕ και σημαντικότερο την ίδια την Ουκρανία. Η κίνηση προκάλεσε δυσφορία στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά και ανησυχία στο Κίεβο. Παρά ταύτα, ο Αμερικανός πρόεδρος επέμεινε ότι «ο καλύτερος τρόπος να τερματιστεί ο πόλεμος δεν είναι μια εκεχειρία–βιτρίνα, αλλά μια πλήρης συμφωνία ειρήνης».
Στις επαφές του με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δεν έκρυψε ότι η Μόσχα «θέλει περισσότερα» από όσα η Ουκρανία μπορεί να δώσει, καλώντας τον Ουκρανό πρόεδρο να επιδείξει «ρεαλισμό». Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν έντονες συζητήσεις: ορισμένοι μίλησαν για επικίνδυνη πίεση προς το Κίεβο, άλλοι όμως θεώρησαν ότι μόνο μια τέτοια ευθύ συνεννόηση μπορεί να ανοίξει τον δρόμο της ειρήνης.
Ακόμη και οι επαφές Τραμπ–Πούτιν, ωστόσο, δεν έφεραν χειροπιαστά αποτελέσματα. Ο ίδιος ο Τραμπ παραδέχθηκε ότι η τελευταία σύνοδος «δεν απέδωσε όσο περιμέναμε», αφήνοντας να εννοηθεί πως η Ρωσία δεν έχει διάθεση να υποχωρήσει χωρίς ισχυρά ανταλλάγματα.
Η Ευρώπη επιστρατεύεται
Σε πλήρη αντίστιξη με την αμερικανική πρωτοβουλία, η ΕΕ δείχνει να υιοθετεί μια πιο ενεργή στρατηγική. Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, αποκάλυψε ότι υπάρχουν «σαφή και ακριβή σχέδια» για την αποστολή ευρωπαϊκών δυνάμεων ασφαλείας στην Ουκρανία. Μιλάμε για δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, με υποστήριξη σε πληροφορίες, τεχνολογία και διοικητική μέριμνα από τις ΗΠΑ.
Η πρόταση συνοδεύεται από χρηματοδοτικό πακέτο που αγγίζει τα 150 δισεκατομμύρια ευρώ, ένα ταμείο που θα καλύψει εξοπλισμό, όπλα, μισθούς στρατιωτών και επιτήρηση των συνόρων. Δεν πρόκειται απλώς για «τεχνική βοήθεια», αλλά για σαφή είσοδο της Ευρώπης στο ουκρανικό πεδίο, με στόχο να επιβληθεί μια ζώνη ασφαλείας και να αποτραπούν νέες επιθέσεις.
Η ιδέα δημιουργίας «buffer zone» μήκους έως και 40 χιλιομέτρων, όπου θα αναπτυχθούν ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις, είναι ενδεικτική της σοβαρότητας της πρότασης. Οι επικριτές προειδοποιούν ότι κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε έναν νέο «Σιδηρού Παράθυρο», με την Ευρώπη να χωρίζεται εκ νέου σε ζώνες επιρροής. Ωστόσο, για τις Βρυξέλλες, αυτή είναι ίσως η μόνη οδός να αναγκαστεί η Μόσχα να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Το Κρεμλίνο «δείχνει» την Ευρώπη
Από τη Μόσχα, το μήνυμα είναι σαφές: «Η Ευρώπη υπονομεύει τις ειρηνευτικές προσπάθειες του Τραμπ». Το Κρεμλίνο επιχειρεί να εμφανίσει τον Αμερικανό πρόεδρο ως τον μοναδικό ειλικρινή διαμεσολαβητή, ώστε να πιέσει για διμερείς συνομιλίες μακριά από τις Βρυξέλλες. Την ίδια στιγμή, ο Πούτιν διατηρεί αμείωτη την πολεμική πίεση, με νέες επιθέσεις ακόμη και όταν βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις για εκεχειρία.
Ο Ζελένσκι κατηγορεί τον Ρώσο πρόεδρο ότι «δεν επιθυμεί πραγματική κατάπαυση του πυρός» και τονίζει ότι κάθε πρόταση που δεν σέβεται την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας είναι καταδικασμένη. Για τον Ουκρανό ηγέτη, η υποχώρηση δεν είναι επιλογή, παρότι η χώρα του έχει ήδη εξαντλήσει μεγάλο μέρος των δυνάμεών της.
Συμμαχίες και ρήγματα
Η διεθνής σκηνή δεν μένει αμέτοχη. Η Βρετανία και η Γαλλία ηγούνται μιας «συμμαχίας των διατεθειμένων», έτοιμης να στείλει ειρηνευτικές δυνάμεις και να ενισχύσει την Ουκρανία με εξοπλισμό. Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, πιο επιφυλακτικός, προειδοποιεί ότι ο πόλεμος «θα διαρκέσει πολύ ακόμη» και ζητά αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Στο εσωτερικό των ΗΠΑ, η πολιτική Τραμπ προκαλεί αντιδράσεις. Ο Τζον Μπόλτον, πρώην σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, χαρακτήρισε «ασυντόνιστη και καταστροφική» την προσέγγισή του, επισημαίνοντας τον κίνδυνο να δοθούν στον Πούτιν τα κλειδιά μιας συμφωνίας με όρους που θα αποδυναμώσουν το ΝΑΤΟ.
Την ίδια στιγμή, ο στρατηγός Κιθ Κέλογκ, ειδικός απεσταλμένος του Τραμπ, έγινε απρόσμενος ήρωας στο Κίεβο. Η επίσκεψή του έφερε προσωρινή ηρεμία και συζητήσεις για κοινή παραγωγή drones, ενώ οι Ουκρανοί τον αποκάλεσαν σκωπτικά «Άγιο Κέλογκ». Μικρές στιγμές διπλωματικής ανακούφισης μέσα σε μια θάλασσα αστάθειας.
Ο χάρτης της επόμενης μέρας
Το τοπίο μοιάζει ρευστό αλλά και ξεκάθαρο ταυτόχρονα:
- Η Ρωσία δεν δείχνει πρόθεση να σταματήσει αν δεν εξασφαλίσει στρατηγικά οφέλη.
- Η Ευρώπη δηλώνει έτοιμη να εμπλακεί στρατιωτικά, για πρώτη φορά με τέτοια κλίμακα.
- Ο Τραμπ προσπαθεί να αναλάβει τον ρόλο του ειρηνοποιού, όμως οι κινήσεις του συχνά τον φέρνουν σε σύγκρουση με το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
- Το Κίεβο επιμένει ότι χωρίς την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από κατεχόμενα εδάφη, δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία.
Η μεγάλη εικόνα δείχνει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Είτε θα υπάρξει συντονισμένη διεθνής στρατηγική, είτε ο πόλεμος θα συνεχιστεί, με την Ουκρανία να αιμορραγεί και την Ευρώπη να απειλείται από νέα αστάθεια.
Στην προσπάθεια για συμπέρασμα
Η ιστορία έχει δείξει ότι οι πόλεμοι που λήγουν χωρίς ξεκάθαρη συμφωνία γίνονται οι σπόροι για μελλοντικές συγκρούσεις. Σήμερα, στην καρδιά της Ευρώπης, η Ουκρανία βιώνει μια σύγκρουση που δεν αφορά μόνο τα σύνορά της, αλλά τον ίδιο τον χαρακτήρα του διεθνούς συστήματος.
Ο Τραμπ, η ΕΕ και ο Πούτιν παίζουν σε μια σκακιέρα όπου τα πιόνια είναι ανθρώπινες ζωές και οι κινήσεις τους μπορούν να καθορίσουν την πορεία της ηπείρου για δεκαετίες. Το ζητούμενο δεν είναι μια πρόχειρη εκεχειρία για τα πρωτοσέλιδα, αλλά μια ειρηνευτική συμφωνία που θα δώσει πραγματική ασφάλεια στον ουκρανικό λαό και σταθερότητα στη γηραιά ήπειρο.
Η Ουκρανία, κουρασμένη αλλά ανυποχώρητη, κρατά το κλειδί. Και η διεθνής κοινότητα καλείται να αποφασίσει αν θα σταθεί στο ύψος της ιστορικής στιγμής ή αν θα αφήσει τον πόλεμο να συνεχίσει να καταπίνει γενιές και ελπίδες.
**Με πληροφορίες από FT, The Times, NYP και Reuters