Ο Νίκος Ανδρουλάκης έφτασε στο σημείο να κατηγορεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως «ενορχηστρωτή της συγκάλυψης» για το δυστύχημα των Τεμπών υιοθετώντας θεωρίες συνωμοσίας και fake news. Την ίδια στιγμή, ο Σωκράτης Φάμελλος εμφανιζόταν στη Βουλή αφήνοντας υπονοούμενα περί δολοφόνων με αφορμή τον θάνατο του γιου μιας εισαγγελέως στη Λάρισα.

Στελέχη και των δύο κομμάτων έχουν μιλήσει για χαμένα βαγόνια, για στημένα βίντεο, για «χούντα», για αντισυνταγματικές συμπεριφορές και για ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς σε μια εμφανή προσπάθεια να προκληθούν φθορές στην κυβερνώσα παράταξη και τον πρωθυπουργό φτιάχνοντας αφηγήματα για ό,τι συμβαίνει. Και στην υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ έχει ακολουθηθεί η ίδια τακτική. Παράλληλα, επιδιώκεται η ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής, ενώ εξαπολύονται απειλές για το τι θα συμβεί όταν επιτευχθεί η αποκαλούμενη πολιτική αλλαγή

Έχουν ειπωθεί τα πάντα. Έχουν υιοθετηθεί τα πάντα. Κάθε θεωρία συνωμοσίας, κάθε σενάριο που μπορεί κάποιος να φανταστεί και να αποτυπώσει μέσω του Διαδικτύου. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι εκπρόσωποι των δύο κομμάτων έχουν ασκήσει κριτική με βάση δημοσιεύματα και αναρτήσεις ακόμη και ανώνυμων τρολ.

Κι όμως εμφανίζονται να κατηγορούν την κυβέρνηση, τη ΝΔ και τον πρωθυπουργό για τοξικότητα και λαϊκισμό. Γιατί; Επειδή μπορούν, θα πει κανείς. Αλλά και επειδή δεν έχουν τίποτα άλλο να πουν και να κάνουν. Ούτε πρόγραμμα, ούτε θέσεις, ούτε εναλλακτικές λύσεις. Τα προγράμματα που ανακοίνωσαν πρόσφατα στη ΔΕΘ έχουν χαθεί μεταξύ παντελούς απουσίας κοστολόγησης και αδυναμίας να πείσουν ακόμη και τους φανατικούς ψηφοφόρους ότι μπορούν να εφαρμοστούν.

Η καταστροφολογία που συνοδεύει την τοξικότητα και τον λαϊκισμό έχει ξεπεράσει ακόμη και τις «μαύρες αγκινάρες» που… πουλούσε ο Αλέξης Τσίπρας πριν από τις εκλογές του 2023. Ακούγοντας κανείς τα όσα υποστηρίζουν στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ –τα ίδια λένε με διαφορετικά λόγια– πιστεύει πως όχι απλά η χώρα είναι στο χείλος του γκρεμού, αλλά ότι έχει πέσει σε αυτόν και με ταχύτητα οδεύει προς το τέλος.

Η εικονική πραγματικότητα που έχουν δημιουργήσει αναγκάζει τα ίδια τα στελέχη να προβαίνουν σε έναν πλειστηριασμό ακραίων δηλώσεων και επιθέσεων κατά των πολιτικών αντιπάλων τους. Έχουν υιοθετήσει ένα νέο «ή εμείς ή αυτοί» και ένα νέο «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν». Όσο όμως αυτό δεν μετατρέπεται σε κυρίαρχο συστατικό της πολιτικής σκηνής και κατ’ επέκταση της καθημερινότητας των πολιτών, τόσο περισσότερο επιλέγουν τον λαϊκισμό.

Ακόμη και στα μηνύματά τους για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου επέλεξαν να επαναλάβουν αυτά που λένε κάθε ημέρα με λέξεις προσαρμοσμένες στην ημέρα και το Όχι του ελληνικού λαού. Του ενωμένου ελληνικού λαού εκείνης της εποχής που σήμερα επιχειρούν, δυστυχώς, να διχάσουν επιλέγοντας το χάος και την αποσταθεροποίηση ως σανίδα σωτηρίας για τους ίδιους και το πολιτικό τους μέλλον.