Από τον «αστυνομικό αναλυτή» που σηκώνει μπλούζες on air μέχρι τον ηθοποιό που εμφανίζεται στα στούντιο λίγες ώρες μετά από τροχαίο με εγκατάλειψη – τι μηνύματα περνά το prime time της χώρας μας;
Η ελληνική τηλεόραση δεν σταματά να μας εκπλήσσει. Όχι πάντα θετικά. Σταθμοί και παραγωγοί δείχνουν να έχουν βρει το «χρυσό» φορμάτ: όποιος προκαλεί, όποιος σοκάρει, όποιος μιλάει χωρίς φραγμούς – αυτός έχει θέση στο πάνελ. Και κάπως έτσι, πρώην συνδικαλιστές της ΕΛ.ΑΣ. και ηθοποιοί που γράφουν πρωτοσέλιδα για όλους τους λάθος λόγους, μετατρέπονται σε «σταρ» της μικρής οθόνης.
Ο Σταύρος Μπαλάσκας, για παράδειγμα, δεν είναι πια απλώς ένας απόστρατος συνδικαλιστής. Είναι ένα τηλεοπτικό προϊόν που «πουλάει». Πρωινάδικα, απογευματινάδικα, βραδινές εκπομπές – παντού και πάντα. Το τελευταίο του «κατόρθωμα»; Σήκωσε την μπλούζα του στον αέρα του ΑΝΤ1, αφήνοντας σύξυλους παρουσιαστές και τηλεθεατές. Κι όμως, αντί να τον στείλουν σπίτι του, οι σταθμοί συνεχίζουν να τον προμοτάρουν σαν «ειδικό αναλυτή».
Από τη διαθεσιμότητα στο prime time
Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο Μπαλάσκας τέθηκε σε διαθεσιμότητα μετά τις ντροπιαστικές δηλώσεις του για τη γυναικοκτονία της Κάρολαϊν στα Γλυκά Νερά. Είχε φτάσει στο σημείο να περιγράφει τρόπους με τους οποίους ένας δράστης θα μπορούσε να «πέσει στα μαλακά» με χαμηλότερη ποινή. Κι όμως, αυτή η κηλίδα δεν τον απέκλεισε από τα τηλεοπτικά πλατό. Αντίθετα, τον καθιέρωσε. Γιατί; Διότι στην εποχή του εύκολου like και του φτηνιάρικου τηλεοπτικού εντυπωσιασμού, η αμφιλεγόμενη δήλωση είναι κεφάλαιο, όχι ντροπή.
Και να μην ξεχνάμε τις συγκρούσεις του με τον Αλέξη Κούγια. Όταν ο αείμνηστος γνωστός ποινικολόγος έφτασε σε σημείο να χαρακτηρίζει δημόσια κάποιον «μαϊντανό των 100 ευρώ», θα περίμενε κανείς ότι η τηλεόραση θα βάλει φρένο. Αλλά όχι. Στην Ελλάδα, η κριτική γίνεται… πρόσκληση για ακόμα περισσότερη έκθεση.
Το… φαινόμενο Μπισμπίκης
Την ίδια στιγμή, άλλο πρόσωπο της showbiz βρέθηκε στο επίκεντρο για όλους τους λάθος λόγους. Ο Βασίλης Μπισμπίκης, γνωστός ηθοποιός, κατέληξε στο Αυτόφωρο μετά το τροχαίο στη Φιλοθέη: προκάλεσε φθορές σε τρία παρκαρισμένα αυτοκίνητα και μια γκαραζόπορτα, εγκατέλειψε το σημείο, και την επόμενη μέρα εμφανίστηκε χαμογελαστός σε τηλεοπτική εκπομπή, μιλώντας για τα… επαγγελματικά του σχέδια.
Η εικόνα του Μπισμπίκη να περνάει τη νύχτα στο κρατητήριο και την επομένη να φιγουράρει στα lifestyle πάνελ με αέρα «ροκ σταρ», είναι ο ορισμός του μηνύματος που περνά η τηλεόραση: όλα είναι θέαμα, ακόμα και τα… χειροπέδια. Ο νόμος; Δευτερεύων. Οι ευθύνες; Σχετικές. Το μόνο που μετράει είναι να γράψεις νούμερα τηλεθέασης.
Όταν το σοβαρό γίνεται φάρσα
Κι εδώ είναι το πρόβλημα. Όταν η τηλεόραση –που εξακολουθεί να είναι το βασικό μέσο ενημέρωσης για χιλιάδες πολίτες– μετατρέπει το σοβαρό σε φάρσα και το επικίνδυνο σε «πλάκα», τότε κάτι δεν πάει καλά. Δεν είναι τυχαίο που ολοένα και περισσότεροι μιλούν για «παρακμή» των ελληνικών media.
Προφανώς δεν είναι παράνομο να βγαίνει ένας πρώην αστυνομικός σε πάνελ ή ένας ηθοποιός να μιλά για την προσωπική του ζωή. Το θέμα είναι άλλο: τι σηματοδοτεί για την κοινωνία όταν αυτοί οι άνθρωποι γίνονται οι «πρωταγωνιστές» του δημόσιου διαλόγου; Όταν η εικόνα τους υπερκαλύπτει τις ειδήσεις, τις ουσιαστικές αναλύσεις, τα πραγματικά προβλήματα της χώρας;
Από το infotainment στο trashtainment
Κάποτε μιλούσαμε για infotainment – την ανάμειξη ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Σήμερα ζούμε το trashtainment: το θέαμα της παρακμής, που βαφτίζεται ενημέρωση. Ο τηλεθεατής δεν καλείται να σκεφτεί, αλλά να σοκαριστεί, να γελάσει αμήχανα ή να κουτσομπολέψει.
Κι όμως, η ευθύνη δεν βαραίνει μόνο τους «Μπαλάσκες» και τους «Μπισμπίκηδες». Βαραίνει κυρίως τα κανάλια που τους δίνουν βήμα. Όταν οι τηλεοπτικοί σταθμοί μετατρέπουν την κοινωνική επικαιρότητα σε σόου με πρωταγωνιστές ανθρώπους που έχουν δώσει επανειλημμένα δείγματα αμφιλεγόμενης συμπεριφοράς, τότε το πρόβλημα είναι θεσμικό, όχι μεμονωμένο.
Η τηλεόραση που αξίζουμε;
Η ερώτηση είναι απλή: Αυτή είναι η τηλεόραση που θέλουμε; Εκπομπές που μοιάζουν περισσότερο με κακόγουστα reality, πρόσωπα που «πουλάνε» μόνο μέσω σκανδάλων και γκάφες που βαφτίζονται «τηλεοπτικές στιγμές»; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα ηχηρό «όχι». Η ελληνική κοινωνία αξίζει ενημέρωση με σοβαρότητα, με ήθος, με σεβασμό. Δεν αξίζει να βλέπει καθημερινά την αισθητική του δημόσιου διαλόγου να ξεπέφτει στο επίπεδο της κλειδαρότρυπας.
Η τηλεόραση έχει δύναμη. Μπορεί να εμπνεύσει, να εκπαιδεύσει, να ψυχαγωγήσει με ποιότητα. Αρκεί να το θελήσει. Αρκεί να βάλει φρένο στο τσίρκο των «περσονών» που νομίζουν ότι η κοινωνία είναι απλώς ένα σκηνικό για τις τηλεοπτικές τους επιδείξεις.
Όταν οι σταθμοί δίνουν άπλετο χώρο σε τύπους σαν τον Μπαλάσκα ή τον Μπισμπίκη, το μήνυμα προς την κοινωνία είναι ξεκάθαρο: «Όσο προκαλείς, τόσο πουλάς». Αν όμως συνεχίσουμε έτσι, το τίμημα δεν θα είναι μερικά λεπτά τηλεθέασης· θα είναι η ίδια η αξιοπιστία του δημόσιου λόγου. Και τότε, η τηλεόραση θα έχει χάσει οριστικά τον ρόλο της ως πυλώνα ενημέρωσης και πολιτισμού.