Το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, η αγριότητα των συνθηκών, το συναισθηματικό φορτίο, ο ανθρώπινος πόνος και η οργή των συγγενών και φίλων των 57 θυμάτων ενεργοποίησαν το κοινό περί δικαίου αίσθημα, το οποίο εκφράζεται διαχρονικά στην ανθρώπινη ιστορία και αποκτά διαφορετικό νόημα και περιεχόμενο ανάλογα με τη διαμόρφωση των κοινωνικών συνθηκών, όμως πάντα έχει μία αίσθηση πλειοψηφίας, και η επίκλησή του εγείρει προβληματισμούς και αντιπαραθέσεις. Σε αυτήν την αλληλουχία επένδυσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ονειρεύτηκαν λαϊκά δικαστήριακαι κρεμάλες για τους πολιτικούς αντιπάλους τους, τα οποία έκρυψαν πίσω από τη διατύπωση αιτημάτων επανόρθωσης και αποκατάστασης του αγαθού και του δίκαιου.

Με… πλεονάζουσα ευαισθησία, ένα μεγάλο τμήμα της αντιπολίτευσης επιχείρησε να μετουσιώσει την κοινωνική διαμαρτυρία σε κανιβαλική διάθεση και να ανοίξει έναν ακόμη κύκλο τοξικότητας και εκδικητικής μανίας, ευελπιστώντας ότι το χάος και η αμφισβήτηση της Δικαιοσύνης θα ενίσχυαν το εκλογικό ακροατήριό του.

Τι έτι χρείαν έχομεν… δικαστών;

Το σχήμα απλό και βαθιά διχαστικό, το πλέον κατάλληλο για το σχέδιο κοπής… Πολάκη: «Πάμε να βάλουμε κανένα φυλακή για να κερδίσουμε τις εκλογές». Το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» απαιτεί την καταδίκη όλων, ακόμη και της Δικαιοσύνης. Ο θύτης πρέπει να πληρώσει. Οι έντιμοι, φιλήσυχοι πολίτες μεταλλάσσονται σε Ερινύες και παρακολουθούν τα «λαϊκά δικαστήρια» που στήνονται με μεγάλη ταχύτητα σε ηλεκτρονικά και έντυπα μέσα. Ειδικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου η ελευθερία της έκφρασης χάνει τις αξιακές προϋποθέσεις της, οι αντιπαραθέσεις μεγιστοποιούνται με ύβρεις και ασύδοτες πολιτικές συμπεριφορές. Καθημερινές ιστορίες σε ένα αδυσώπητο λιντσάρισμα εν ονόματι της δικαιοσύνης.

Ως παράλληλο σύστημα πομπών της δήθεν κοινωνικής κατακραυγής, τα τηλεοπτικά στούντιο μετατρέπονται σε δικαστική αίθουσα. Τα «τηλεδικαστήρια», έτοιμα να εκφράσουν τη «λαϊκή ετυμηγορία», δίνουν βήμα σε ευφάνταστους συνομιλητές, τους καθιστούν «ειδήμονες», και σχηματίζεται η εντύπωση πως οτιδήποτε και αν λέγεται, όσο αποτρόπαιο και ανορθολογικό και αν είναι, δικαιώνεται μόνο και μόνο ως συμμετοχή στην ανταλλαγή απόψεων και θέσεων στο πλαίσιο του ανοιχτού, δημόσιου, δημοκρατικού διαλόγου.

Παίζουν καθυστερήσεις

Τριάντα δύο μήνες μετά το μοιραίο βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου του 2023 στα Τέμπη, όπου έχασαν τη ζωή τους 57 νέοι στην πλειονότητά τους άνθρωποι, θα περίμενε κανείς η πλευρά των κατηγορουμένων να επιδιώκει να καθυστερήσει τη διαδικασία, με την ελπίδα ότι ο χρόνος θα επιφέρει παραγραφές. Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Σε ανακοίνωσή του ο Αρειος Πάγος καλεί «τους συγγενείς των θυμάτων να στηρίξουν το έργο της Δικαιοσύνης για τη διερεύνηση των ευθυνών στο τραγικό δυστύχημα, να αντισταθούν στα εύκολα συμπεράσματα, στην κατευθυνόμενη πληροφόρηση και στην εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης, με απώτερο σκοπό την απομάκρυνση της υπόθεσης από τον φυσικό της δικαστή, στο όνομα της δήθεν πλήρους διερεύνησης της υπόθεσης, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος, που είναι η καθυστέρηση με οποιονδήποτε τρόπο της έναρξης της δίκης».
Η ολοκλήρωση της ανακριτικής διαδικασίας κανονικά θα σηματοδοτούσε και τον ορισμό δικασίμου. Σε εκείνο το χρονικό σημείο όμως άρχισαν να κατατίθενται σωρηδόν μηνύσεις και ενστάσεις.

Η Μαρία Καρυστιανού, μετά τη διαβίβαση από τον εισαγγελέα Εφετών Λάρισας της πρότασης 996 σελίδων για τους 36 κατηγορουμένους, υποστήριξε ότι «η ανάκριση έκλεισε χωρίς να δοθούν απαντήσεις για το τι έκαψε τα παιδιά μας».

Ακολούθησε η κατάθεση αιτημάτων εκταφής θυμάτων – είτε για πιστοποίηση της ταυτότητάς τους είτε για διερεύνηση ύπαρξης στοιχείων που θα δικαιολογούσαν την ύπαρξη του «άγνωστου καυσίμου» το οποίο συμπεριελήφθη στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ. Η κοινή γνώμη είναι φορτισμένη, κυρίως από την απεργία πείνας του Πάνου Ρούτσι, πατέρα του Ντένις Ρούτσι που έχασε τη ζωή του στο σιδηροδρομικό δυστύχημα.

Και προφανώς η αντιπολίτευση θέλει να διατηρήσει ζεστούς τους πηχυαίους τίτλους «συγκάλυψη» και «έγκλημα», με ορίζοντα την κάλπη των εθνικών εκλογών. Η έναρξη της δίκης θα αλλοίωνε την πολιτική ατμόσφαιρα και θα εξουδετέρωνε κάθε δυνατότητα εφαρμογής του… δόγματος Πολάκη.

Το ΠΑΣΟΚ έφτασε στο σημείο να αμφισβητεί την ανεξαρτησία της ελληνικής Δικαιοσύνης, προσφέροντας μία εκ των υστέρων δικαίωση στις πρακτικές Πολάκη, όταν ζητούσε από τον ΣΥΡΙΖΑ, την περίοδο της κυβερνώσας Αριστεράς, να βάλει στη φυλακή τους πολιτικούς αντιπάλους του για να ξανακερδίσει τις εθνικές εκλογές.

Η Ζωή Κωνσταντοπούλου έχει κάνει φύλλο και φτερό τα βιβλία της Νομικής για να φτιάξει το νομιμοποιητικό πλαίσιο της καθυστέρησης της δίκης.

Ο νόμος του Λιντς

Το παιχνίδι του δικαστή είναι από τα αγαπημένα του λαϊκισμού και της τοξικής αντιπολίτευσης. Και το επιχείρημα των παικτών φαιδρό κι επικίνδυνο, καθώς υποστηρίζουν ότι η επίσημη τυπική Δικαιοσύνη δεν βλέπει καλά ή είναι ελεγχόμενη και οι αντιπολιτευόμενοι, «ανεξάρτητοι» και «έντιμοι», θα πρέπει να της ανοίξουν τα μάτια. Γίνονται ταυτόχρονα νομοθέτες και δικαστές.
Ετσι, το περί δικαίου αίσθημα του λαού, στην ακραία έκφρασή του, ταυτίζεται πολλές φορές με τον νόμο του Λιντς και εκτονώνεται στα «λαϊκά δικαστήρια». Και, το χειρότερο, είναι πρόθυμοι και έτοιμοι να γίνουν δήμιοι, με θύμα την ίδια τη Δικαιοσύνη και τον πυρήνα της Δημοκρατίας.