Η Δημοκρατία μας διολισθαίνει ολοένα και περισσότερο μέσα από τα επιχειρούμενα «λαϊκά δικαστήρια» που στήνουν επιτήδειοι σφετεριστές κατά των λειτουργών της Δικαιοσύνης. Πότε ο ένας και πότε ο άλλος ανώτατος δικαστής κρεμιούνται στα μανταλάκια και σέρνονται στη λάσπη, όχι γιατί δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους με βάση το σύνταγμα και τους νόμους, αλλά γιατί το έργο τους εμποδίζει τους «εισαγγελείς του πληκτρολογίου» και χαλάει τα σχέδια συνωμοσιολογούντων και εμπνευστών σκευωριών.
Είναι πολλά τα εμβληματικά παραδείγματα των τελευταίων ετών, με επιθέσεις σε βάρος δικαστών και εισαγγελέων, με στόχο να κάμψουν το φρόνημά τους και να κλονίσουν την αξιοπιστία και το κύρος του θεσμού της Δικαιοσύνης. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις, η εμπρηστική ρητορική κάποιων οδήγησε ακραία αντιδημοκρατικά στοιχεία να επιτεθούν ακόμα και με τρομοκρατικές ενέργειες σε βάρος ανώτατων δικαστικών λειτουργών, όπως συνέβη πριν από έναν χρόνο με την απελθούσα πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα, έξω από το σπίτι της οποίας είχε τοποθετηθεί εκρηκτικός μηχανισμός.
Όψιμοι «υπερδικαστές»
Κρατάνε χρόνια οι επιθέσεις σε βάρος ευσυνείδητων λειτουργών της Θέμιδος και το μόνο αποτέλεσμα που παράγουν είναι να δυναμιτίζουν το κλίμα αμφισβήτησης και να σαμποτάρουν το έργο της Δικαιοσύνης, αλλά και την ίδια τη λειτουργία της Δημοκρατίας.
Μέσω της στοχοποίησης και διαπόμπευσης των δικαστικών λειτουργών, επιχειρείται ο αυθαίρετος σφετερισμός της συνταγματικά κατοχυρωμένης, ως αδέσμευτης, δικαστικής κρίσης, από «πρόσωπα» και «ομάδες πολιτών», που εμφανίζονται να κατέχουν τη νομική επιστήμη καλύτερα και πληρέστερα από τους δικαστές, και οι οποίοι ως «υπερδικαστές», έχουν αλάθητη κρίση και κατέχουν τη μοναδική αλήθεια, παραγνωρίζοντας ότι κατά το σύνταγμα η συνείδηση του ίδιου του δικαστικού κριτή πρέπει να συνιστά τον μοναδικό παράγοντα σχηματισμού της δικανικής πεποίθησης.
Τελευταίο παράδειγμα, οι αήθεις και συστηματικές επιθέσεις σε βάρος του εφέτη ανακριτή Λάρισας, Σωτήρη Μπακαΐμη, που πριν από δυόμισι και πλέον χρόνια ορίστηκε ειδικός ανακριτής στην υπόθεση των Τεμπών. Ένας έγκριτος και ευσυνείδητος δικαστής που χαίρει καθολικής αναγνώρισης και εκτίμησης από το δικαστικό σώμα και με τον ορισμό ως βασικού ανακριτή στην υπόθεση, από την Ολομέλεια του Συμβουλίου Εφετών Λάρισας, δηλώθηκε η εμπιστοσύνη των συναδέλφων του στο πρόσωπό του.
Και τι δεν έχει ακούσει όλο αυτό το διάστημα ο κ. Μπακαΐμης από συγκεκριμένους νομικούς και διαδίκους της υπόθεσης. Ότι ολιγώρησε, ότι δεν έψαξε, ότι έκλεισε τα μάτια στα στοιχεία και άλλα πολλά. Αλλά η αλήθεια είναι πως έως τώρα τα στοιχεία της υπόθεσης έχουν δικαιώσει την κρίση του και τις επιλογές του.
Για την ίδια υπόθεση, σφοδρές επικρίσεις έχουν δεχτεί όλο το προηγούμενο διάστημα τα πρόσωπα που βρέθηκαν στην ηγεσία του Αρείου Πάγου, η πρώην πρόεδρος, Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα, και η εισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Γεωργία Αδειλίνη.
Σε ό,τι αφορά μάλιστα την κ. Αδειλίνη, η παραφιλολογία έφτασε μέχρι του σημείου να ισχυριστούν κάποιοι ότι μπορεί η ανώτατη εισαγγελική λειτουργός της χώρας, που έχει ορκιστεί πίστη στο σύνταγμα και στον νόμο, να προέτρεψε τους χαροκαμένους συγγενείς της τραγωδίας να βρουν καταφύγιο στην Εκκλησία και να... αφήσουν τη δικαστική οδό. Φήμη, βεβαίως, που αμέσως και κατηγορηματικά διαψεύστηκε από την κ. Αδειλίνη.
Καταδικασμένος «Ρασπούτιν»
Στο κοντινό παρελθόν, έχει χυθεί πολύ μελάνι για εισαγγελείς που δήθεν προστάτευαν ισχυρούς επιχειρηματίες και εμπορικά συμφέροντα, υποκύπτοντας σε σκάνδαλα που εξέθεταν τη χώρα. Στο στόχαστρο, με μπαράζ συκοφαντικών δημοσιευμάτων, βρέθηκαν η σημερινή αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ελένη Ράικου, για την υπόθεση της Novartis, αλλά και η πρώην Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών, Γεωργία Τσατάνη, για την υπόθεση Βγενόπουλου. Κοινός παρονομαστής των δύο υποθέσεων, ο κατήγορος των δύο συναδέλφων του, πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης, Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, που από την κ. Ράικου έχει φωτογραφηθεί ως ο «Ρασπούτιν» της σκευωρίας της Novartis.
Παρά τις συντονισμένες επιθέσεις από τα μέσα του ΣΥΡΙΖΑ και τα προσκείμενα στο κόμμα, παρά τις δημόσιες τοποθετήσεις του κ. Παπαγγελόπουλου για το «μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους» (υπόθεση Novartis), η Δικαιοσύνη τον καταδίκασε μέσω αμετάκλητης απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου για παράβαση καθήκοντος, αναφορικά με πιέσεις που άσκησε σε δύο εισαγγελείς, την Ελένη Ράικου και τον Παναγιώτη Αθανασίου.