Οπως αναφέρεται στη συνοπτική έκθεση «Megatrends 2040: Μεταβλητότητα, Αβεβαιότητα, Επινοητικότητα» της Ομάδας Μακροπρόθεσμου Στρατηγικού Σχεδιασμού και Ερευνας για το Μέλλον, η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) θα επηρεάσει έντονα το μέλλον μας και θα αποτελέσει μια σημαντική δύναμη αλλαγής για την οικονομία, την κοινωνία και τον τρόπο ζωής μας στη νέα, ψηφιακή φάση της παγκοσμιοποίησης (Globalization 4.0). Πρόσφατες έρευνες δείχνουν τον τρόπο που ειδικοί και μη ειδικοί αντιλαμβάνονται αυτή τη δυναμική, καθώς και τις απόψεις και στάσεις τους για τη χρήση και τις εφαρμογές των προηγμένων αλγοριθμικών συστημάτων.

των Γιάννη Μαστρογεωργίου & Χαράλαμπου Τσέκερη

Στο επίπεδο των ειδικών, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Few Research Center με τίτλο «Α1 by 2030», οι περισσότεροι από τους 602 εμπειρογνώμονες που ρωτήθηκαν για το μέλλον της ΤΝ (μέχρι το 2030) επεσήμαναν την ισχυρή τάση μεγιστοποίησης του εμπορικού κέρδους και βελτιστοποίησης του κοινωνικού ελέγχου (ή του «κατασκοπευτικού καπιταλισμού» κατά τη Shoshana Zuboff), ενώ το 68% απαισιοδοξεί για τη συμφωνημένη και αποτελεσματική εφαρμογή πλαισίων δεοντολογίας στην ανάπτυξη και χρήση συστημάτων ΤΝ. Εντούτοις, η μεγάλη πλειοψηφία διαβλέπει πολλές δυνατότητες και ευκαιρίες θεματικής βελτίωσης του επιπέδου ζωής με νέες εφαρμογές, προϊόντα και υπηρεσίες (σε τομείς όπως το περιβάλλον, η ενέργεια, η τραπεζική, οι μεταφορές, η αγροτική παραγωγή, ο τουρισμός, η υγεία, η εκπαίδευση και τα ΛΙΜΕ). Στην ίδια γραμμή, κατά τις εκτιμήσεις του Think Tank του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2020), η ΤΝ θα βοηθήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας έως και 37% μέχρι το 2035, αλλά και σε μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου παγκοσμίως έως και 4% μέχρι το 2030. Επίσης, η παγκόσμια μελέτη της PwC «Exploiting the ΑΙ Revolution» εκτιμά ότι η ΓΝ μπορεί να συνεισφέρει έως και 15 τρισ. δολάρια στην παγκόσμια οικονομία μέχρι το 2030.

Στο επίπεδο της κοινωνίας (δηλαδή, των μη ειδικών), σύμφωνα με διεθνή έρευνα του ΙΕ University’s Center for the Governance of Change (Μάιος 2021), το 72% των ευρωπαίων πολιτών θα επιθυμούσε να ψήφιζε στις εκλογές μέσω smartphone, ενώ το 42% θα υποστήριζε τη χρήση τεχνολογιών αναγνώρισης προσώπου αν αυτές πράγματι έκαναν τη ζωή τους πιο εύκολη. Το πιο ενδιαφέρον εύρημα, όμως, είναι ότι πάνω από τους μισούς Ευρωπαίους (κατά μέσο όρο. το 51% των ερωτηθέντων) δήλωσαν ότι θα δέχονταν να μειωθεί ο αριθμός των βουλευτών στη χώρα τους προκειμένου να πάρει τη θέση τους ένας έξυπνος αλγόριθμος που θα είχε πρόσβαση στα δεδομένα τους για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Τούτο σηματοδοτεί μια – άκριτη ίσως – στροφή εμπιστοσύνης (ιδίως της νεολαίας) από τους καθιερωμένους δημοκρατικούς θεσμούς προς την ψηφιακή τεχνολογία.

Ωστόσο, οι αλγόριθμοι της ΤΝ δεν είναι ακόμα τόσο έξυπνοι ή τόσο δίκαιοι όσο θέλουμε να ονειρευόμαστε, ενώ παράλληλα είναι σαφές ότι η υπερσυγκέντρωση δεδομένων ενέχει πάντοτε το ρίσκο δημιουργίας ενός παντοδύναμου «καλοπροαίρετου δικτάτορα», σύμφωνα με το «1984» του Οργουελ. Αποφάσεις που έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν ατομικά ή συλλογικά ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να συνεχίσουν να λαμβάνονται από ανθρώπους. Σύμφωνα με την πρόταση κανονισμού της ΕΕ για την ΤΝ, «ορισμένα συστήματα ΤΝ που προορίζονται για την απονομή δικαιοσύνης και τις δημοκρατικές διαδικασίες θα πρέπει να ταξινομηθούν ως υψηλού κινδύνου, λαμβανομένου υπόψη του δυνητικά σημαντικού αντίκτυπού τους στη δημοκρατία, το κράτος δικαίου, τις ατομικές ελευθερίες, καθώς και στο δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου». Η δημοκρατική ιδιότητα του πολίτη μάς καλεί να αναρωτηθούμε πού δίνουμε την εμπιστοσύνη μας.

Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι, στην προαναφερθείσα διεθνή έρευνα, το 42% των Ευρωπαίων επιθυμούν τον περιορισμό της αυξανόμενης εξουσίας των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, ενώ σύμφωνα με το Democracy Perception Index 2021, το 48% ενός παγκόσμιου δείγματος (που καλύπτει περισσότερες από 50 χώρες) υποστηρίζει ότι η εξουσία αυτή αποτελεί ευθεία απειλή για τη δημοκρατία. Αναδύεται λοιπόν ένα κοινωνικό και ηθικοπρακτικό αίτημα ενάντια στη διάχυτη επιτήρηση και στην ασυμμετρία ισχύος που αντιμετωπίζουμε σήμερα, ενάντια στην όξυνση των ψηφιακών ανισοτήτων και την υπερσυγκέντρωση ψηφιακού πλούτου, φαινόμενα τα οποία, σε συνδυασμό με τη συστημική υπερπολυπλοκότητα και την περιβαλλοντική υποβάθμιση, απειλούν όχι μόνο τη φιλελεύθερη δημοκρατία αλλά και τον ανθρώπινο πολιτισμό στο σύνολό του, κατά τον Luke Kemp, ερευνητή του Centre for the Study of Existential Risk του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ.

Οφείλουμε δηλαδή να συνδιαμορφώσουμε τον (μετα-)ψηφιακο κοσμο σύμφωνα με τις αξίες και τις ανάγκες της ανθρωπότητας, αντί να επιτρέψουμε στις νέες τεχνολογίες να ενισχύσουν την πόλωση και τη μισαλλοδοξία, ή να στρεβλώσουν την κοινή μας ανθρωπινότητα, η οποία είναι θεμελιωμένη πάνα) στην ενσυναίσθηση, την αγάπη και τη συνεργασία. Στη λεγάμενη «περίοδο του Ανθρωπόκαινου», η σωτηρία του πλανήτη (σε οικολογικό επίπεδο) και της δημοκρατίας (σε κοινωνικό επίπεδο) δεν εξαρτάται από την Τεχνητή Νοημοσύνη, αλλά από τη μεγαλύτερη απειλή του, τον ίδιο τον άνθρωπο.

Το παρόν αφιέρωμα (με συμβολές των Σέργιου Θεοδωρίδη, Σωτήρη Χτούρη και Νίκου Δεμερτζή) αναδεικνύει πάνω απ’ όλα τη διεπιστημονικότητα, τον πλουραλισμό και τη ριζική αμφιρροπία των προσεγγίσεων της ΤΝ ως αναδυόμενου πεδίου διλημμάτων, αντιπαραθέσεων και επιπτώσεων που σχετίζονται με την ηθική και τη δεοντολογία, τους θεσμούς και τη δημοκρατία, την κοινωνία και τον άνθρωπο. Σε αυτά τα συμφραζόμενα. απαιτούνται νέες συνδυαστικές γνώσεις από ανθρωπιστικές σπουδές, κοινωνικές σπουδές και σπουδές μηχανικής, καθώς και μελλοντοστραφείς συλλογικές δράσεις για το κοινό καλό. Οπως το θέτει ο Ολλανδός φιλόσοφος Rutger Bregman, οφείλουμε να είμαστε αρκετά ιδεαλιστές για να οραματιστούμε έναν καλύτερο κόσμο και αρκετά πραγματιστές για να τον χτίσουμε συστηματικά.


Ο Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι γενικός γραμματέας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, προεδρος της Ομάδας Foresight υπό τον Πρωθυπουργό και ο Χαράλαμπος Τσέκερης είναι αντιπρόεδρος Εθνικης Επιτροπής Βιοηθικής και Τεχνοηθικής, ερευνητής Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών. Το άρθρο δημοσιεύεται στα Νέα