Σχεδόν μισό αιώνα ο ελληνικός λαός δοκίμασε όλα τα πολιτικά σχήματα δίνοντάς τους την ευκαιρία να κυβερνήσουν  προκειμένου να εφαρμόσουν τις προεκλογικές τους εξαγγελίες. Σε πολλές περιπτώσεις οι επιλογές του δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες του. Παρ’ όλα αυτά έδινε σχεδόν πάντα μια δεύτερη ευκαιρία-με εξαίρεση τη διακυβέρνηση από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη- ώστε να βεβαιωθεί ότι η μη εκπλήρωση των προεκλογικών υποσχέσεων δεν οφείλονταν σε σκοπιμότητες, αλλά σε αντικειμενικές δυσκολίες.

του Χάρη Παυλίδη

Κάνοντας έναν πρόχειρο απολογισμό της μεταπολιτευτικής περιόδου, θα ήταν άδικο να μηδενιστούν οι προσπάθειες που έγιναν από το ’74 από όλο το πολιτικό φάσμα. Ασφαλώς και διαπράχθηκαν λάθη και επιλογές που διόγκωσαν τον δημόσιο τομέα σε βάρος της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Αναμφισβήτητα η αύξηση του δημόσιου χρέους οφείλεται στο σπάταλο κράτος και στη μείωση της ανταγωνιστικότητας στον ιδιωτικό τομέα. Όλα αυτά είναι γνωστά. Ωστόσο κανείς δεν πρέπει να αγνοεί ότι η Δημοκρατία θωρακίστηκε και στην ομαλή λειτουργία της οφείλεται η αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας την πρώτη δεκαετία.

Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη καλείται μετά από 47 χρόνια να επικαιροποιήσει ιδεολογικά και πολιτικά τον χώρο δράσης της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς,  με μια νέα μεταρρυθμιστική  πρόταση διακυβέρνησης. Πέρα από την πεπατημένη των περικοπών και των φόρων, που θα μειώνει δραστικά το κράτος και θα απλοποιεί τη λειτουργική του σχέση με τους πολίτες, ενώ ταυτόχρονα θα διευκολύνει την επιχειρηματικότητα με μια δέσμη μέτρων που θα στοχεύουν σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η Νέα Δημοκρατία πρέπει να αντικρύσει τη σκληρή πραγματικότητα και να δει κατάματα την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι η Νέα Δημοκρατία δεν αρέσει γι αυτό που ήταν αλλά γι αυτό που το εκλογικό σώμα πείστηκε στις τελευταίες εκλογές ότι είναι.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η κυβέρνηση Μητσοτάκη, προχωρώντας σε βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις που δεν επιβάλλονται ως “τιμωρία”, αλλά έχουν την αποδοχή της κοινωνίας απλώνοντας ένα δίχτυ προστασίας προκειμένου να διασφαλίσει τους φτωχούς και αδύναμους. Παράλληλα η Νέα Δημοκρατία στην κυβέρνηση συνδυάζει τις κοινωνικές αξίες που πρεσβεύει από την ίδρυσή της, με αυτό που χρειάζεται ο φιλελεύθερος χώρος προκειμένου να συνενώσει πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις από όλο το φάσμα του πολιτικού χάρτη- εκτός των άκρων- με σκοπό τη διαμόρφωση ενός νέου πλειοψηφικού ρεύματος.

Εν κατακλείδι, η Νέα Δημοκρατία με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη κατόρθωσε στα δύο χρόνια που κυβερνά να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων χωρίς να γυρίζει στο παρελθόν για να αναπαλαιώσει την πολιτική της, αλλά για να αντλήσει δύναμη και να διδαχθεί από τα λάθη και τις παραλείψεις. Να διδαχθεί κυρίως από τον ιδρυτή της- κι αυτό δείχνει ότι κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης- ο οποίος προτίμησε τη μεγάλη εικόνα για την παράταξη αντί του κόμματος.

Ας μη ξεχνούν όσοι σήμερα αντιδρούν για τα ανοίγματα του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, όταν χρειάστηκε, δεν δίστασε να “σκοτώσει” την ΕΡΕ και στη θέση της να ιδρύσει τη Νέα Δημοκρατία. Ο μεγάλος ηγέτης δεν είχε ταμπού και η κοινωνία τον τίμησε για τη διορατικότητα και την τόλμη του.

Γι αυτό σήμερα η Νέα Δημοκρατία παραμένει νέα και ζωντανή.