Σε μια περίοδο που η ενημέρωση και η διαφάνεια αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας, η κυβέρνηση προχωρά με αποφασιστικότητα στην αναβάθμιση του τοπίου των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ), θέτοντας σαφή και διαφανή όρια. Παρά τις προθέσεις αυτές, η αντιπολίτευσηφαίνεται εγκλωβισμένη σε επαναλαμβανόμενα στερεότυπα και κριτική που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις πραγματικότητες της εποχής.

Η συζήτηση γύρω από το νέο νομοσχέδιο αποκάλυψε μια σειρά από προβληματισμούς και αιτιάσεις που, ωστόσο, μοιάζουν περισσότερο με ευκαιρία για πολιτική αντιπαράθεση παρά με γόνιμη συμβολή στην αναβάθμιση του Τύπου.

Οι εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης δεν παρέλειψαν να τονίσουν την ανάγκη για ελεύθερο και ανεξάρτητο Τύπο, υπογραμμίζοντας πως η Ελλάδα βρίσκεται χαμηλά στους διεθνείς δείκτες ελευθερίας της ενημέρωσης. Ωστόσο, η κριτική τους κινείται συχνά σε μονοπάτια υπερβολών και γενικεύσεων.

Οι θέσεις των κομμάτων

Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Δημήτρης Μπιάγκης, επικεντρώθηκε στην έλλειψη διαφανών κριτηρίων για την κατανομή της κρατικής διαφήμισης και στην ανάγκη στήριξης των τοπικών μέσων, χωρίς να αναγνωρίζει τις προσπάθειες της κυβέρνησης να απλοποιήσει τις διαδικασίες.

Η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Πόπη Τσαπανίδου, κατηγόρησε την κυβέρνηση για τη δημιουργία «γραφειοκρατικής ασφυξίας» που φέρεται να αποκλείει μικρά και ανεξάρτητα μέσα, ενώ παράλληλα επιμένει σε αόριστες κατηγορίες περί συγκέντρωσης της πληροφορίας. Παρά ταύτα, οι προτάσεις της αντιπολίτευσης δεν περιλαμβάνουν ρεαλιστικές λύσεις για την απλοποίηση και εκσυγχρονισμό του τοπίου των ΜΜΕ.

Από την πλευρά του, το ΚΚΕ και η Ελληνική Λύση περιγράφουν το νομοσχέδιο ως αποσπασματικό και ελλιπές, παραγνωρίζοντας ότι οι διατάξεις αποτελούν βήμα προς την κατεύθυνση της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Αντίστοιχα, η Νέα Αριστερά και η Πλεύση Ελευθερίας, παρά τις εύλογες ανησυχίες τους, επενδύουν σε εντυπωσιακές καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίζουν.

Τέλος, το κόμμα των «Σπαρτιατών» δείχνει να εστιάζει περισσότερο σε εσωτερικές κοινοβουλευτικές διαμάχες παρά σε ουσιαστικό διάλογο για το μέλλον του Τύπου.

Η συζήτηση αυτή αποτυπώνει τη γνωστή εικόνα της αντιπολίτευσης που, αντί να συμβάλει με εποικοδομητικές προτάσεις, παραμένει προσκολλημένη σε κουρασμένα στερεότυπα και πολιτικές αψιμαχίες. Στον αντίποδα, η κυβέρνηση συνεχίζει να προωθεί μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν στη διαφάνεια, την ενίσχυση των περιφερειακών μέσων και την προστασία της πολυφωνίας.