Η Θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων είναι ένα κοινωνιολογικό μοντέλο που προτάθηκε από τους κοινωνιολόγους James Q. Wilson και George L. Kelling το 1982. Η βασική ιδέα της θεωρίας είναι ότι τα μικρά παραπτώματα, όπως οι σπασμένες βιτρίνες ή οι βρομιές στους δρόμους, αν δεν επιδιορθώνονται άμεσα, μπορεί να οδηγήσουν σε πιο σοβαρές εγκληματικές δραστηριότητες.
Ουσιαστικά, προτείνει ότι η παρουσία της αμέλειας και της παρακμής στην κοινότητα στέλνει ένα μήνυμα ότι δεν υπάρχει κοινωνικός έλεγχος και ότι οι κανόνες δεν τηρούνται.
Γράφει ο Ιωάννης Χαμπιλός
Η θεωρία υποστηρίζει ότι όταν οι άνθρωποι βλέπουν ότι οι μικρές παραβατικές συμπεριφορές δεν αντιμετωπίζονται, πιθανόν να αρχίσουν να αποδέχονται την παρανομία. Έτσι, η πρόληψη του εγκλήματος θα πρέπει να επικεντρώνεται στην επίλυση αυτών των μικρών θεμάτων προτού εξελιχθούν σε σοβαρότερα προβλήματα.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πολιτική «μηδενικής ανοχής» που υιοθετήθηκε από την αστυνομία της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του 1990, η οποία είχε στόχο την καταστολή της μικρής εγκληματικότητας για τη μείωση των σοβαρών εγκλημάτων. Η Θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων, λοιπόν, αναδεικνύει τη σημασία της κοινότητας στη διατήρηση της τάξης και της ασφάλειας.
Στην Ελλάδα, η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί σε ορισμένες περιοχές, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη. Αν και τα στατιστικά δείχνουν μείωση των βαριών εγκλημάτων σε ορισμένες περιπτώσεις, η αίσθηση ανασφάλειας των πολιτών παραμένει υψηλή. Πολλές γειτονιές υποφέρουν από φθορές στον δημόσιο χώρο, εγκαταλελειμμένα κτήρια, παράνομο εμπόριο και έλλειψη επαρκούς φωτισμού – στοιχεία που συνάδουν με τα «σπασμένα παράθυρα» της θεωρίας. Η απουσία συστηματικής παρέμβασης για την αποκατάσταση της τάξης σε μικρο-εγκληματικό επίπεδο μπορεί, σύμφωνα με τη θεωρία, να ενισχύσει την παρουσία και τη δράση πιο οργανωμένων εγκληματικών μορφών.
Η εφαρμογή της θεωρίας έχει δεχτεί έντονη κριτική. Οι αντίπαλοι υποστηρίζουν ότι η υπερβολική καταστολή των μικρο-παραβάσεων μπορεί να οδηγήσει σε ποινικοποίηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και να πλήξει ευάλωτες ομάδες χωρίς να αντιμετωπίζει τα βαθύτερα αίτια της εγκληματικότητας, όπως η ανεργία, η φτώχεια και η κοινωνική ανισότητα.
Η Θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων μπορεί να προσφέρει χρήσιμες ιδέες για την πρόληψη της εγκληματικότητας στην Ελλάδα, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τη φροντίδα του δημόσιου χώρου και την ενίσχυση της αίσθησης ασφάλειας. Ωστόσο, η εφαρμογή της πρέπει να είναι ισορροπημένη και κοινωνικά ευαίσθητη, προκειμένου να αποφευχθούν αυταρχικές πρακτικές και κοινωνικές διακρίσεις. Η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας απαιτεί ένα συνολικό, πολυπαραγοντικό σχέδιο που θα συνδυάζει πρόληψη, κοινωνική υποστήριξη και αποτελεσματική αστυνόμευση.
*Ο Ιωάννης Χαμπιλός είναι δικηγόρος