Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, το προ ημερών έγκλημα έξω από το αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων φαίνεται ότι θα μπορούσε να αποφευχθεί, εφόσον οι εμπλεκόμενοι με το συμβάν αστυνομικοί ήταν πιο προσεκτικοί. Επειδή όμως η δουλειά των αστυνομικών, εξ ορισμού, είναι να είναι προσεκτικοί, στην πραγματικότητα το έγκλημα θα μπορούσε να αποφευχθεί αν γενικά η Ελληνική Αστυνομία λειτουργούσε με επαγγελματισμό και, ακόμα πιο γενικά, αν το ελληνικό Δημόσιο ήταν ένας πιο αξιόπιστος εκτελεστικά οργανισμός.

Συμπτωματικά (ή, μάλλον, καθόλου συμπτωματικά), το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από το άλλο τραγικό γεγονός που απασχολεί την επικαιρότητα: το πολύνεκρο δυστύχημα των Τεμπών. Άνθρωποι βρέθηκαν σε θέσεις που δεν έπρεπε και ασκούσαν τα καθήκοντά τους με τρόπο που δεν έπρεπε. Το ότι βρέθηκαν εκεί που βρέθηκαν και λειτουργούσαν όπως λειτουργούσαν οφείλεται δυστυχώς στο γεγονός ότι ανήκουν στον δημόσιο τομέα και αποτελούν κομμάτι της νοσηρής νοοτροπίας που τον διέπει επαγγελματικά.

Ειδικότερα, όπως γράφαμε και πριν περίπου ένα μήνα με αφορμή τις θεωρίες περί συγκάλυψης των αιτιών του δυστυχήματος στα Τέμπη, «αν κάπου υπάρχει συγκάλυψη, αυτή αφορά τις διαδικασίες του βαθέος ελληνικού Δημοσίου, για τις οποίες σχεδόν ποτέ δεν γίνεται κανένας λόγος, πουθενά. Δημόσιοι υπάλληλοι κάνουν εγκλήματα, εκούσια ή ακούσια, και δεν μαθαίνουμε ποτέ τι ακριβώς συμβαίνει με τις περιπτώσεις τους, μέχρι που μυστηριωδώς βρίσκονται μία μέρα ξανά στις θέσεις τους ή εξακολουθούν να εισπράττουν τον μισθό τους, ακόμα κι όταν βρίσκονται στην φυλακή» («Ένα χρόνο μετά τα Τέμπη, συζητάμε τα ίδια με πέρυσι», 02/03/2024, Το Μανιφέστο).

Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι λογικό τα «εγκλήματα» από το Δημόσιο να είναι συχνά, σε βαθμό καθημερινότητας. Απλώς δεν είναι πάντα το ίδιο σοβαρά. Μερικές φορές είναι πλημμελήματα, άλλες πταίσματα, αλλά πάντα ζημιώνουν την κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, αποτελούν περισσότερο κανόνα παρά εξαίρεση. Με άλλα λόγια, η «κακιά στιγμή» είναι περισσότερο θέμα θέσης παρά τύχης. Το ότι, λ.χ., ο διοικητικός υπάλληλος του ΕΚΠΑ που «σαμπόταρε» πριν λίγο καιρό τις εξετάσεις στη σχολή του δεν θα βρεθεί στη φυλακή, έχει να κάνει με το γεγονός ότι στην εργασία του διαχειρίζεται πανεπιστημιακά έγγραφα και όχι τρένα. Κατά τα άλλα, παίρνει τη δουλειά του λίγο πολύ το ίδιο σοβαρά με τους δημόσιους λειτουργούς του σταθμού Λαρίσης που σχετίζονται με το δυστύχημα των Τεμπών.

Το πώς αλλάζει αυτή η κατάσταση είναι αρκετά απλό και γνωστό σε όλους: με λογοδοσία. Το γιατί δεν αλλάζει, είναι επίσης γνωστό: γιατί δεν θέλουμε. Γιατί όταν μία κυβέρνηση προσπαθεί να θεσμοθετήσει διαδικασίες αξιολόγησης στο Δημόσιο, σχεδόν όλοι οι κοινωνικοί φορείς τής κηρύσσουν τον πόλεμο και εάν κατά τύχη περάσει κάπου σε μία δημόσια υπηρεσία κάποιο μέτρο αξιολόγησης, οι αξιολογούμενοι «σαμποτάρουν» την εφαρμογή του ανοιχτά. Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει να υπάρξουν συνέπειες σε όλους αυτούς, αλλιώς θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε όλοι οι υπόλοιποι για λογαριασμό τους. Ενίοτε με αίμα...