Ο σάκος του μποξ, που λέγεται Ελληνική Αστυνομία, δεν είναι άμοιρος ευθυνών για το φρικτό φαινόμενο παρακμής και επιχειρησιακής ανικανότητας στο τμήμα των Αγίων Αναργύρων. Το ξέρουν όλοι αυτό. Ιδιως όσοι παρακολουθούν την αργή, βασανιστική μετάλλαξη των αστυνομικών τμημάτων σε παραρτήματα των δημοσίων υπηρεσιών άμεσης εξυπηρέτησης των πολιτών.
Με νεαρούς αστυνομικούς, γυναίκες και άντρες, με υψηλό επίπεδο ακαδημαϊκών γνώσεων, ξένων γλωσσών, πολιτισμικά και κοινωνικά εκπαιδευμένους, γεμάτους όρεξη για δουλειά, να σπαταλούν γνώσεις και δεξιότητες όχι στο κυνήγι του εγκλήματος, αλλά μιας ατέλειωτης χαρτούρας. Αντε το πολύ και το βαρύ να είναι ψηφιακή χαρτούρα.
Από εκεί και έπειτα όμως, είναι εξαιρετικά αντιπαραγωγικό, αντιεπιστημονικό, κοινωνικά και παραγωγικά παράλογο αυτό το τόσο σπουδαίο θέμα της έμφυλης και της ενδοοικογενειακής βίας να πέφτει αποκλειστικά πάνω στις πλάτες των ενστόλων. Οσο και αν αυτές δεν δύνανται να σηκώσουν ακόμα και πιο «ελαφριά» κοινωνικά θέματα ή όλα όσα ανήκουν στην κατηγορία της ατόφιας εγκληματικότητας.
Τα τοπικά αστυνομικά τμήματα, δυστυχώς, δεν είναι αυτό που πρέπει σε μια σύγχρονη κοινωνία, γεμάτη εγκληματογενείς εστίες, εσωτερικές και εξωτερικές, με τόσες μικροεστίες στις γειτονιές – εξαιρετικά ευαίσθητης προέλευσης όπως είναι η βία των ανηλίκων. Από τη μία, η αποδυνάμωση των τοπικών τμημάτων.
Από την άλλη, η συγκλονιστική πολυπλοκότητα της τοπικής εγκληματικότητας και της καθημερινής παραβατικότητας που συνθέτουν ένα εξαιρετικά βαρύ φορτίο. Γιατί είναι άλλο πράγμα η επαγγελματική ανεπάρκεια έως και ανικανότητα κάποιου, αλλά αν είναι αστυνομικός θα πρέπει να ξέρουμε ότι επελέγη μέσα από ένα υποσύστημα γενικότερης αξιολόγησης για το συγκεκριμένο επάγγελμα. Και καλείται να αντιμετωπίσει θέματα που χρειάζονται συλλογική ευθύνη, καταμερισμό αρμοδιοτήτων και άλλου είδους κοινωνική προετοιμασία.
Άλλωστε, σε καμία πολιτισμένη κοινωνία με μοντέρνα αστυνομία, ουδείς από όσους ασχολούνται με τόσο πολύπλοκα θέματα δεν κουβαλάει όπλο…