Η υλοποίηση των δεσμεύσεων που αναλαμβάνει ένας πρωθυπουργός πριν την εκλογή του απέναντι στους πολίτες, στο πλαίσιο πάντα των συγκυριών που διαμορφώνονται εντός και κυρίως εκτός της χώρας, θα πρέπει να είναι το βασικό κριτήριο με το οποίο κρίνεται ένας πολιτικός πριν από τις επόμενες εκλογές.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει καταφέρει να χτίσει αυτή ακριβώς τη σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες και γι’ αυτό παραπέμπει στο τέλος της κυβερνητικής θητείας, όταν αυτοί θα κληθούν να κρίνουν τι ειπώθηκε και τι τελικά έγινε. Είναι αυτό αρκετό; Δυστυχώς όχι. Και οι κυβερνήσεις αξιολογούνται καθημερινά ειδικά ως προς την αντιμετώπιση των θεμάτων της καθημερινότητας.

Ο στόχος της κυβέρνησης είναι διττός. Η διαμόρφωση των συνθηκών που οδηγούν στην υλοποίηση του προγράμματος για το οποίο ψηφίστηκε σε συνδυασμό με μέτρα που συνδέονται με προβλήματα όπως η ακρίβεια, η υγεία και οι υποδομές, καθώς και η βελτίωση του κράτους.

Λάθη και παραλείψεις δεν είναι εκτός πραγματικότητας. Ούτε ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι όλα γίνονται τέλεια ή ότι δεν καταγράφονται κενά και προβλήματα. Αυτή ακριβώς είναι και η διαφορά, ότι δηλαδή και τα λάθη αναγνωρίζονται και οι παραλείψεις αντιμετωπίζονται.

Στον αντίποδα, η αντιπολίτευση τα βλέπει όλα μαύρα και υπόσχεται πως θα επιλύσει τα προβλήματα με «έναν νόμο και ένα άρθρο». Έχει πρόβλημα για κάθε λύση, αλλά προτείνει και λύσεις για προβλήματα που δεν υπάρχουν. Όμως η διαρκής μιζέρια λειτουργεί αποτρεπτικά για τους ψηφοφόρους.

Δεν υπάρχει δημοσκόπηση που να μην αποτυπώνει το μέγεθος της αξιοπιστίας της αντιπολίτευσης αλλά και το γεγονός ότι στην απέναντι πλευρά βρίσκεται μια κυβέρνηση που παράγει έργο, δημιουργεί θέσεις εργασίας και επιλύει προβλήματα.

Έξι χρόνια μετά την πρώτη κυβέρνηση Μητσοτάκη, και παρά τις διεθνείς κρίσεις, βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτοκαθεδρία που δεν έχει υπάρξει στο παρελθόν. Και αυτό δεν οφείλεται στο αντιπολιτευτικό κενό, όπως βολικά αναλύουν ορισμένοι, αλλά και στα απτά αποτελέσματα της κυβέρνησης.

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση του «Μανιφέστο».