Μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες στην κοινοβουλευτική ιστορία της χώρας χαρακτήρισε σήμερα ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης την απόφαση κομμάτων της αντιπολίτευσης να ταχθούν υπέρ της άρσης της ασυλίας 14 βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας.
Όπως επισημαίνει, κατά την ψηφοφορία στη Μόνιμη Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας της Βουλής επί του αιτήματος άρσης της ασυλίας για τα αδικήματα της εσχάτης προδοσίας, της παράβασης καθήκοντος και της κατάχρησης εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και η Νέα Αριστερά ψήφισαν «παρών», ενώ η Ελληνική Λύση, η Νίκη και η Πλεύση Ελευθερίας υπερψήφισαν το αίτημα — παρά το γεγονός ότι οι βουλευτές άσκησαν το καθήκον τους εκφράζοντας γνώμη, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα.
Ο κ. Μαρινάκης υπενθυμίζει ότι το άρθρο 61 του Συντάγματος είναι σαφές: «ο βουλευτής δεν καταδιώκεται, ούτε εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων», και ότι η μόνη περίπτωση άρσης ασυλίας προβλέπεται αποκλειστικά για το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμησης.
Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος σημειώνει ότι με τη στάση αυτή, τα κόμματα της αντιπολίτευσης αναπαράγουν πρακτικές που είχαν υιοθετήσει στο παρελθόν η Χρυσή Αυγή κατά τη διάρκεια των μνημονίων και αργότερα η Ελληνική Λύση για τη Συμφωνία των Πρεσπών.
«Η στάση των κομμάτων της ‘πάνω και κάτω πλατείας’, όπως και των μετεξελίξεών τους, όσο θλιβερή και αντίθετη με τους κανόνες της Δημοκρατίας κι αν είναι, δεν μας εκπλήσσει», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο κ. Μαρινάκης στο ΠΑΣΟΚ, χαρακτηρίζοντας τη στάση του ως μέγιστο κοινοβουλευτικό ατόπημα και τονίζοντας ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ευθυγραμμίζεται για ακόμη μία φορά με τις πιο ακραίες φωνές του λαϊκισμού.
Καλεί μάλιστα τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Νίκο Ανδρουλάκη, να επανεξετάσει τη στάση του κόμματός του ενόψει της συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής την επόμενη εβδομάδα και, έστω και την τελευταία στιγμή, να περισώσει τα προσχήματα.
«Είναι αδιανόητο, 51 χρόνια μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, να αμφισβητούνται αυτονόητες συνταγματικές αρχές, όπως η ελευθερία της γνώμης και της ψήφου του βουλευτή κατά την άσκηση των καθηκόντων του», καταλήγει στην ανακοίνωσή του ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος.