Στην Ημερίδα, «Λάρισα, πόλη στο μέλλον», την οποία διοργάνωσαν, από κοινού, ο Δήμος Λαρισαίων, η ΔΕΥΑΛ και ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός «Ελευθερία» στη Λάρισσα, η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε στην εφαρμοζόμενη συνεκτική στρατηγική της Κυβέρνησης, προκειμένου ο Πολιτισμός να αναδειχθεί σε κεντρική αναπτυξιακή δύναμη για τη Θεσσαλία, αλλά και συνολικότερα για την ελληνική περιφέρεια και τη χώρα. Η Λίνα Μενδώνη έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην αναπτυξιακή δυναμική που έχει ο Πολιτισμός και σημείωσε ότι η κυβέρνηση επέτυχε να εισρεύσουν τόσο από τα Ευρωπαϊκά Ταμεία όσο και από το Ταμείο Ανάκαμψης ικανοί πόροι, ώστε στο τέλος του 2025 να έχει αλλάξει, εν πολλοίς, ο πολιτιστικός χάρτης της χώρας.
«Ο Πολιτισμός σε όλες του τις εκφάνσεις, τόσο υπό τη μορφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, όσο και υπό τη μορφή της σύγχρονης πολιτιστικής και δημιουργικής βιομηχανίας, συνιστά ένα διακριτό, δυναμικό οικονομικό τομέα, που χρησιμοποιεί πόρους, παράγει προϊόντα και υπηρεσίες, δημιουργεί εισόδημα και θέσεις εργασίας, προσελκύει και υποκινεί επενδύσεις, επομένως λειτουργεί ως κινητήριος μοχλός ανάπτυξης. Δημιουργούνται νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, προσελκύοντας κεφάλαια και επενδύσεις», τόνισε η Υπουργός Πολιτισμού. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΥΠΠΟ για κάθε 1 ευρώ που επενδύεται στον Πολιτισμό επιστρέφουν στην ελληνική οικονομία 3,44 ευρώ. Σήμερα στον Πολιτισμό απασχολούνται περίπου 200.000 εργαζόμενοι, ήτοι το 3% του εργατικού δυναμικού της χώρας και ένα μεγάλο μέρος αυτών στην περιφέρεια.
Οι Περιφέρειες φιλοξενούν σημαντικές πολιτιστικές δραστηριότητες. «Τα τελευταία χρόνια», επεσήμανε η Υπουργός «σχεδιάσαμε για καθεμία Περιφέρεια της χώρας την «Πολιτιστική Χάρτα Ανάπτυξης και Ευημερίας», που περιλαμβάνει τόσο έργα υποδομών διασυνδεδεμένα με δράσεις, που αναδεικνύουν την πολιτιστική κληρονομιά, ενδυναμώνουν τη σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία και ενισχύουν τον πολιτιστικό τουρισμό, όσο μια ευρεία γκάμα από αναγκαίες θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Η Πολιτιστική Χάρτα αποτελεί τον οδικό χάρτη για την αναγέννηση και ανάδειξη του Πολιτισμού ως στρατηγικού αναπτυξιακού πόρου και ως σημαντικού παράγοντα κοινωνικής συνοχής και ευημερίας. Ο Πολιτισμός, συνεπώς, λειτουργεί αναζωογονητικά και συμβάλλει αποφασιστικά στην εξωστρέφεια και ταυτόχρονα στην άμβλυνση των περιφερειακών ανισοτήτων. Και κατέληξε: «Η χρήση μιας πολιτιστικής υποδομής, είτε είναι ένα αρχαίο θέατρο, είτε μια σύγχρονη Πινακοθήκη, είτε ένα ακμάζον Ωδείο δημιουργεί συνεχώς γεγονότα, κρατώντας τους ανθρώπους στον τόπο τους. Γεννούν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και προσελκύουν κεφάλαια και επενδύσεις. Στην πραγματικότητα, όλο αυτό οδηγεί σε έναν ενάρετο οικονομικό και κοινωνικό κύκλο».
Η Υπουργός αναφέρθηκε και στο πρόγραμμα της Πολιτιστικής Συνταγογράφησης, «ένα απολύτως καινοτόμο, τουλάχιστον, για τα ελληνικά δεδομένα, πρόγραμμα το οποίο έχει εντάξει και τρέχει το Υπουργείο Πολιτισμού με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Πρόκειται για ένα πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με περίπου 8.000.000 ευρώ, στο οποίο ο ειδικός θεραπευτής μπορεί να συνταγογραφεί για τον ψυχικά πάσχοντα μια πολιτιστική δράση ή έναν κύκλο πολιτιστικών δράσεων ως θεραπευτικό μέσο. Το επόμενο βήμα σημείωσε η Υπουργός είναι να δούμε αυτό το οποίο μπορεί να προσφέρει ο πολιτισμός στους μακροχρονίως πάσχοντες, στους καρκινοπαθείς.
Επίσης, με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης, το Υπουργείο Πολιτισμού διαθέτει αντίστοιχους πόρους για «την αναβίωση των παραδοσιακών μορφών χειροτεχνίας, με στόχο να δημιουργηθούν διαβαθμισμένες σχολές Υφαντικής, Ξυλοτεχνίας, Κεραμικής σε όλη την Ελλάδα, ενώ παράλληλα δρομολογούνται και τρεις ακόμη Σχολές για την Πέτρα και τις Παραδοσιακές Μορφές Δόμησης και μια Σχολή Ξυλοπαυπηγικής». Αναφερόμενη στο Εθνικό Πρόγραμμα για τα Άτομα με Αναπηρία, η Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε στο πρόγραμμα καθολικής προσβασιμότητας στις πολιτιστικές υποδομές, ξεκινώντας από την Ακρόπολη, τους μείζονες αρχαιολογικούς χώρους, τα μουσεία. «Η καθολική προσβασιμότητα είναι ζήτημα δημοκρατίας», τόνισε η Υπουργός, «ο καθένας από εμάς δικαιούται να έχει ίση πρόσβαση στα πολιτιστικά αγαθά».
Αναφερόμενη στη Λάρισα, μια πόλη και μια περιοχή που διακρίνεται για την εξόχως δυναμική οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική της ζωή και δραστηριότητα, η Λίνα Μενδώνη χρησιμοποίησε το παράδειγμα του Διαχρονικού Μουσείου της Λάρισας ως «πρότυπο επιτυχούς επένδυσης σε πολιτιστικές υποδομές, καθώς εκτός από θεματοφύλακα της υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς στην ιστορική της εξέλιξη, αποτελεί πλέον ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της ευρύτερης πνευματικής, καλλιτεχνικής και κοινωνικής ζωής της πόλης», και έδωσε έμφαση στο Αρχαίο Θέατρο Α’, «τον πολιτιστικό και αναπτυξιακό πολλαπλασιαστή στο κέντρο της πόλης, από κοινού με τα έργα που συνδέονται άμεσα και έμμεσα με την ολοκλήρωση της αποκατάστασης, της ανάδειξης και της επανάχρησής του.
Η ιδιαίτερα μακρά, απαιτητική και με πολλές προκλήσεις έχει αποδειχθεί η διαδικασία της σταδιακής απελευθέρωσης και ανάπλασης του περιβάλλοντος χώρου του Θεάτρου και της δημιουργίας προσβάσεων του κοινού, η οποία απαιτούσε την πραγματοποίηση σειράς απαλλοτριώσεων, κατεδαφίσεων όμορων ιδιοκτησιών και κτισμάτων, καθώς και πεζοδρομήσεων πέριξ του μνημείου. Παράλληλα προωθείται το έργο της αποκατάστασης και επανάχρησης του συγκροτήματος των πρώην στρατιωτικών αρτοποιείων. Αυτά τα έργα σε συνδυασμό με την αποκατάσταση και επανάχρηση στο Μπεζεστένι από τον Δήμο, δημιουργούν ένα εντελώς νέο πολιτιστικό και αναπτυξιακό τοπίο στην καρδιά του αστικού ιστού».
Το επόμενο βήμα, σημείωσε η Υπουργός, είναι να προχωρήσει η απαλλοτρίωση του Αρχαίου Θεάτρου Β’, το οποίο είναι σε μία κοντινή απόσταση, ώστε να διασυνδεθούν τα μνημεία μεταξύ τους, καθώς και η απαλλοτίωση στο Μπαϊρακτί Τζαμί, και του κτηρίου δίπλα στα Αρτοποιεία, που αποκαθίστανται για να εξυπηρετήσουν τη λειτουργία του Αρχαίου Θεάτρου. «Το Αρχαίο Θέατρο πρέπει όχι απλώς να καταστεί εκ νέου πλήρως λειτουργικό, χρηστικό και φιλικό προς κατοίκους και επισκέπτες, αλλά να αναδειχθεί σε πολεοδομικό και πολιτιστικό πυρήνα της Λάρισας, σε φυσικό και συμβολικό κέντρο αναφοράς της κοινωνικής και οικονομικής της ζωής, μια αναπτυξιακή μήτρα για την κυοφόρηση ενός καλύτερου μέλλοντος για την πόλη και τους πολίτες», κατέληξε η Λίνα Μενδώνη.