Δυο εβδομάδες πριν από τις εθνικές εκλογές ο Πρωθυπουργός μιλάει για το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας, τα διακυβεύματα της πρώτης κάλπης, τα μεγάλα στοιχήματα της ελληνικής οικονομίας και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Με την αποστροφή «ξέρουμε καλύτερα τι να αλλάξουμε και πώς» και με δεσμεύσεις για τομείς στους οποίους παραδέχεται ότι υπάρχουν προβλήματα ο Πρωθυπουργός εξηγεί πώς εννοεί το αίτημά του για «δεύτερη εντολή στην προκοπή». Στην εφ' όλης της ύλης συνέντευξη από το Μαξίμου, όπως προέκυψε και από επικοινωνία αναγνωστών με τα «ΝΕΑ», οι οποίοι εστίασαν σε «προγραμματικά» θέματα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαντά εάν και πού εντοπίζει συγκλίσεις με τους πολιτικούς αντιπάλους του, μιλάει για τα κουκιά της κάλπης, ορίζει τις κινήσεις της επομένη ημέρας. «Ενα υψηλό ποσοστό και μία μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κόμμα θα κάνουν τα πράγματα πολύ πιο εύκολα στην εξέλιξή τους» διευκρινίζει δύο εβδομάδες πριν από τις εθνικές εκλογές.
Στην ερώτηση τι θα κάνει με τη διερευνητική εντολή και με ποιους θα συζητήσει μετά τις εκλογές ο πρωθυπουργός είναι ξεκάθαρος.
«Θα σεβαστώ απόλυτα τις συνταγματικές επιταγές. Εάν η Νέα Δημοκρατία είναι το πρώτο κόμμα, όπως δείχνουν όλες οι μετρήσεις, θα λάβω τη διερευνητική εντολή. Και ασφαλώς θα καθορίσω τις κινήσεις μου ανάλογα και με το αποτέλεσμα. Εφόσον, όμως, γίνεται λόγος για κυβερνήσεις συνεργασίας, σπεύδω να τονίσω πως η σύγκλιση των πολιτικών είναι σημαντικότερη από το άθροισμα των εδρών στη Βουλή. Και τέτοιου τύπου συναινέσεις δεν διαμορφώνονται μέσα σε τρεις ημέρες. Γι' αυτό και επιμένω ότι δεν αρκεί να «βγαίνουν τα κουκιά». Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει και σε πολιτικές τερατογενέσεις, σε κυβερνήσεις ηττημένων και νέες περιπέτειες, θα πρόκειται ουσιαστικά για ακυβερνησία ή και παραλυσία. Κάτι που ίσως κάποιοι να το ονειρεύονται, αλλά το τρέμουν οι πολίτες. Ο μόνος τρόπος, λοιπόν, για να αποτραπεί ένα τέτοιο εφιαλτικό ενδεχόμενο είναι να βγει η Νέα Δημοκρατία πολύ ισχυρή από την κάλπη της 21ης Μαΐου. Γιατί αυτή η κάλπη θα καθορίσει ποιος θα κυβερνήσει. Και, βέβαια, θα αποδείξει αν οι πολίτες συμφωνούν με την ξεκάθαρη πρότασή μας για αυτοδύναμη Ελλάδα, με αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Για να το πω διαφορετικά, ένα υψηλό ποσοστό και μία μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κόμμα θα κάνουν τα πράγματα πολύ πιο εύκολα στην εξέλιξή τους» σημειώνει.
«Πιστεύω ότι η πλειοψηφία της επόμενης κυβέρνησης θα είναι συμπαγής, όπως άλλωστε ήταν και στην πρώτη τετραετία. Η νέα εντολή του ελληνικού λαού θα μας δώσει και νέα ώθηση να εφαρμόσουμε το πρόγραμμά μας. Συνεπώς είμαι και έτοιμος και αισιόδοξος. Ξέρουμε τώρα ακόμη καλύτερα, τι να αλλάξουμε και πώς να το κάνουμε. Οταν μιλώ για δεύτερη «εντολή στην προκοπή», αυτό εννοώ: ότι θα συνεχίσουμε οπλισμένοι με περισσότερη πείρα, αλλά και μεγαλύτερη ορμή στις μεταρρυθμίσεις που έχουμε σχεδιάσει. Για να χτίσουμε μία Ελλάδα παραγωγική, κοινωνική, δίκαιη, ψηφιακή και πράσινη. Μια χώρα πιο ισχυρή. Και σε αυτήν την πορεία, πολύ δύσκολα θα βρεθεί κάποιος να βάλει εμπόδια» τονίζει ο πρωθυπουργός.
Ερωτηθείς για τις χαοτικές αποστάσεις από τον Αλέξη Τσίπρα και αν νοιώθει αντίστοιχα και με τον Νίκο Ανδρουλάκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε:
« Σε αυτή την ερώτηση θα πρέπει να απαντήσει ο κ. Ανδρουλάκης, ο οποίος ουδέποτε δέχθηκε να με συναντήσει. Απέρριψε, μάλιστα, σιωπηλά τις δύο προσκλήσεις που του απηύθυνα, μετά την εκλογή του. Ενώ έκτοτε, τον ακούμε να διακηρύσσει ότι πρωθυπουργός δεν πρέπει να είναι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, αλλά κάποιος «άγνωστος Χ» τον οποίο θα επιλέξει εκείνος. Όχι, δηλαδή, αυτός που θα ψηφίσουν οι πολίτες. Αλλά ένα πρόσωπο που μόνο αυτός ξέρει και θα μας το αποκαλύψει όταν θελήσει ο ίδιος. Ομολογώ ότι δεν μπορώ να τον παρακολουθήσω. Όσον αφορά τις θέσεις μας, πράγματι σε κάποια ζητήματα διαπιστώνουμε συγκλίσεις. Όμως σε κρίσιμα θέματα έχουμε σημαντικές διαφορές. Το ΠΑΣΟΚ, για παράδειγμα, δεν τολμά καν να μιλήσει για αλλαγές στο άρθρο 16 ώστε να δημιουργηθούν μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια. Δεν ψήφισε, επίσης, και διαφωνεί με την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων. Όπως και στην επαναλειτουργία των Ναυπηγείων της χώρας και την επαναπρόσληψη χιλιάδων εργαζομένων αρχικά διαφώνησε, μετά συμφώνησε. Αναφέρθηκα σε δύο - τρία ενδεικτικά, αλλά νομίζω και κομβικά παραδείγματα».