Επιστροφή στην καραμανλική λογική της Μεταπολίτευσης, σηματοδοτεί η απόφαση Μητσοτάκη να προτείνει τον Κώστα Τασούλα για νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Και αυτό γιατί ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας ήταν εκείνος που και το 1974 και το 1975 είχε πρότεινε το 1974 τον πρώτο μεταβατικό Πρόεδρο της Δημοκρατίας Μιχάλη Στασινόπουλο, ο οποίος ήταν ενεργεία εκλεγμένος βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ, και εκείνος που ως δεύτερο κατά σειρά Πρόεδρο της Δημοκρατίας είχε επιλέξει τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, που ήταν βουλευτής, υπουργός πολλών διαδοχικών κεντροδεξιών κυβερνήσεων και εν ενεργεία τότε βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ.

Το ίδιο, βέβαια, συνέβη και με τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, που προτάθηκε για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας το 1980 όντας πρωθυπουργός εν ενεργεία της κυβέρνησης της ΝΔ.

Αυτά ως ιστορική αναδρομή και ως αποκατάσταση των μύθων που επιχείρησε να καλλιεργήσει όλες αυτές τις ημέρες η αντιπολίτευση ισχυριζόμενη ότι δεν μπορεί ένα πρόσωπο από την Κεντροδεξιά να είναι συναινετική επιλογή ως Πρόεδρος Δημοκρατίας διότι άλλα επιβάλλει η πολιτική παράδοση – για να μη θυμηθούμε πώς είχε συμπεριφερθεί ο Ανδρέας Παπανδρέου στον Κωνσταντίνο Καραμανλή επιλέγοντας τον Χρήστο Σαρτζετάκη στη θέση του, υπακούοντας τότε στις… επιθυμίες των «αυριανιστών» και του Μένιου Κουτσόγιωργα.

Ευρείας συναίνεσης

Μάλιστα το επιχείρημα της συναινετικής επιλογής στην περίπτωση του Κώστα Τασούλα ισχύει στο ακέραιο καθώς ως πρόεδρος της Βουλής είχε εκλεγεί τρεις φορές συγκεντρώνοντας ποσοστό ψήφων ρεκόρ καθώς τον υπερψήφισαν και ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ και η Ελληνική Λύση, που τώρα καλούνται (ιδιαίτερα το κόμμα του κ. Ανδρουλάκη) να εξηγήσει γιατί δεν τον ψηφίζει για Πρόεδρο Δημοκρατίας.

Όσο για το επιχείρημα ότι συναίνεση θα υπήρχε μόνο στην περίπτωση που θα ήταν πρόσωπο προερχόμενο από τον… προοδευτικό χώρο, από τη φύση του δημιουργεί ερωτήματα τόσο για τον ορισμό του «προοδευτικού» χώρου όσο και για το ότι το ΠΑΣΟΚ αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν ψηφίσει πρόσωπα που πολιτικά ανήκαν στον συντηρητικό χώρο.

Τέλος, το Μαξίμου, σε ό,τι αφορά τους ισχυρισμούς ότι η ΝΔ με την επιλογή αυτή απομακρύνεται από τον χώρο του κέντρου, απαντά ότι οι ψηφοφόροι του κέντρου θέλουν σταθερότητα και ρίχνουν το βάρος τους σε συγκεκριμένες πολιτικές που τη διασφαλίζουν και που τις εφαρμόζει η κυβέρνηση.

Οι κεντρώοι ψηφοφόροι (και αυτό φάνηκε και στις δύο πρώτες δημοσκοπήσεις του 2025) δεν θέλουν περιπέτειες που φέρνουν οι προαναγγελθείσες από τον κ. Ανδρουλάκη συμμαχίες με κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά και άλλα, που έβαλαν τη χώρα σε περιπέτειες.

Ενίσχυση αυτοπεποίθησης

Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αλήθεια ότι δούλεψε στο μυαλό του αρκετά την απόφασή του ώστε να καταλήξει σε αυτήν του Κώστα Τασούλα.

Κυρίως, έβαλε για πρώτη φορά έναν παράγοντα που μέχρι τώρα δεν έπαιζε κομβικό ρόλο στις αποφάσεις για την πρόταση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Και αυτός ήταν το διεθνές περιβάλλον και οι γεωπολιτικές αναταράξεις που υπάρχουν.

Η εκλογή Τραμπ και η στροφή των κοινωνιών προς συντηρητικές επιλογές διαμορφώνουν ένα νέο κλίμα, που απαιτεί ιδιαίτερους χειρισμούς. Και η ασφαλής επιλογή ενός προσώπου στην Προεδρία της Δημοκρατίας που έχει τέτοια χαρακτηριστικά ενίσχυσε την απόφαση να προταθεί ο Κώστας Τασούλας, που έγινε δεκτή με ικανοποίηση και από τη βάση και από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ.

Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην επέλεξε έναν υποψήφιο πρόεδρο «σταρ» και «γκλάμουρ», αλλά έδειξε στην πράξη ότι ακούει την Κοινοβουλευτική Ομάδα, αλλά και τον μέσο ψηφοφόρο της ΝΔ ενισχύοντας την «αυτοπεποίθησή» του και απαντώντας ταυτόχρονα στο ερώτημα που έθεταν αρκετά στελέχη: «Γιατί όχι κεντροδεξιός υποψήφιος;».

Εσωκομματική ισορροπία

Παράλληλα, με την επιλογή Τασούλα αποδυναμώνεται και το επιχείρημα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης που ισχυριζόταν ότι πολύ… πράσινο έχουν κυβέρνηση και Μαξίμου.

Ο Κώστας Τασούλας, πρόσωπο που διαχρονικά έχει υπηρετήσει με όλους τους προέδρους της ΝΔ και ανήκε στην «αβερωφική» κληρονομιά της παράταξης, καθώς ο Ευάγγελος Αβέρωφ τον θεωρούσε ως τον γιο που δεν απέκτησε, επιβεβαιώνει τα «ταυτοτικά» στοιχεία της επιλογής για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα.

Τέλος, έχοντας μπροστά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης τη Συνταγματική Αναθεώρηση προτίμησε ένα πρόσωπο που θα μπορούσε να λειτουργήσει προσθετικά στις αναγκαίες αλλαγές που σκέπτεται να προτείνει η κυβέρνηση.