Η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει ρήγματα συγκρίσιμα με τις πιέσεις που οδήγησαν στον «οικονομικό εθνικισμό», στην κατάρρευση του παγκόσμιου εμπορίου και στη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1920, προειδοποίησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ.
«Αντιμετωπίσαμε τη χειρότερη πανδημία από τη δεκαετία του 1920, τη χειρότερη σύγκρουση στην Ευρώπη από τη δεκαετία του 1940 και το χειρότερο ενεργειακό σοκ από τη δεκαετία του 1970», δήλωσε σήμερα (20.9.2024) η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, προσθέτοντας ότι οι διαταραχές αυτές σε συνδυασμό με παράγοντες όπως τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα έχουν αλλάξει μόνιμα την παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα.
Σε ομιλία της στο ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον, δύο ημέρες μετά τη μείωση των επιτοκίων από την Fed κατά 50 μονάδες βάσης, ωθώντας τις αμερικανικές αγορές μετοχών σε επίπεδα ρεκόρ, η πρόεδρος της ΕΚΤ υποστήριξε ότι ξεχωρίζουν αρκετοί παραλληλισμοί «μεταξύ των δύο εικοσαετιών – της δεκαετίας του 1920 και της δεκαετίας του 2020», επισημαίνοντας τις «οπισθοδρομήσεις στην παγκόσμια εμπορική ολοκλήρωση» και τις τεχνολογικές εξελίξεις και στις δύο εποχές.
Ενώ η νομισματική πολιτική στη δεκαετία του 1920 έκανε τα πράγματα χειρότερα, καθώς η προσκόλληση στον κανόνα χρυσού ώθησε τις κορυφαίες οικονομίες σε αποπληθωρισμό και τραπεζικές κρίσεις, «σήμερα είμαστε σε καλύτερη θέση να αντιμετωπίσουμε αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές από ό,τι ήταν οι προκάτοχοί μας», τόνισε η Λαγκάρντ.
Πριν από έναν αιώνα, τόνισε, οι κεντρικοί τραπεζίτες έμαθαν με τον δύσκολο τρόπο ότι η σύνδεση του νομίσματος με τον χρυσό και οι σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες «δεν ήταν ανθεκτικές σε περιόδους βαθέων διαρθρωτικών αλλαγών», καθώς έσπρωξαν τον κόσμο στον αποπληθωρισμό, τροφοδοτώντας την «οικονομική δυσφορία» και συμβάλλοντας σε έναν «κύκλο οικονομικού εθνικισμού».
Σήμερα, τα εργαλεία των κεντρικών τραπεζιτών για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών «έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά», συμπλήρωσε. Η Λαγκάρντ επεσήμανε τη γρήγορη πτώση του πληθωρισμού μόλις οι κεντρικές τράπεζες άρχισαν να αυξάνουν τα επιτόκια το 2022. Οι τιμές καταναλωτή είχαν εκτοξευθεί μετά την αύξηση της ζήτησης με το πέρας της πανδημίας, τις παγκόσμιες διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού και τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας μετά την έναρξη του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας.
Περιέγραψε το επεισόδιο ως ένα «ακραίο τεστ αντοχής» για τη νομισματική πολιτική. Οι κεντρικοί τραπεζίτες μπόρεσαν να χαλαρώσουν τη νομισματική πολιτική τους τελευταίους μήνες, καθώς οι πιέσεις στις τιμές υποχώρησαν. Ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ευρωζώνη κορυφώθηκε στο 10,6% τον Οκτώβριο του 2022, αλλά τον Αύγουστο έπεσε σε χαμηλό τριών ετών, στο 2,2%.
Η Λαγκάρντ χαρακτήρισε «αξιοσημείωτο» το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες κατάφεραν να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό μέσα σε λιγότερο από δύο χρόνια, αποφεύγοντας παράλληλα την αύξηση της ανεργίας. «Είναι σπάνιο να αποφεύγεται μια σημαντική επιδείνωση της απασχόλησης όταν οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια ως απάντηση στις υψηλές τιμές της ενέργειας. Όμως η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,8 εκατ. άτομα στην Ευρωζώνη από το τέλος του 2022», είπε.
Ωστόσο, η Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποίησε κατά του εφησυχασμού, λέγοντας ότι ζητήματα όπως οι πιθανές ανατροπές στην παγκοσμιοποίηση, η μερική αποσύνθεση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, η ισχύς στην αγορά των τεχνολογικών κολοσσών όπως η Google και η «ταχεία ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης» θα μπορούσαν να δοκιμάσουν τους κεντρικούς τραπεζίτες.
Η αβεβαιότητα θα «παραμείνει υψηλή» για τους υπεύθυνους χάραξης νομισματικής πολιτικής, δήλωσε η Λαγκάρντ, προσθέτοντας: «Πρέπει να τη διαχειριστούμε καλύτερα». Η ΕΚΤ θα διερευνήσει λεπτομερώς αυτά τα ζητήματα στην επικείμενη επανεξέταση της στρατηγικής της, επεσήμανε.
Ενώ ο μεσοπρόθεσμος στόχος της για τον πληθωρισμό στο 2% δεν θα εξεταστεί, «θα εξετάσουμε τι μπορούμε να μάθουμε από την εμπειρία μας στο παρελθόν με τον πολύ χαμηλό και τον πολύ υψηλό πληθωρισμό», είπε.
Η ΕΚΤ θα αναλύσει επίσης την αξιολόγηση και τη δημοσιοποίηση των κινδύνων που αντιμετωπίζει. Για παράδειγμα, το βασικό της σενάριο για τον πληθωρισμό θα μπορούσε να «εξισορροπηθεί… με πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο» και η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε επίσης να δημοσιοποιήσει εναλλακτικά σενάρια.