Ως αναγκαία μεταρρύθμιση διαφάνειας χαρακτήρισε ο Κώστας Τσιάρας τη μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, υπερασπιζόμενος το σχετικό νομοσχέδιο.
Υποστηρίζοντας τις διατάξεις του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής, ο κ. Τσιάρας ξεκαθάρισε ότι πρόκειται για μια ουσιαστική μεταρρύθμιση, που απαντά σε ένα υπαρκτό και διαχρονικό πρόβλημα. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο πρωτογενής τομέας της χώρας αξίζει κανόνες, διαφάνεια και δικαιοσύνη. Εμείς με αυτό το νομοσχέδιο απαντάμε σε ένα υπαρκτό πρόβλημα. Η κυβέρνηση επέλεξε τη δύσκολη οδό της μεταρρύθμισης, όχι την εύκολη οδό της αναβολής».
Ο υπουργός έθεσε το βασικό δίλημμα ενώπιον της Βουλής, σημειώνοντας ότι «σήμερα δεν συζητάμε απλώς μια μετάβαση, αλλά αν θέλουμε έναν ΟΠΕΚΕΠΕ της διαφάνειας ή έναν ΟΠΕΚΕΠΕ των παθογενειών». Υπενθύμισε ότι ο Οργανισμός, όπως λειτούργησε στο παρελθόν, συνδέθηκε με δημοσιονομικές διορθώσεις, πρόστιμα και αδικίες εις βάρος των έντιμων αγροτών, οι οποίοι –όπως είπε– πλήρωναν τις στρεβλώσεις ενός ελλιπούς συστήματος ελέγχων.
Απευθυνόμενος στην αντιπολίτευση, ο κ. Τσιάρας έκανε λόγο για υποκριτική στάση, επισημαίνοντας ότι επί χρόνια δεν υπήρχε αντίδραση όταν οι έλεγχοι ήταν ανύπαρκτοι και οι διασταυρώσεις ελλιπείς. «Τώρα που μιλάμε για πραγματικούς ελέγχους, για διασταύρωση στοιχείων με Ε9, Κτηματολόγιο και φορολογικά δεδομένα, ξαφνικά κάποιοι θυμήθηκαν την “αγωνία για τον αγρότη”», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην επιλογή της ΑΑΔΕ ως φορέα υποδοχής του ΟΠΕΚΕΠΕ, τονίζοντας ότι πρόκειται για μια τεχνική, θεσμική και απολύτως αναγκαία απόφαση. Όπως σημείωσε, «μέχρι σήμερα μόνο η ΑΑΔΕ διαθέτει τα πληροφοριακά συστήματα και τη δυνατότητα διασταυρωτικών ελέγχων σε πραγματικό χρόνο, συγκρίνοντας δηλώσεις ΟΣΔΕ με ακίνητη περιουσία, φορολογικά στοιχεία και πραγματικά εισοδήματα».
Ο υπουργός ξεκαθάρισε ότι η Αγροτική Πολιτική και η ΚΑΠ δεν μεταφέρονται από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, αλλά μεταφέρεται αποκλειστικά ο έλεγχος. «Και αυτός είναι που ενοχλεί ορισμένους, γιατί φέρνει στο φως όσα κάποιοι θα προτιμούσαν να μείνουν στο σκοτάδι», υπογράμμισε.
Αναγνωρίζοντας ότι η μετάβαση δεν ήταν ανέφελη, παραδέχθηκε ότι υπήρξαν καθυστερήσεις και ταλαιπωρία, επισημαίνοντας ωστόσο πως «η πολιτική κρίνεται από το αν έχεις το θάρρος να προχωρήσεις». Όπως είπε, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει αποδείξει ότι διαθέτει αυτό το θάρρος, ακόμη και με πολιτικό κόστος.
Παράλληλα, ο κ. Τσιάρας καθησύχασε τους αγρότες, τονίζοντας ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για τη ροή των πληρωμών, καθώς όλες οι εθνικές και ευρωπαϊκές διαπιστεύσεις του ΟΠΕΚΕΠΕ μεταφέρονται αυτοδικαίως στην ΑΑΔΕ, χωρίς να απαιτείται νέα έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Υπογράμμισε επίσης ότι ολόκληρο το προσωπικό του Οργανισμού μεταφέρεται χωρίς καμία αλλαγή στα εργασιακά του δικαιώματα, ενώ διασφαλίζεται η συνέχεια όλων των εκκρεμών υποθέσεων και αρχείων.
Σημείωσε ακόμη ότι μέσα στο 2025 έχουν ήδη καταβληθεί πάνω από 3,2 δισ. ευρώ στους αγρότες, ενώ έως το τέλος του έτους το ποσό θα φτάσει τα 3,8 δισ. ευρώ, καταγράφοντας –όπως είπε– τις μεγαλύτερες πληρωμές των τελευταίων ετών. «Τα χρήματα που θα ανακτηθούν από τους ελέγχους θα επιστραφούν στους έντιμους αγρότες, στους ανθρώπους του μόχθου», τόνισε.
Κλείνοντας, ο υπουργός επισήμανε ότι το νομοσχέδιο δεν δημιουργεί θεσμικό κενό, δεν αφαιρεί αρμοδιότητες από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και δεν τιμωρεί τους συνεπείς παραγωγούς, αλλά βάζει κανόνες εκεί όπου δεν υπήρχαν.
Προειδοποίησε, τέλος, ότι η Κοινή Αγροτική Πολιτική αλλάζει και αν η χώρα δεν προσαρμοστεί εγκαίρως, κινδυνεύει να βρεθεί ξανά εκτεθειμένη. «Χρειαζόμαστε μια νέα πολιτική, ένα πραγματικό restart, αν θέλουμε η Ελλάδα να διαπραγματεύεται με σοβαρότητα στις Βρυξέλλες και να υπερασπίζεται ουσιαστικά τα συμφέροντα των παραγωγών της», κατέληξε.